Peter Kropotkin
Η κατάκτηση του ψωμιού
Κεφάλαιο 17: Αγροκαλλιέργεια
Ι
Η Πολιτική Οικονομία συχνά έχει κατηγορηθεί πως εξάγει όλα τα συμπεράσματά της βασιζόμενη σε μιας σαφώς λανθασμένη αρχή, που ορίζει πως το μόνο κίνητρο ικανό να οδηγήσει τον άνθρωπο στην μεγιστοποίηση της παραγωγικής του δύναμης είναι το προσωπικό συμφέρον υπό την στενότερη δυνατή έννοια αυτού.
Αυτή η μομφή είναι απολύτως σωστή. Τόσο σωστή ώστε οι εποχές των μεγάλων βιομηχανικών ανακαλύψεων και της πραγματικής προόδου της βιομηχανίας να είναι ακριβώς εκείνες όπου η ευημερία όλων ήταν το ζητούμενο και όπου το προσωπικό κέρδος ήταν αυτό που περνούσε λιγότερο από το μυαλό των ανθρώπων. Οι μεγάλοι ερευνητές και οι μεγάλοι εφευρέτες στόχευαν, χωρίς αμφιβολία, στην απελευθέρωση της ανθρωπότητας. Και αν οι οποιοιδήποτε Βατ [Watt], Στέφενσον [Stephenson], Τζακάρντ?? [Jacquard] κ.λπ., μπορούσαν να μαντέψουν τι δυστυχία θα επέφεραν οι ξάγρυπνες νύχτες τους στους εργάτες, το πιθανότερο είναι να είχαν κάψει τα σχέδια τους και να είχαν καταστρέψει τις μακέτες τους.
Υπάρχει ακόμα μια αρχή από την οποία διαχέεται η Πολιτική Οικονομία η οποία είναι εξίσου εσφαλμένη. Πρόκειται για την ντε φάκτο παραδοχή, έμφυτη σε όλους τους οικονομολόγους, πως αν και συχνά παρατηρείται να υπάρχει υπερπαραγωγή σε μερικούς τομείς της βιομηχανίας, μια κοινωνία δεν θα κατέχει ποτέ επαρκή προϊόντα ώστε να εξασφαλίσει τις ανάγκες όλων των μελών της, και, ως εκ τούτου δεν θα έρθει ποτέ η μέρα που κανείς δεν θα εξαναγκάζεται να πουλήσει τον κάματό του με αντάλλαγμα ένα μισθό. Αυτή η ντε φάκτο παραδοχή βρίσκεται στη βάση όλων των θεωριών και των αποκαλούμενων “νόμων” που μας διδάσκουν οι οικονομολόγοι.
Κι όμως είναι σίγουρο πως τη μέρα που κάθε πολιτισμένη συλλογικότητα ατόμων αναρωτηθεί, ποιες είναι οι ανάγκες όλων μας, και πώς μπορούμε να καλύψουμε αυτές τις ανάγκες, θα ανακαλύψει πως τόσο στη βιομηχανία όσο και στην αγροκαλλιέργεια, κατέχει ήδη τα μέσα για να υπερκαλύψει όλες τις ανάγκες, υπό την προϋπόθεση ότι γνωρίζει τον τρόπο με τον οποίο θα χρησιμοποιήσει αυτά τα μέσα για να ικανοποιήσει τις πραγματικές της ανάγκες.
Το ότι αυτό αληθεύει κανείς δεν μπορεί να το αμφισβητήσει. Πράγματι, αρκεί να μελετήσει κανείς τη διαδικασία που χρησιμοποιείται αυτή τη στιγμή, για την εξόρυξη γαιάνθρακα και μεταλλευμάτων, για την δημιουργία ατσαλιού και την χρήση του, για την παραγωγή όλων εκείνων που χρειάζονται για την ένδυση, κλπ, στις μεγάλες βιομηχανικές επιχειρήσεις, για να κατανοήσει πλήρως πως μπορούμε να ήδη να τετραπλασιάσουμε την παραγωγή μας και ταυτόχρονα να εξοικονομήσουμε κόπο.
Ας πάμε όμως και ένα βήμα παρακάτω. Διατρανώνουμε πως και οι αγροκαλλιέργειες είναι στην ίδια ακριβώς θέση. Ο εργάτης, όπως και ο βιομήχανος, κατέχει ήδη τα μέσα για να αυξήσει την παραγωγικότητα του, όχι μόνο τέσσερις αλλά δέκα φορές, και θα το κάνει πράξη όταν νιώσει την ανάγκη για κάτι τέτοιο, όταν μια σοσιαλιστική οργάνωση αντικαταστήσει την τωρινή καπιταλιστική.
Κάθε φορά που αναφέρεται κάτι για τη γεωργία, οι άνθρωποι φαντάζονται έναν χωρικό να σκύβει πάνω από το άροτρο, να σκορπίζει στο έδαφος άτακτα μερικούς σπόρους καλαμποκιού και να περιμένει με αγωνία τι θα αποκομίσει από μια καλή ή μια κακή σοδειά. Ή μια οικογένεια να εργάζεται από το πρωί μέχρι το βράδυ και το μόνο που αποκομίζει από αυτό να είναι ένα σκληρό κρεβάτι, ένα ξερό κομμάτι ψωμί και ένα κακής ποιότητας πιοτό. Με λίγα λόγια, φαντάζονται την εικόνα του “άγριου ζώου” της La Bruyère.
Και για αυτούς τους ανθρώπους, που βασανίζονται κατ’ αυτόν τον τρόπο, η μέγιστη ανακούφιση που μπορεί να παρέχει η κοινωνία είναι μια μείωση της φορολογίας και του ενοικίου του. Όμως δεν τολμούν να φανταστούν έναν καλλιεργητή να στέκεται όρθιος, να απολαμβάνει ανέσεις και να παράγει με λίγες μόνο ώρες καθημερινής εργασίας αρκετό φαγητό ώστε να θρέψει όχι μόνο την οικογένεια του αλλά και τουλάχιστον εκατό επιπλέον ανθρώπους. Ακόμα και στα πιο τρελλά τους όνειρα για το μέλλον, οι Σοσιαλιστές δεν σκέφτονται τίποτα παραπάνω από τις εκτεταμένες Αμερικανικές καλλιέργειες, οι οποίες μάλιστα δεν αποτελούν τίποτα παραπάνω από τη νηπιακή εποχή της σύγχρονης αγροκαλλιέργειας.
Οι καινοτομίες που εκμεταλλεύεται ο καλλιεργητής σήμερα είναι πολύ πιο εκτεταμένες — η αντίληψη του κινείται σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα. Απαιτείται ένα μόνο μέρος από ένα στρέμμα για να παράγει τα επαρκή για μια ολόκληρη οικογένεια λαχανικά. Για να θρέψει είκοσι πέντε μεγάλα ζώα δεν χρειάζεται παραπάνω απ’ ό,τι χρειαζόταν μέχρι πρότινος για να θρέψει ένα. Ο στόχος του είναι να είναι σε θέση να φτιάξει το δικό του χώμα, να αγνοήσει τις εποχές και το κλίμα, να θερμάνει τόσο τον αέρα όσο και το έδαφος γύρω από το νεαρό φυτό. Να παράγει, με μία λέξη, σε ένα στρέμμα ό,τι παρήγαγε παλιότερα σε πενήντα και να το πετύχει αυτό χωρίς να κουραστεί παραπάνω — μειώνοντας ουσιαστικά κατά πολύ τον μέχρι πρότινος απαιτούμενο μόχθο. Γνωρίζει πως είναι σε θέση να θρέψει τον κάθε ένα αφιερώνοντας στο χωράφι όσο χρόνο μπορεί ο καθένας να αφιερώσει με χαρά και ευχαρίστηση.
Αυτή είναι η τωρινή τάση στην αγροκαλλιέργεια.
Καθώς άνθρωποι των επιστημών, οδηγούμενοι από τον Liebig, τον εμπνευστή της χημικής θεωρίας της αγροκαλλιέργειας πολλές φορές παρασύρονταν σε σφάλματα από την αγάπη τους για απλές θεωρίες, αγράμματοι καλλιεργητές άνοιγαν καινούργιους δρόμους προς την ευημερία. Περιβολάρηδες από το Παρίσι, την Τρουά [Troyes], τη Ρουέν [Rouen], Σκωτσέζοι και Άγγλοι κηπουροί, Φλαμανδοί αγρότες, ακτήμονες του Τζέρσεϋ [Jersey] και του Γκέρνσεϋ [Guernsey] καθώς και αγρότες από τη Σικελία άνοιξαν νέους ορίζοντες τόσο ευρείς ώστε ο ανθρώπινος νους διστάζει να τους συλλάβει. Τη στιγμή που μέχρι προσφάτως μια οικογένεια χωρικών χρειαζόταν τουλάχιστον ένα χωράφι εβδομήντα – ογδόντα στρεμμάτων για να επιβιώσει — και όλοι γνωρίζουμε με πόσο λίγα μπορούν να επιβιώσουν οι χωρικοί αυτοί — δεν είναι δυνατόν πλέον να υπολογίσουμε την ελάχιστη δυνατή περιοχή πάνω στην οποία μπορούν να καλλιεργηθούν όλα όσα είναι απαραίτητα για μια οικογένεια, συμπεριλαμβανομένων και αρκετών ειδών πολυτελείας, αν το έδαφος δουλευτεί με τις μεθόδους της εντατικής καλλιέργειας.
Δέκα χρόνια νωρίτερα είχε ήδη επιβεβαιωθεί πως ένας πληθυσμός τριάντα εκατομμυρίων ανθρώπων μπορούσε να ζήσει πολύ άνετα, χωρίς να εισάγει τίποτα απολύτως, βασιζόμενος σε αυτά που παρήγαγε η Μεγάλη Βρετανία. Τώρα όμως, τη στιγμή που παρατηρούμε την πρόοδο που έλαβε χώρα προσφάτως στην Γαλλία και στην Αγγλία, τη στιγμή που μπορούμε να ατενίσουμε τους νέους ορίζοντες που ανοίγονται μπροστά μας, μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε πως αν η γη συνεχίσει να καλλιεργείται όπως καλλιεργείται σε τόσα μέρη, ακόμα και με φτωχό υπέδαφος, το ενδεχόμενο πενήντα ή εξήντα εκατομμύρια άνθρωποι να κατοικούν σε μια περιοχή σαν τη Μεγάλη Βρετανία δεν είναι παρά ένα ασθενικό ποσοστό σε σχέση με τις πραγματικές δυνατότητες που μας παρέχει αυτή η καλλιέργεια του εδάφους.
Σε κάθε περίπτωση (όπως πρόκειται να αποδείξουμε σε λίγο) μπορούμε να θεωρήσουμε σαν απολύτως αποδεδειγμένο γεγονός ότι αν αύριο το Παρίσι και τα δύο διαμερίσματα της Seine και της Seine-et-Oise οργανώνονταν σαν μια Αναρχική κομμούνα, στην οποία όλοι δούλευαν με τα χέρια τους, ακόμα και αν ολόκληρο το σύμπαν αρνούταν να τους παρέχει έστω και ένα δεμάτι από σιτάρι, έστω και ένα βοοειδές, έστω και ένα καλάθι με φρούτα, ακόμα και αν τους άφηναν μόνο την περιοχή των δύο τμημάτων, ακόμα και τότε θα ήταν σε θέση όχι μόνο να παράγουν το καλαμπόκι, το κρέας και τα λαχανικά που απαιτούνται για την διαβίωση τους, αλλά και είδη πολυτελείας σε επαρκείς για όλους ποσότητες.
Και, επιπροσθέτως, επιβεβαιώνουμε ότι το συνολικό κόστος σε μόχθο για όλα αυτά θα ήταν πολύ μικρότερο από αυτό που ξοδεύεται τώρα για να τραφούν αυτοί οι άνθρωποι με καλαμπόκι από την Auvergne και τη Ρωσία, με λαχανικά που παράγονται οπουδήποτε με τη χρήση της εντατικής καλλιέργειας και με φρούτα που φυτρώνουν στον Νότο.
Είναι προφανές πως σε καμία περίπτωση δεν επιθυμούμε να σταματήσει ολόκληρη η διαδικασία της συναλλαγής, ούτε και απαιτούμε κάθε περιοχή να μοχθεί για να παράγει με λίγο ή πολύ τεχνητούς τρόπους ό,τι φυτρώνει μόνο σε άλλα κλίματα. Επιθυμούμε όμως να στρέψουμε την προσοχή όλων στο γεγονός ότι η θεωρία της συναλλαγής, με τον τρόπο που την καταλαβαίνουμε σήμερα, υλοποιείται σε υπερβολικό βαθμό — πως η συναλλαγή αυτή συχνά αποδεικνύεται αχρείαστη και ακόμα και επιβλαβής. Επιβεβαιώνουμε επιπλέον, πως οι άνθρωποι δεν είχαν ποτέ μια πλήρη αντίληψη όσον αφορά τον τεράστιο μόχθο των οινοκαλλιεργητών του Νότου, ούτε αυτόν των Ρώσων και των Ούγγρων καλλιεργητών καλαμποκιού, ένας μόχθος που θα μπορούσε να μειωθεί σημαντικά αν υιοθετούσαν την εντατική καλλιέργεια, αντί για το παρόν σύστημα εκτεταμένης αγροκαλλιέργειας.
II
Θα ήταν αδύνατο να αναφέρουμε εδώ το πλήθος των γεγονότων στα οποία βασίζουμε τους ισχυρισμούς μας. Είμαστε άρα υποχρεωμένοι να παραπέμψουμε τους αναγνώστες μας που θέλουν επί πλέον πληροφορίες σε ένα άλλο βιβλίο, το “Αγροί, Εργοστάσια και Εργαστήρια”. Πριν απ’ όλα, προσκαλούμε ένθερμα εκείνους που ενδιαφέρονται για αυτό το ζήτημα να διαβάσουν μερικές εξαιρετικές εργασίες που δημοσιεύτηκαν στη Γαλλία και αλλού, έναν κατάλογο των οποίων παραθέτουμε στο τέλος αυτού του βιβλίου [1]. Όσο για τους κατοίκους των μεγάλων πόλεων, που δεν έχουν – μέχρι σήμερα – πραγματικά ιδέα για το τι μπορεί να είναι η γεωργία, τους συμβουλεύουμε να ερευνήσουν τα κοντινά τους περιβόλια και να μελετήσουν την καλλιέργεια. Δεν χρειάζονται τίποτα άλλο από το να παρατηρούν και να ρωτούν τους περιβολάρηδες, και ένας νέος κόσμος θα ανοίξει μπροστά τους. Θα είναι έτσι σε θέση να δουν τι μπορεί να είναι η Ευρωπαϊκή γεωργία στον εικοστό αιώνα• και θα καταλάβουν με τι δύναμη θα οπλιστεί η κοινωνική επανάσταση όταν γνωρίζουμε το μυστικό της λήψης όλων όσων χρειαζόμαστε από το έδαφος.
Λίγα γεγονότα θα αρκέσουν για να δείξουμε ότι οι ισχυρισμοί μας δεν είναι σε καμία περίπτωση υπερβολικοί. Θέλουμε μόνο να προηγηθούν αυτών μερικές γενικές παρατηρήσεις.
Γνωρίζουμε σε τι άθλια κατάσταση βρίσκεται η Ευρωπαϊκή γεωργία. Αν ο καλλιεργητής δεν λεηλατείται από το γαιοκτήμονα, ληστεύεται από το Κράτος. Αν το Κράτος τον φορολογεί συγκρατημένα, ο τοκογλύφος τον υποδουλώνει μέσω συναλλαγματικών, και σύντομα τον μετατρέπει σε απλό κολίγο μιας γης που στην πραγματικότητα ανήκει σε μια οικονομική επιχείρηση. Ο ιδιοκτήτης, το Κράτος, και ο τραπεζίτης λεηλατούν έτσι τον καλλιεργητή μέσω του ενοικίου, των φόρων, και του τόκου. Το ποσό ποικίλλει από χώρα σε χώρα, αλλά δεν πέφτει ποτέ κάτω από το τέταρτο, πολύ συχνά δε, το μισό της ακατέργαστης παραγωγής. Στη Γαλλία, αρκετά πρόσφατα, οι γεωργοί πλήρωσαν στο Κράτος το 44 τοις εκατό της μικτής παραγωγής.
Επιπλέον, το μερίδιο του ιδιοκτήτη και του Κράτους διαρκώς αυξάνεται. Μόλις ο καλλιεργητής αποκτήσει πιο πλούσιες σοδειές από τα θαύματα της εργασίας, των εφευρέσεων, ή πρωτοβουλιών, ο οφειλόμενος φόρος στο γαιοκτήμονα, το Κράτος, και τον τραπεζίτη θα αυξηθεί ανάλογα. Αν διπλασιάσει τον αριθμό των λίτρων που θερίζει ανά στρέμμα, το ενοίκιο θα διπλασιαστεί επομένως και οι φόροι, και το Κράτος θα φροντίσει να τα αυξήσει ακόμα περισσότερο εάν οι τιμές ανεβούν. Και ούτω καθ’ εξής. Με δυο λόγια, παντού ο καλλιεργητής της γης δουλεύει δώδεκα με δέκα έξι ώρες την ημέρα• αυτοί οι τρεις γύπες του παίρνουν κάθε τι που θα μπορούσε να βάλει στην άκρη• τον ληστεύουν παντού από οτιδήποτε θα του επέτρεπε να βελτιώσει την καλλιέργειά του. Να γιατί η γεωργία προοδεύει τόσο αργά.
Ο καλλιεργητής μόνο περιστασιακά μπορεί να σημειώσει κάποια πρόοδο, σε ορισμένες εξαιρετικές περιοχές, κάτω από αρκετά εξαιρετικές περιστάσεις, που ακολουθούν μια φιλονικία μεταξύ των τριών βαμπίρ. Και ακόμη δεν έχουμε πει τίποτα για το φόρο που ο κάθε καλλιεργητής πληρώνει στον βιομήχανο. Κάθε μηχανή, κάθε φτυάρι, κάθε βαρέλι χημικού λιπάσματος, πωλείται σ’ αυτόν τρεις ή τέσσερις φορές πάνω απ’ το πραγματικό κόστος. Και να μη ξεχάσουμε το μεσάζοντα, που εισπράττει τη μερίδα του λέοντος των προϊόντων της γης. Να γιατί, κατά τη διάρκεια αυτού του αιώνα των εφευρέσεων και της προόδου, η γεωργία έχει βελτιωθεί μόνο περιστασιακά σε πολύ περιορισμένες περιοχές. Ευτυχώς έχουν υπάρξει πάντα μικρές οάσεις, που παραμελούνται για κάποιο χρόνο από τους γύπες• και εκεί μαθαίνουμε τι μπορεί να παράγει για την ανθρωπότητα η εντατική γεωργία. Ας αναφέρουμε μερικά παραδείγματα:
Στα Αμερικανικά λιβάδια (τα οποία, ωστόσο, παράγουν πενιχρές συγκομιδές σταριού, από 50 έως 120 λίτρα ανά στρέμμα, και ακόμη και αυτά συχνά καταστρέφονται από περιοδικές ξηρασίες), 500 άτομα, εργαζόμενα μόνο κατά τη διάρκεια οκτώ μηνών, παράγουν την ετήσια τροφή 50.000 ανθρώπων. Με όλες τις βελτιώσεις των τελευταίων χρόνων, η ετήσια εργασία ενός ανθρώπου (300 μέρες) παράγει την ετήσια τροφή 250 ατόμων, μεταφερόμενη ως αλεύρι στο Σικάγο. Εδώ το αποτέλεσμα επιτυγχάνεται με μεγάλη οικονομία στη χειρωνακτική εργασία: σε εκείνες τις απέραντες πεδιάδες, που το μάτι δεν περικλείει, το όργωμα, η συγκομιδή, το αλώνισμα, οργανώνονται με σχεδόν στρατιωτικό τρόπο. Κανένα άχρηστο μπρος πίσω, καθόλου χάσιμο χρόνου – όλα γίνονται με ακρίβεια παρέλασης.
Αυτή είναι η μεγάλης κλίμακας γεωργία – εκτεταμένη γεωργία, η οποία παίρνει το έδαφος από τη φύση χωρίς να επιδιώκει τη βελτίωσή του. Όταν η απόδοση της γης πάσχει, την εγκαταλείπουν• ψάχνουν αλλού για ένα παρθένο έδαφος, για να εξαντληθεί κι αυτό με τη σειρά του. Αλλά υπάρχει επίσης η εντατική γεωργία, η οποία ήδη “δουλεύεται”, και θα συνεχίσει όλο και περισσότερο, από μηχανήματα. Ο στόχος της είναι να καλλιεργήσει καλά ένα περιορισμένο κομμάτι, να λιπάνει, να βελτιώσει, να συγκεντρώσει την εργασία, και να πετύχει τη μεγαλύτερη δυνατή σοδειά. Αυτό το είδος καλλιέργειας διαδίδεται κάθε χρόνο, και ενώ οι καλλιεργητές στο νότο της Γαλλίας και στις εύφορες πεδιάδες της Δυτικής Αμερικής είναι ικανοποιημένοι με μια μέση σοδειά 90 με 120 λίτρων ανά στρέμμα με την εκτεταμένη καλλιέργεια, στη βόρεια Γαλλία θερίζουν συνήθως 300 ακόμη και 400, και μερικές φορές 500 λίτρα ανά στρέμμα. Η ετήσια κατανάλωση ενός ατόμου έτσι, λαμβάνεται από λιγότερο από ένα στρέμμα.
Και όσο πιο εντατική είναι η καλλιέργεια τόσο λιγότερη εργασία χρησιμοποιείται για να παραχθεί ένα λίτρο σταριού. Τα μηχανήματα αντικαθιστούν το άτομο στην προκαταρκτική εργασία και στις βελτιώσεις που απαιτούνται από τη γη – όπως η αποξήρανση, το καθάρισμα απ’ τις πέτρες – που θα διπλασιάσουν τις σοδειές στο μέλλον, μια για πάντα. Κάποιες φορές και μόνο το να κρατάς το έδαφος ελεύθερο από ζιζάνια χωρίς λίπανση, επιτρέπει σε ένα μέτριο έδαφος να παράγει εξαιρετικές σοδειές από χρόνο σε χρόνο. Έχει εφαρμοστεί για είκοσι διαδοχικά χρόνια στο Ρόθαμστεντ [Rothamstead], κοντά στο Λονδίνο.
Ας μη γράψουμε ένα ιδανικό γεωργικό αποτέλεσμα, αλλά ας ικανοποιηθούμε με μια συγκομιδή 350 λίτρων ανά στρέμμα. Αυτό δεν χρειάζεται κανένα εξαιρετικό έδαφος, αλλά κυρίως μια ορθολογική καλλιέργεια• και ας δούμε τι σημαίνει αυτό:
Τα 3.600.000 άτομα που κατοικούν στα δύο διαμερίσματα του Seine και Seine-et-Oise καταναλώνουν κάθε χρόνο για τα τρόφιμά τους λίγο λιγότερο από 700 εκατομμύρια λίτρα δημητριακών, κυρίως σιτάρι• και στην υπόθεσή μας, για να πετύχουν αυτή τη σοδειά, θα έπρεπε να καλλιεργήσουν 2.000.000 στρέμματα από τα 6.100.000 που κατέχουν. Είναι φανερό ότι δεν θα τα καλλιεργούσαν με τη τσάπα. Αυτό θα χρειαζόταν πάρα πολύ χρόνο – 24 εργάσιμες ημέρες των 5 ωρών ανά στρέμμα. Θα ήταν προτιμότερο να βελτιώσουν το έδαφος μια και καλή – να αποξηράνουν ότι πρέπει να αποξηρανθεί, να ισοπεδώσουν ότι χρειάζεται ισοπέδωση, να καθαρίσουν το έδαφος από τις πέτρες, θα ήταν ακόμη απαραίτητο να ξοδευτούν 5 εκατομμύρια μέρες των 5 ωρών σε αυτήν την προπαρασκευαστική εργασία – ένας μέσος όρος 2,5 εργάσιμων ημερών για κάθε στρέμμα.
Κατόπιν θα όργωναν με τον ατμοσκαφέα, κάτι το οποίο θα έπαιρνε τα 2/5 μιας μέρας ανά στρέμμα, και θα έδιναν άλλα 2/5 μιας μέρας για να δουλέψουν το διπλό όργωμα. Οι σπόροι θα ταξινομούνταν από τον ατμό αντί της τύχης, και θα σπέρνονταν προσεκτικά στις σειρές αντί να ρίχνονται στους τέσσερις ανέμους. Τώρα όλη αυτή η δουλειά δεν θα έπαιρνε 2,5 ημέρες των 5 ωρών ανά στρέμμα αν η εργασία γινόταν υπό καλές συνθήκες. Αλλά αν 10 εκατομμύρια εργάσιμες ημέρες δίνονταν σε καλή καλλιέργεια κατά τη διάρκεια 3 ή 4 χρόνων, το αποτέλεσμα θα ήταν αργότερα σοδειές 350 με 450 λίτρων ανά στρέμμα δουλεύοντας μόνο τον μισό χρόνο.
Δεκαπέντε εκατομμύρια εργάσιμες μέρες θα έχουν ξοδευτεί έτσι για να δώσουν ψωμί σε έναν πληθυσμό 3.600.000 κατοίκων. Και η δουλειά θα ήταν τέτοια που ο καθένας να μπορεί να την κάνει χωρίς να έχει σιδερένιους μυς, ή χωρίς να έχει δουλέψει τη γη νωρίτερα. Η πρωτοβουλία και η γενική διανομή της δουλειάς θα ερχόταν από εκείνους που ξέρουν το έδαφος. Όσον αφορά την ίδια την εργασία, δεν υπάρχει κανένας κάτοικος πόλης και των δύο φύλων τόσο εξασθενημένος ώστε να είναι ανίκανος να ελέγχει τις μηχανές και να συμβάλει το μερίδιό του στην αγροτική εργασία μετά από μαθητεία λίγων ωρών.
Λοιπόν, όταν συνειδητοποιήσουμε ότι στο σημερινό χάος υπάρχουν, σε μια πόλη όπως το Παρίσι, χωρίς να υπολογίζουμε τους άνεργους της ανώτερης τάξης, περίπου 100.000 άτομα χωρίς δουλειά στις διάφορες επιχειρήσεις τους, βλέπουμε ότι η δύναμη που χάνεται στην σημερινή οργάνωσή μας θα αρκούσε από μόνη της να δώσει, με μια ορθολογική καλλιέργεια, το απαραίτητο ψωμί στα τρία ή τέσσερα εκατομμύρια κατοίκους των δύο διαμερισμάτων.
Επαναλαμβάνουμε, αυτό δεν είναι κανένα υπερβολικό όνειρο, και δεν έχουμε μιλήσει για την αληθινά εντατική γεωργία. Δεν έχουμε στηριχθεί στο στάρι (που πέτυχε σε τρία χρόνια ο M. Hallett) του οποίου ένας κόκκος, ξαναφυτεμένος, παρήγαγε περισσότερους από 10.000 κόκκους, το οποίο θα έδινε το απαραίτητο στάρι για μια οικογένεια πέντε ατόμων σε μια περιοχή 100 τετραγωνικών μέτρων. Αντίθετα, έχουμε αναφέρει μόνο ό,τι έχει ήδη επιτευχθεί από πολυάριθμους αγρότες στη Γαλλία, την Αγγλία, το Βέλγιο, κ.λπ., και τι πρόκειται να γίνει αύριο με την εμπειρία και τη γνώση που αποκτήθηκε ήδη από την εφαρμογή της σε μεγάλη κλίμακα.
Αλλά χωρίς μια επανάσταση, ούτε αύριο, ούτε μετά από το αύριο δεν θα το δούμε να γίνεται, επειδή κάτι τέτοιο δεν βρίσκεται στα ενδιαφέροντα των γαιοκτημόνων και των κεφαλαιοκρατών• και επειδή οι αγρότες που θα έβλεπαν κέρδος από αυτό δεν έχουν ούτε τη γνώση, ούτε τα χρήματα, ούτε το χρόνο να εξασφαλίσουν ό,τι είναι απαραίτητο για να προχωρήσει.
Η παρούσα κοινωνία δεν έχει φτάσει ακόμα σε αυτό το στάδιο. Αλλά αφήστε τους Παριζιάνους να ανακηρύξουν μια Αναρχική Κομμούνα, και θα φτάσουν αναγκαστικά σε αυτό, επειδή δεν θα είναι τόσο ανόητοι ώστε να συνεχίσουν να παράγουν πολυτελή παιχνίδια (κάτι το οποίο η Βιέννη, η Βαρσοβία, και το Βερολίνο ήδη κάνουν) και να διατρέξουν τον κίνδυνο να μείνουν χωρίς ψωμί.
Επιπλέον, η αγροτική δουλειά, με τη βοήθεια των μηχανών, θα γινόταν σύντομα η ελκυστικότερη και η πιο ευχάριστη όλων των επαγγελμάτων.
“Είχαμε αρκετά κοσμήματα και αρκετά κουκλίσια ρούχα”, θα λέγανε• “είναι η ώρα για τους εργαζομένους να ανακτήσουν τη δύναμή τους στη γεωργία, να πάνε προς αναζήτηση του σφρίγους, των επιδράσεων της φύσης, της χαράς της ζωής, τα οποία έχουν ξεχάσει στα σκοτεινά εργοστάσια των προαστίων.”
Στον Μεσαίωνα ήταν περισσότερο τα Αλπικά βοσκοτόπια, παρά τα όπλα, τα οποία επέτρεψαν στους Ελβετούς να αποτινάξουν τους λόρδους και τους βασιλιάδες. Η σύγχρονη γεωργία θα επιτρέψει σε μια εξεγερμένη πόλη να ελευθερώσει τον εαυτό της από τις συνδυασμένες μπουρζουάδικες δυνάμεις.
III
Είδαμε πώς τα 3½ εκατομμύρια κάτοικοι των δύο διαμερισμάτων γύρω από το Παρίσι θα μπορούσαν να βρουν άφθονο ψωμί καλλιεργώντας μόνο το ένα τρίτο του εδάφους τους. Ας περάσουμε τώρα στην εκτροφή βοοειδών.
Οι Άγγλοι, που τρώνε πολύ κρέας, καταναλώνουν κατά μέσο όρο κάτι λιγότερο από 100 κιλά ανά ενήλικο άτομο κάθε χρόνο. Υποθέτοντας ότι όλο το κρέας που καταναλώθηκε ήταν βοδινό, αυτό μας κάνει κάτι λιγότερο από το ένα τρίτο ενός βοδιού. Ένα βόδι το χρόνο για 5 άτομα (συμπεριλαμβανομένων των παιδιών) είναι ήδη μια ικανοποιητική μερίδα. Για 3½ εκατομμύρια κατοίκους αυτό θα σήμαινε μια ετήσια κατανάλωση 700.000 βοοειδών.
Σήμερα, με το σύστημα της βόσκησης, χρειαζόμαστε τουλάχιστον 20 εκατομμύρια στρέμματα για να θρέψουμε 660.000 βοοειδή. Εντούτοις, με τις πεδιάδες που ποτίζονται μετρημένα από αναβλύζοντα νερά (όπως γίνεται τελευταία σε χιλιάδες στρέμματα στη νοτιοδυτική Γαλλία), 5 εκατομμύρια στρέμματα ήδη αρκούν. Αλλά αν η εντατική καλλιέργεια εφαρμοστεί, και καλλιεργηθούν γογγύλια για ζωοτροφές, χρειαζόμαστε μόνο το ένα τέταρτο αυτής της περιοχής, δηλαδή περίπου 1,25 εκατομμύρια στρέμματα. Και αν καταφύγουμε στο καλαμπόκι και εφαρμόσουμε ensilage (συμπίεση της ζωοτροφής ενώ είναι ακόμη πράσινη) όπως οι Άραβες, παίρνουμε αυτή τη ζωοτροφή σε μια περιοχή 880.000 στρεμμάτων.
Στα περίχωρα του Μιλάνου, όπου το νερό των υπονόμων χρησιμοποιείται για να ποτίσει τους αγρούς, λαμβάνεται ζωοτροφή για 2 με 3 κερασφόρα βοοειδή ανά 4 στρέμματα σε μια περιοχή 90.000 στρεμμάτων• και σε ορισμένους ευνοημένους αγρούς έχουν θεριστεί μέχρι 1,5 τόνο σανού σε ένα στρέμμα, η ετήσια ζωοτροφή 9 γαλακτοφόρων αγελάδων. 30 στρέμματα ανά βοοειδή απαιτούνται στα πλαίσια του συστήματος βόσκησης, και μόνο 10 στρέμματα για 9 βόδια ή αγελάδες στα πλαίσια του νέου συστήματος. Αυτές είναι οι αντιτιθέμενες άκρες στη σύγχρονη γεωργία.
Στο Γκέρνσεϋ, σε ένα σύνολο 40.000 χρησιμοποιούμενων στρεμμάτων, σχεδόν τα μισά (19.000 στρέμματα) καλύπτονται από δημητριακά και λαχανόκηπους• μόνο 21.000 στρέμματα παραμένουν ως λιβάδια. Σε αυτά τα 21.000 στρέμματα, 1.480 άλογα, 7.260 βοοειδή, 900 πρόβατα και 4.200 γουρούνια τρέφονται, κάτι που σημαίνει περισσότερα από 3 βοοειδή ανά 10 στρέμματα, χωρίς να υπολογιστούν τα πρόβατα ή τα γουρούνια. Δεν χρειάζεται να προσθέσουμε ότι η γονιμότητα του εδάφους κατασκευάζεται από φύκια και χημικά λιπάσματα.
Επιστρέφοντας στα 3½ εκατομμύρια κατοίκους που ανήκουν στο Παρίσι και τα περίχωρά του, βλέπουμε ότι η απαραίτητη γη για την εκτροφή των βοοειδών κατεβαίνει από τα 20 εκατομμύρια στρέμματα στα 880.000. Λοιπόν, ας μη σταματήσουμε στα μικρότερα νούμερα, ας πάρουμε εκείνα της συνηθισμένης εντατικής καλλιέργειας• ας προσθέσουμε γενναιόδωρα την απαραίτητη γη για τα μικρότερα βοοειδή που πρέπει να αντικαταστήσουν μερικά από τα κερασφόρα κτήνη και ας αφήσουμε 1.600.000 στρέμματα για την εκτροφή των βοοειδών – 2.000.000 εάν προτιμάτε, στα 4.100.000 στρέμματα που περισσεύουν αφότου έχει εξασφαλιστεί το ψωμί για τους ανθρώπους.
Ας είμαστε γενναιόδωροι και ας δώσουμε 5 εκατομμύρια εργάσιμες μέρες για να φέρουμε τη γη σε μια παραγωγική κατάσταση.
Αφού επομένως έχουμε απασχοληθεί σε μια πορεία ενός έτους 20 εκατομμυρίων εργάσιμων ημερών, οι μισές εκ των οποίων είναι για μόνιμες βελτιώσεις, θα έχουμε εξασφαλίσει το ψωμί και το κρέας μας, χωρίς να συμπεριλάβουμε όλο το πρόσθετο κρέας που μπορεί να έχουμε στη μορφή των πτηνών, των γουρουνιών, των κουνελιών, κ.λπ.• χωρίς να λάβουμε υπόψη ότι ένας πληθυσμός εφοδιασμένος με έξοχα λαχανικά και φρούτα καταναλώνει λιγότερο κρέας από τους Άγγλους, οι οποίοι συμπληρώνουν τις φτωχές τους προμήθειες λαχανικών με ζωικά τρόφιμα. Τώρα, πόσο από τις 20 εκατομμύρια εργάσιμες μέρες 5 ωρών αναλογούν ανά κάτοικο; Στην πραγματικότητα πολύ λίγο. Ένας πληθυσμός 3½ εκατομμυρίων πρέπει να έχει τουλάχιστον 1.200.000 ενήλικους άνδρες, και άλλες τόσες γυναίκες ικανές για δουλειά. Έτσι, λοιπόν, για να παρέχεται ψωμί και κρέας σε όλους, θα χρειαζόταν μόνο 17 μισές ημέρες εργασίας τον χρόνο ανά άτομο. Προσθέστε 3 εκατομμύρια εργάσιμες μέρες, ή διπλασιάστε αυτό το νούμερο αν θέλετε, ώστε να πάρουμε γάλα. Αυτό μας κάνει 25 εργάσιμες μέρες 5 ωρών στο σύνολο – τίποτα περισσότερο από μια μικρή ευχάριστη άσκηση στην εξοχή – για να πάρουμε τα τρία κύρια προϊόντα, το ψωμί, το κρέας και το γάλα. Τα τρία προϊόντα τα οποία, μετά την κατοικία, προκαλούν καθημερινό άγχος στα εννέα δέκατα της ανθρωπότητας.
Και όμως – δεν θα κουραστούμε να το επαναλαμβάνουμε – αυτά δεν είναι υπερβολικά όνειρα. Έχουμε πει μόνο τι έχει αποκομιστεί από την εμπειρία σε μεγάλη κλίμακα. Η γεωργία θα μπορούσε να αναδιοργανωθεί κατ’ αυτό τον τρόπο αύριο αν οι νόμοι της ιδιοκτησίας και η γενική άγνοια δεν βρίσκονταν σε αντίθεση.
Την ημέρα που το Παρίσι θα καταλάβει ότι το να ξέρεις τι τρως και πώς αυτό παράγεται είναι ένα ζήτημα δημόσιου συμφέροντος• την ημέρα που ο καθένας θα έχει καταλάβει ότι αυτά τα ζητήματα είναι απείρως σημαντικότερα από όλες τις σημερινές κοινοβουλευτικές διαμάχες – εκείνη την ημέρα η Επανάσταση θα είναι ένα τετελεσμένο γεγονός. Το Παρίσι θα πάρει στην κατοχή του τα δύο διαμερίσματα και θα τα καλλιεργήσει. Και κατόπιν ο Παριζιάνος εργάτης, αφού έχει δουλέψει το ένα τρίτο της ζωής του για να αγοράσει άσχημη και ανεπαρκή τροφή, θα την παράγει ο ίδιος, κάτω από τα τείχη του, μέσα στην περίφραξη των οχυρών του (αν αυτά υπάρχουν ακόμη), σε λίγες ώρες υγιεινής και ελκυστικής εργασίας.
Και τώρα περνάμε στα φρούτα και τα λαχανικά. Ας πάμε έξω από το Παρίσι και ας επισκεφτούμε την εγκατάσταση ενός περιβολάρη που πραγματοποιείται θαυμάσια (αγνοημένος από τους γνωστούς οικονομολόγους) λίγα μίλια από τις ακαδημίες.
Ας υποθέσουμε ότι επισκεπτόμαστε τον Μ. Ponce, συγγραφέα ενός έργου για την λαχανοκομία, ο οποίος δεν κρατάει κανένα μυστικό για αυτά που του αποφέρει η γη και που τα έχει δημοσιεύσει όλα.
Ο Μ. Ponce, και ειδικά οι εργάτες του, δουλεύουν σαν σκλάβοι. Χρησιμοποιεί οχτώ άτομα για να καλλιεργήσουν ένα αγροτεμάχιο 11 στρεμμάτων. Δουλεύουν 12, ακόμη και 15 ώρες ημερησίως, δηλαδή, τρεις φορές περισσότερο απ’ όσο χρειάζεται. Εικοσιτέσσερις από αυτούς δεν θα ήταν πολλοί. Κάτι στο οποίο ο Μ. Ponce πιθανότατα θα απαντήσει ότι δεδομένου πως καταβάλλει το φοβερό ποσό των 2.500 φράγκων ετήσιο νοίκι για τα 11 στρέμματα του εδάφους του και 2.500 φράγκα για το λίπασμα που αγοράζεται στα σακιά, είναι υποχρεωμένος να εκμεταλλευτεί. Αναμφίβολα θα απαντήσει, “Εκμεταλλευόμενος ο ίδιος, εκμεταλλεύομαι κι εγώ με τη σειρά μου”. Η εγκατάστασή του, επίσης, του έχει κοστίσει 30.000 φράγκα, εκ των οποίων βέβαια περισσότερα από τα μισά πήγαν σαν φόρος στους οκνηρούς βαρώνους της βιομηχανίας. Στην πραγματικότητα, αυτή η οργάνωση αναπαριστά το πολύ πολύ 3.000 εργάσιμες ημέρες, πιθανώς και πολύ λιγότερο.
Αλλά ας εξετάσουμε τις σοδιές του: σχεδόν 10 τόνοι καρότα, σχεδόν 10 τόνοι κρεμμύδια, ραδίκια, και μικρά λαχανικά, 6.000 κεφάλια λάχανο, 3.000 κεφάλια κουνουπίδι, 5.000 καλάθια ντομάτες, 5.000 ντουζίνες διαλεχτών φρούτων, 154.000 σαλάτες• εν ολίγοις, ένα σύνολο 123 τόνων λαχανικών και φρούτων σε 11 στρέμματα – 110 μέτρα μήκος επί 100 μέτρα πλάτος, που μας κάνει περισσότερο από 11 τόνους λαχανικά ανά στρέμμα.
Αλλά ένα άτομο δεν τρώει περισσότερο από 300 κιλά λαχανικών και φρούτων το χρόνο, και 10 στρέμματα ενός περιβολιού παράγουν αρκετά λαχανικά και φρούτα για να προμηθεύσουν πλουσιοπάροχα το τραπέζι 350 ενηλίκων κατά τη διάρκεια του έτους. Συνεπώς 24 άτομα απασχολούμενα έναν ολόκληρο χρόνο στην καλλιέργεια 11 στρεμμάτων εδάφους, και δουλεύοντας μόνο 5 ώρες την ημέρα, θα παρήγαγαν επαρκή λαχανικά και φρούτα για 350 ενηλίκους, το οποίο ισοδυναμεί με τουλάχιστον 500 άτομα.
Για να το πούμε αλλιώς: στην καλλιέργεια που χρησιμοποιεί ο Μ. Ponce – και τα αποτελέσματά του έχουν ήδη ξεπεραστεί – 350 ενήλικες πρέπει να δίνουν ο καθένας κάτι περισσότερο από 100 ώρες τον χρόνο (103) για να παράγουν τα λαχανικά και τα φρούτα που είναι απαραίτητα για 500 ανθρώπους.
Ας σημειώσουμε ότι αυτή η παραγωγή δεν είναι η εξαίρεση. Πραγματοποιείται, κάτω από τους τοίχους του Παρισιού, σε μια περιοχή 9.000 στρεμμάτων, από 5.000 περιβολάρηδες. Μόνο που αυτοί οι περιβολάρηδες σήμερα, υποβιβάζονται σε μια κατάσταση καταπονημένου ζώου, προκειμένου να πληρώσουν ένα μέσο νοίκι 200 φράγκων ανά στρέμμα.
Αλλά αυτά τα γεγονότα, τα οποία μπορούν να ελεγχθούν από τον καθένα, δεν αποδεικνύουν ότι 70.000 στρέμματα (από τα 2.100.000 που μας παραμένουν) θα αρκούσαν για να δώσουν όλα τα απαραίτητα λαχανικά, καθώς επίσης και μια γενναιόδωρη ποσότητα φρούτων στα 3½ εκατομμύρια κατοίκους των δύο διαμερισμάτων μας;
Όσον αφορά την ποσότητα της απαραίτητης εργασίας για την παραγωγή αυτών των φρούτων και λαχανικών, θα ανερχόταν σε 50 εκατομμύρια εργάσιμες μέρες 5 ωρών (50 ημέρες για κάθε αρσενικό ενήλικο), αν μετρήσουμε με τα στάνταρτ εργασίας των περιβολάρηδων. Αλλά θα μπορούσαμε να μειώσουμε αυτό το ποσό αν προσφεύγαμε στη διαδικασία που είναι της μόδας στο Τζέρσεϋ και στο Γκέρνσεϋ. Πρέπει επίσης να θυμηθούμε ότι οι περιβολάρηδες του Παρισιού αναγκάζονται να εργάζονται τόσο σκληρά επειδή κατά βάση παράγουν πρώιμα φρούτα εκτός εποχής, οι υψηλές τιμές των οποίων πρέπει να πληρώσουν τα μυθώδη νοίκια, και ότι αυτό το καλλιεργητικό σύστημα συνεπάγεται περισσότερη δουλειά απ’ όση είναι πραγματικά απαραίτητη. Ότι οι περιβολάρηδες του Παρισιού, μην έχοντας τα μέσα να κάνουν μια μεγάλη δαπάνη στους κήπους τους, είναι υποχρεωμένοι να πληρώσουν βαριά για γυαλί, ξύλο, σίδερο, κάρβουνο, να αποκομίσουν την τεχνητή θερμότητα από το λίπασμα, ενώ θα μπορούσε να υπάρχει με πολύ μικρότερο κόστος σε θερμοκήπια.
IV
Οι περιβολάρηδες, λέμε εμείς, αναγκάζονται να γίνουν μηχανές και να αποποιηθούν όλες τις απολαύσεις της ζωής, για να πετύχουν τις αξιοθαύμαστες σοδειές τους. Αυτοί οι σκαφτιάδες του σκληρού εδάφους, όμως, έχουν προσφέρει μια τεράστια υπηρεσία στην ανθρωπότητα: μας δίδαξαν πως το έδαφος μπορεί να “φτιαχτεί”.
Το “φτιάχνουν” με στρώματα κοπριάς που έχουν προηγουμένως προσφέρει την αναγκαία θερμότητα στα νεαρά φυτά και στα πρώιμα φρούτα. Και το παράγουν σε τέτοιες ποσότητες που κάθε χρόνο αναγκάζονται να πουλούν ένα μέρος του• διαφορετικά το επίπεδο των κήπων τους θα ανέβαινε 2 με 3 εκατοστά ετησίως. Το κάνουν τόσο καλά που (όπως μας διδάσκει ο Μπαράλ [Barral] στο λήμμα “λαχανοκόμοι”, στο “Λεξικό της Αγροκαλλιέργειας”) οι λαχανοκόμοι βάζουν όρο στα πρόσφατα συμβόλαιά τους να πάρουν το έδαφός τους μαζί τους όταν θα φύγουν από το χωράφι που καλλιεργούν. Το παχύ χώμα που μεταφέρεται με άμαξες, μαζί με έπιπλα και κορνίζες, να η απάντηση που οι πρακτικοί καλλιεργητές δίνουν στις περισπούδαστες μελέτες κάποιου Ρικάρντο [Ricardo], ο οποίος παρουσιάζει το ενοίκιο ως μέσον εξίσωσης των φυσικών πλεονεκτημάτων του εδάφους. “Το έδαφος αξίζει όσο αξίζει ο άνθρωπος”, αυτό είναι το σύνθημα των κηπουρών.
Κι όμως, οι περιβολάρηδες του Παρισιού και της Ρουέν καταβάλουν τριπλάσιο κόπο από τους συνάδελφους τους στο Γκέρνσεϋ ή στην Αγγλία για να έχουν τα ίδια αποτελέσματα. Εφαρμόζοντας βιομηχανικές μεθόδους στην καλλιέργεια οι τελευταίοι φτιάχνουν και το κλίμα τους κι όχι μόνο το έδαφός τους. Στην πράξη η καλλιέργεια των περιβολάρηδων βασίζεται στις εξής δύο αρχές:
1.
Φυτέψτε μέσα σε θερμοκήπιο, αναθρέψετε τα νεαρά φυτά σε πλούσιο έδαφος και εντός περιορισμένου χώρου ώστε να μπορείτε να τα περιποιείστε και να τα ξεχορταριάζετε εύκολα, ώστε να αναπτύξουν τις ρίζες τους. Κάντε, με δυο λόγια, ό,τι κάνετε και με τα ζώα: δώστε τους στοργή κατά την παιδική τους ηλικία. Και,
2. για να ωριμάσει η σοδιά πιο νωρίς, να θερμαίνετε τον αέρα και το έδαφος,καλύπτοντας τα φυτά με τζάμι (θερμοκήπιο) ή με ύφασμα και φροντίζοντας να υπάρχει στο έδαφος μια υψηλή θερμοκρασία από τη ζύμωση της κοπριάς.
Ξεχορτάριασμα και θερμοκρασία υψηλότερη από την θερμοκρασία του αέρα, ιδού η ουσία της λαχανοκομικής καλλιέργειας, αφού το έδαφος έχει “φτιαχτεί” τεχνητά.
Επίσης όπως έχουμε δει, η πρώτη απ’ αυτές τις συνθήκες ικανοποιείται πάντα στην πράξη και απλά χρειάζεται κάποιες λεπτομέρειες για να τελειοποιηθεί. Για την πραγματοποίηση της δεύτερης γίνεται να θερμάνουμε τον αέρα και το έδαφος με ζεστό νερό που θα κυκλοφορεί μέσα σε σιδερένιους σωλήνες, είτε κάτω από το έδαφος είτε στο εσωτερικό του θερμοκηπίου.
Αυτό συμβαίνει ήδη. Οι περιβολάρηδες του Παρισιού ζητούν από θερμοσίφωνες τη θερμότητα που χθες ζητούσαν από την κοπριά. Και οι Άγγλοι κηπουροί χτίζουν θερμοκήπια. Στο παρελθόν, το θερμοκήπιο αποτελούσε πολυτέλεια για τους πλούσιους. Το χρησιμοποιούσαν για να καλλιεργούν εξωτικά ή καλλωπιστικά φυτά. Σήμερα όμως η χρήση του εξαπλώνεται. Ολόκληρα στρέμματα έχουν καλυφθεί με γυαλί στα λιβάδια του Τζέρσεϋ και του Γκέρνσεϋ, χωρίς να λαμβάνουμε υπ’ όψιν τα αμέτρητα μικρά θερμοκήπια που υπάρχουν σε κάθε φάρμα και κάθε κήπο. Στα περίχωρα του Λονδίνου ολόκληρα χωράφια έχουν αρχίσει να καλύπτονται με γυαλί, και αμέτρητα άλλα κτίζονται κάθε χρόνο στα προάστια.
Και φτιάχνονται με κάθε δυνατή ποιότητα, απ’ αυτά που έχουν γρανιτένιους τοίχους μέχρι τις απλές καλύβες φτιαγμένες με καδρόνια και γυάλινα πλαίσια, και που, ακόμα και τώρα με όλο το φόρο που πληρώνουμε στους καπιταλιστές και στους μεσάζοντες, το κόστος τους δεν ξεπερνά τα 4 με 5 φράγκα το τετραγωνικό μέτρο. Μπορεί να θερμαίνονται ή να μην θερμαίνονται καθόλου• οι καλύβες αρκούν αν κάποιος δεν προσβλέπει σε πρώιμη σοδειά, και βέβαια δεν καλλιεργεί σταφύλια ή τροπικά λουλούδια, αλλά πατάτες, καρότα, φασόλια, τομάτες κ.λπ.
Έτσι ο γεωργός απεξαρτητοποιείται από τις κλιματολογικές συνθήκες. Ταυτόχρονα αποφεύγει τη σκληρή δουλειά που απαιτούν τα στρώματα κοπριάς και εξοικονομεί χρήματα μιας και χρειάζεται λιγότερη κοπριά. Επίσης εξοικονομεί και σε ανθρώπινο δυναμικό: επτά με οκτώ άνθρωποι ανά 10 στρέμματα στο θερμοκήπιο, έχουν τα ίδια αποτελέσματα με τον M. Ponce. Στο Τζέρσεϋ επτά άτομα δουλεύοντας λιγότερο από εξήντα ώρες τη βδομάδα παράγουν σε πολύ μικρές εκτάσεις, σοδειά που στο παρελθόν απαιτούσε πολλά στρέμματα γης.
Θα μπορούσαμε να δώσουμε εντυπωσιακές λεπτομέρειες σ’ αυτό το θέμα. Περιοριζόμαστε σ’ ένα και μόνο παράδειγμα. Στο Τζέρσεϋ, 34 εργάτες κι ένας κηπουρός, καλλιεργούν λίγο παραπάνω από 40 στρέμματα σε θερμοκήπιο (ή 70 άτομα που δεν αφιερώνουν παραπάνω από 5 ώρες την ημέρα) έχουν τα ακόλουθα αποτελέσματα: 25.000 κιλά σταφίδες μαζεμένες την πρώτη του Μάη, 80.000 κιλά τομάτες, 30.000 κιλά πατάτες τον Απρίλη, 6.000 κιλά αρακά και 2.000 κιλά φασόλια μαζεμένα τον Μάη–σύνολο 143.000 κιλά φρούτα και λαχανικά, χωρίς να υπολογίζουμε μια δεύτερη πολλή ισχυρή σοδειά, κάμποσα θερμοκήπια, ή ένα τεράστιο θερμοκήπιο καλλωπιστικών ή κάθε λογής μικρότερες καλλιέργειες σε απλή γη, μέσα στα θερμοκήπια.
Εκατόν σαράντα τρεις τόνοι φρούτων και λαχανικών! Αρκετά για να θρέψουν πάνω από 1.500 άτομα, για όλο το χρόνο. Και δεν απαιτεί παρά 21.000 μέρες δουλειάς–που είναι 210 ώρες ετησίως αν μοιραστούν μόνο σε χίλιους ενήλικες.
Προσθέστε την εξόρυξη 1.000 τόνων κάρβουνο (τόσο κάρβουνο χρειάζεται να καεί για να θερμανθούν 40 στρέμματα σε τέτοια θερμοκήπια), η μέση παραγωγή στην Αγγλία είναι 3 τόνοι την ημέρα (των δέκα ωρών) ανά εργάτη κι αυτό σημαίνει μια επιπλέον δουλειά έξι μ’ επτά ώρες το χρόνο για 500 ενήλικες.
Συνολικά, αν οι μισοί από τους ενήλικους κατοίκους μιας πόλης, αφιέρωναν 50 μισές μέρες το χρόνο για να καλλιεργήσουν τα καλύτερα φρούτα και λαχανικά πολυτελείας, εκτός εποχής, θα είχε η πόλη ατελείωτη προμήθεια για να τρώει όλο το χρόνο. Και θα έχουμε υπό τους ίδιους όρους διπλάσια σοδειά αν καλλιεργηθούν κανονικά λαχανικά, τα οποία, όπως έχουμε δει, σε επιχειρήσεις όπως του M. Ponce, απαιτούν 50 ημέρες δουλειάς.
Είδαμε ήδη πως υπάρχει μια τάση για το θερμοκήπιο να είναι μια απλή καλύβα καλυμμένη με γυαλί που χρησιμοποιείται σαν λαχανόκηπος. Μ’ αυτήν τη χρήση, το απλούστερο δυνατό θερμοκήπιο, χωρίς θέρμανση, ήδη δίνει αξιοθαύμαστη σοδειά–για παράδειγμα 4500 λίτρα πατάτες ανά στρέμμα, σαν πρώτη σοδειά τον Απρίλη, και μια δεύτερη και μια τρίτη σοδειά θα ακολουθήσει το καλοκαίρι λόγω της εξαιρετικά υψηλής, σχεδόν τροπικής, θερμοκρασίας που επικρατεί μέσα στο θερμοκήπιο.
Σήμερα, για να παράγει κανείς την ίδια σοδειά, 4500 λίτρα πατάτες πρέπει να οργώνει κάθε χρόνο 20 στρέμματα, να την σπείρει, να την καλλιεργήσει να την ξεχορταριάσει κοκ. Ενώ με το θερμοκήπιο ακόμα κι αν πρέπει ν’ αφιερώσουμε, στην αρχή, μισή ημέρα δουλειάς ανά τετραγωνικό μέτρο για να χτίσουμε το θερμοκήπιο, θα γλιτώσουμε αργότερα τουλάχιστον την μισή, πιθανόν και τρία τέταρτα από την ετήσια εργασία που θα απαιτούνταν προηγουμένως.
Ιδού λοιπόν τα γεγονότα. Ιδού τα αποτελέσματα που συναγάγαμε και επαληθεύσαμε, αποτελέσματα που οποιοσδήποτε μπορεί να ελέγξει και να επαληθεύσει αρκεί να επισκεφθεί τις εν λόγω καλλιέργειες. Και δεν αρκούν αυτά τα γεγονότα για να μας δώσουν μια ιδέα για το τι μπορεί ο άνθρωπος να αποκομίσει από τη γη αρκεί να την μεταχειριστεί έξυπνα;
V
Όλα όσα έχουμε εξετάσει παραπάνω, έχουν ήδη επιτυχώς δοκιμαστεί στην πράξη. Η εντατική καλλιέργεια των λιβαδιών, αρδευόμενα χωράφια, το θερμοκήπιο, η λαχανοκομική καλλιέργεια και τέλος τα καλυμμένα με γυαλί περιβόλια είναι πραγματικότητα. Επίσης όπως προείδε ο Léonce de Lavergne πριν τριάντα–τόσα χρόνια, η τάση της μοντέρνας γεωργίας είναι να περιορίζει όσο το δυνατόν τον καλλιεργούμενο χώρο, να φτιάχνει το έδαφος και τις κλιματολογικές συνθήκες, να συγκεντρώνει την εργασία και να συνδυάζει όλες τις αναγκαίες συνθήκες για την επιβίωση των φυτών.
Αυτές οι τάσεις γεννήθηκαν κυρίως από την επιθυμία να παράγουν όσο το δυνατόν περισσότερα καλλωπιστικά φυτά στο θερμοκήπιο. Αλλά αφού ανακαλύφθηκαν οι μέθοδοι της εντατικής καλλιέργειας, γενικεύθηκαν και επεκτάθηκαν και στην καλλιέργεια των κοινών οπωροκηπευτικών επιτρέποντας έτσι την παραγωγή μεγαλύτερης σοδειάς με λιγότερο κόπο και μεγαλύτερη ασφάλεια.
Στην πραγματικότητα, αφού μελετήσαμε τα πιο απλά θερμοκήπια–καλύβες στο Γκέρνσεϋ, λέμε με βεβαιότητα, παίρνοντάς τα πάντα υπ’ όψιν μας, ότι πολύ λιγότερη δουλειά χρειάζεται για να παράγουμε πατάτες στο θερμοκήπιο τον Απρίλη, παρά αν τις καλλιεργήσουμε στον ανοιχτό αέρα όπου θα χρειαζόμασταν τέσσερις φορές μεγαλύτερη έκταση με την συνεπαγόμενη αύξηση της δουλειάς που χρειάζεται για σκάψιμο, άρδευση, ξεχορτάριασμα κτλ. Ομοίως και με τη χρήση των μηχανών. Εξοικονομούμε δουλειά αν χρησιμοποιήσουμε το κατάλληλο εργαλείο, ακόμα κι αν χρειάζεται να καταβάλουμε κάποιο αρχικό ποσό για την αγορά του εργαλείου.
Μια πλήρης καταγραφή σχετικά με την καλλιέργεια κοινών λαχανικών στο θερμοκήπιο δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα. Είναι σχετικά νέα μέθοδος καλλιέργειας και χρησιμοποιείται σε περιορισμένες εκτάσεις. Έχουμε όμως την καταγραφή από 50 χρόνια καλλιέργειας σταφυλιών, ένα προϊόν πολυτελείας, και οι αριθμοί είναι αδιαμφισβήτητοι.
Στο βορρά της Αγγλίας στα σύνορα με την Σκωτία, όπου το κάρβουνο κοστίζει μόνο 4 φράγκα ο τόνος έχουν ξεκινήσει εδώ και καιρό την καλλιέργεια σταφυλιών στα θερμοκήπια. Πριν τριάντα χρόνια, αυτά τα σταφύλια, ώριμα ήδη το Γενάρη, πωλούνται από τον παραγωγό 50 φράγκα το κιλό και μεταπουλούνταν για το τραπέζι του Ναπολέοντα του 3ου, 100 φράγκα το κιλό. Σήμερα οι ίδιοι παραγωγοί τα πουλάνε μόλις 6 φράγκα το κιλό. Έτσι μας λέει ο ίδιος σ’ ένα περιοδικό κηπουρικής. Αυτή η πτώση της τιμής οφείλεται στους τόνους σταφυλιών που κατακλύζουν το Παρίσι και το Λονδίνο το Γενάρη. Λόγω του φτηνού κάρβουνου και της έξυπνης καλλιέργειας τα σταφύλια ταξιδεύουν από το βορρά στο νότο, αντίθετα από τα κοινά φρούτα. Το Μάη, τα αγγλικά σταφύλια και τα σταφύλια του Τζέρσεϋ πουλιούνται 4 φράγκα το κιλό από τους περιβολάρηδες, και ακόμα κι αυτή η πολύ χαμηλή τιμή διατηρείται, όπως κι αυτή των 100 φράγκων πριν τριάντα χρόνια, λόγω της χαλαρής παραγωγής. Τον Οκτώβρη τα σταφύλια που καλλιεργούνται σε τεράστιες ποσότητες στα περίχωρα του Λονδίνου, πάντοτε σε θερμοκήπια αλλά με λίγη τεχνητή θέρμανση, πουλιούνται στην ίδια τιμή με τα σταφύλια που καλλιεργούνται στην ανοιχτή ύπαιθρο, στους αμπελώνες της Ελβετίας ή του Ρήνου, δηλαδή για κάνα δυο δεκάρες. Και πάλι κοστίζουν δύο τρίτα παραπάνω απ’ όσο θα ‘πρεπε, λόγω της υψηλής τιμής του εδάφους, και του κόστους της εγκατάστασης και θέρμανσης για το οποίο ο καλλιεργητής πληρώνει ένα τεράστιο ποσό στον βιομήχανο και στον μεσάζοντα. Έχοντας υπ’ όψιν μας όλα αυτά, μπορούμε να πούμε ότι δεν κοστίζει σχεδόν τίποτα να έχουμε σταφύλια στο γεωγραφικό πλάτος και στο υγρό κλίμα του φθινοπωρινού Λονδίνου. Σ’ ένα προάστιο για παράδειγμα, σε μια αξιοθρήνητη καλύβα καλυμμένη με γυαλί, στηριγμένη στη μεζονέτα μας, 3 μέτρα μήκος επί 2 μέτρα πλάτος, μας έδωσε, μέσα στον Οκτώβρη, πάνω από 25 κιλά νοστιμότατα σταφύλια, επί εννέα συνεχή χρόνια. Αυτή τη σοδειά την πήραμε από ένα κλήμα ηλικίας έξι χρονών.[2] Και το κατάλυμα ήταν τόσο άθλιο που η βροχή έμπαινε μέσα! Τη νύχτα η θερμοκρασία ήταν ίδια με την θερμοκρασία του περιβάλλοντος. Ήταν φανερό ότι δεν θερμαινόταν, κάτι τέτοιο θα ήταν όσο ανώφελο θα ήταν να θερμαίνεις το δρόμο! Όσο για την περιποίηση: το κλαδεύαμε μισή ώρα το χρόνο, και ρίχναμε στη βάση του κορμού του, που ήταν φυτεμένος σε κοκκινόχωμα έξω από την καλύβα, ένα καρότσι κοπριά. Αν υπολογίσουμε από την άλλη, την φροντίδα που χρειάζονται τα σταφύλια στα όρια του Ρήνου ή στην λίμνη Λέμαν [Leman], τα αναχώματα που κατασκευάζονται στις πλαγιές των λόφων, τη μεταφορά της κοπριάς και εδάφους σε 60 με 90 μέτρα υψόμετρο, συμπεραίνουμε ότι συνολικά η δουλειά και τα έξοδα που χρειάζονται για την καλλιέργεια των σταφυλιών είναι μεγαλύτερη στην Ελβετία και στις όχθες του Ρήνου παρά στα θερμοκήπια στα προάστια του Λονδίνου.
Αυτό μπορεί να φαίνεται παράδοξο, επειδή γενικά ο κόσμος πιστεύει ότι τα κλήματα φυτρώνουν από μόνα τους στη νότια Ευρώπη, και ότι η δουλειά των αμπελουργών δεν στοιχίζει τίποτα. Αλλά οι κηπουροί και οι φυτοκόμοι όχι μόνο δεν αντιφάσκουν με μας, αλλά μας επιβεβαιώνουν. “Η πιο προσοδοφόρα καλλιέργεια είναι η αμπελουργία”, έγραψε ένας πρακτικός κηπουρός, ο επιμελητής του “Περιοδικού Φυτοκομίας της Αγγλίας”. Και βέβαια η τιμές μιλάνε από μόνες τους, όπως ξέρουμε.
Μεταφράζοντας τα παραπάνω σε κομμουνιστική γλώσσα, μπορούμε να υποστηρίξουμε πως όποιος/α αφιερώσει 20 ώρες ετησίως από τον ελεύθερο χρόνο του/της για να φροντίσει δύο ή τρία κλήματα καλυμμένα με γυαλί–δουλειά ως επί το πλείστον ευχάριστη–σε οποιοδήποτε ευρωπαϊκό κλίμα, θα μαζέψει όσα σταφύλια μπορούν να φάνε οι φίλοι του/της και η οικογένειά του/της. Κι αυτό ισχύει όχι μόνο για τα αμπέλια αλλά και για όλα τα καρποφόρα δέντρα.
Αν μία κομμούνα εφαρμόσει εντατική καλλιέργεια σε μεγάλη κλίμακα, θα έχει όσα λαχανικά και φρούτα θέλουν, ντόπια ή εξωτικά, χωρίς να χρειάζεται να αφιερώνουν παραπάνω από περίπου 10 ώρες το χρόνο ανά κάτοικο.
Στην πραγματικότητα, είναι πολύ εύκολο να επιβεβαιωθούν τα παραπάνω με ένα πείραμα. Υποθέσατε ότι 400 στρέμματα καλυμμένα με ελαφρύ έδαφος (όπως αυτό που υπάρχει στο Γουόρθινγκ [Worthing]) μετατρέπονται σε περιβόλια, καθένα με το δικό του θερμοκήπιο για να παράγουν φυτώρια και νεαρά φυτά, και η οργάνωση της όλης επιχείρησης εναποτίθεται στα έμπειρα χέρια των Γάλλων περιβολάρηδων, και των κηπουρών θερμοκηπίου του Γκέρνσεϋ ή του Γουόρθινγκ.
Βασιζόμενοι στο μέσο όρο του Τζέρσεϋ, που απαιτεί την εργασία τριών ατόμων ανά 4 στρέμματα θερμοκηπίου–που συνολικά κάνει λιγότερο από 8 600 ώρες δουλειάς το χρόνο–αυτά τα 400 στρέμματα θα χρειαζόταν γύρω στις 1 300 000 ώρες το χρόνο. Πενήντα ικανοί περιβολάρηδες θα αφιέρωναν 5 ώρες την ημέρα σ’ αυτή τη δουλειά, και η υπόλοιπη θα μπορούσε να γίνει από ερασιτέχνες, οι οποίοι πολύ σύντομα θα μάθαιναν πως να χρησιμοποιούν το φτυάρι ή πώς να περιποιούνται τα φυτά. Αλλά όπως έχουμε ήδη δει, αυτή η δουλειά θα παρήγαγε όλα τα αναγκαία φρούτα και λαχανικά για τουλάχιστον σαράντα με πενήντα χιλιάδες ανθρώπους. Ας υποθέσουμε ότι ανάμεσα σ’ αυτούς τους τελευταίους υπάρχουν 13.500 ενήλικες πρόθυμοι να δουλέψουν στα περιβόλια• τότε καθένας θα χρειαζόταν να αφιερώσει 100 ώρες δουλειάς το χρόνο, κατανεμημένη σε όλο το μήκος του χρόνου. Αυτές οι ώρες δουλειάς θα γινόταν ώρες αναψυχής ανάμεσα σε φίλους και παιδιά σε πανέμορφους κήπους, πιο όμορφους πιθανόν από τους θρυλικούς κήπους της Σεμίραμις.
Αυτός είναι ο απολογισμός της δουλειάς που χρειάζεται για να μπορούμε να τρώμε μέχρι κορεσμού φρούτα που στερούμαστε σήμερα, και να έχουμε εν αφθονία τα λαχανικά που η νοικοκυρά πρέπει να διαχειρίζεται προσεκτικά σήμερα ώστε να μπορούν οι καπιταλιστές και οι γαιοκτήμονες να πλουτίζουν. [3]
Αχ! Αν μόνο η ανθρωπότητα είχε συνείδηση του τι μπορεί να πετύχει, κι αν μόνο αυτή η συνείδηση της έδινε τη δύναμη της θέλησης!
Μόνο αν ήξερε ότι η δειλία του πνεύματος είναι η ξέρα στην οποία έχουν ναυαγήσει όλες οι επαναστάσεις μέχρι σήμερα!
VI
Μπορούμε να διακρίνουμε εύκολα τους νέους ορίζοντες που ανοίγονται στην ερχόμενη κοινωνική επανάσταση.
Κάθε φορά που μιλάμε για την επανάσταση ο (σοβαρός) εργάτης που έχει δει παιδιά να στερούνται τροφή, σουφρώνει τα φρύδια του και ρωτάει επίμονα: –“Και τι γίνεται με το ψωμί; Θα υπάρχει αρκετό για να τρώει ο καθένας ανάλογα με την όρεξή του; Και τι θα γίνει αν οι χωρικοί, αδαή εργαλεία της αντίδρασης, λιμοκτονήσουν τις πόλεις όπως οι μαύρες ορδές [bandes noires] έκαναν στην Γαλλία του 1793–τι θα κάνουμε;”
Αφήστε τους να προσπαθήσουν! Οι πόλεις θα τα καταφέρουν και χωρίς την ύπαιθρο.
Με τι λοιπόν θα απασχοληθούν οι εκατοντάδες χιλιάδες των εργατών που σήμερα ασφυκτιούν μέσα σε εργοστάσια και εργαστήρια, μόλις επανακτήσουν την ελευθερία τους; Θα συνεχίσουν να κλείνονται σε εργοστάσια και μετά την επανάσταση; Θα συνεχίσουν να φτιάχνουν αντικείμενα πολυτελείας για εξαγωγή, όταν θα βλέπουν τα αποθέματα του σιταριού τους να εξαντλούνται, το κρέας να σπανίζει και τα λαχανικά να εξαφανίζονται χωρίς να αναπληρώνονται;
Προφανώς όχι! Θα παρατήσουν την πόλη και θα πάνε στα χωράφια! Με τη βοήθεια των μηχανών που επιτρέπουν στους πιο αδύναμους από εμάς να δώσουν ένα χεράκι, θα επιφέρουν την επανάσταση στην σκλαβωμένη καλλιέργεια όπως την έφεραν στους θεσμούς και στις ιδέες.
Εδώ, εκατοντάδες στρέμματα θα καλυφθούν με γυαλί και άντρες και γυναίκες με ντελικάτα δάχτυλα, θα φροντίζουν τα νεαρά φυτά. Εκεί, εκατοντάδες άλλα στρέμματα θα οργωθούν με ατμοκίνητα αλέτρια, και θα βελτιωθούν με κοπριά ή θα εμπλουτιστούν με τεχνητό έδαφος από την κονιοποίηση βράχων. Πλήθη από χαρούμενους εποχιακούς εργάτες θα καλύψουν αυτά τα στρέμματα με σπαρτά καθοδηγούμενοι εν μέρει, στη δουλειά και στα πειράματα, από αυτούς που ξέρουν καλλιέργεια, αλλά κυρίως, από το πνεύμα, μεγαλειώδες και πρακτικό, ενός λαού που αφυπνίστηκε μετά από βαθύ ύπνο και καθοδηγείται απ’ αυτό το φωτεινό φάρο–την ευτυχία όλων.
Και μέσα σε δύο με τρεις μήνες, η πρώιμη σοδειά θα ανακουφίσει τις πιο πιεστικές ανάγκες, και θα προσφέρει τροφή σ’ ένα λαό που, μετά τόσους αιώνες αναμονής, θα μπορέσει επιτέλους να ικανοποιήσει την πείνα του σύμφωνα με την όρεξή του.
Εν τω μεταξύ, η λαϊκή ιδιοφυΐα, η ιδιοφυΐα ενός λαού που έχει ξεσηκωθεί και γνωρίζει τις ανάγκες του, θα ασχοληθεί με πειράματα για καινούργιους τρόπους καλλιέργειας, που ήδη είναι ορατές στον ορίζοντα, και που χρειάζονται μόνο το βάφτισμα της εμπειρίας για να γενικευτούν. Θα πειραματιστούν με το φως–τον άγνωστο παράγοντα που κάνει το κριθάρι να ωριμάζει σε σαράντα πέντε ημέρες στο γεωγραφικό πλάτος του Γιακούτσκ [Yakutsk]• το φως, τεχνητό ή συγκεντρωμένο, θα ανταγωνίζεται τη θερμότητα για την επιτάχυνση της ανάπτυξης των φυτών. Ένας μελλοντικός Μουσώ [Mouchot] θα εφεύρει μια μηχανή που θα κατευθύνει τις ηλιακές ακτίνες και θα τις κάνει να παράγουν έργο, ώστε να μην χρειάζεται πλέον να ψάχνουμε στα βάθη της γης την ηλιακή θερμότητα που είναι αποθηκευμένη στο κάρβουνο. Θα πειραματιστούν με την άρδευση του εδάφους με μικροοργανισμούς–μια ορθολογική ιδέα που γεννήθηκε πρόσφατα, που θα επιτρέψει τον εφοδιασμό του εδάφους με μικρά ζωντανά κύτταρα που είναι απαραίτητα στα φυτά, για να τροφοδοτούν τα φυτά που ακόμα δεν έχουν αναπτύξει ρίζες, για να διασπούν και να καθιστούν απορροφήσιμα τα δομικά συστατικά του εδάφους.
Θα πειραματιστούν … αλλά καλύτερα να σταματήσουμε εδώ προτού εισχωρήσουμε στο χώρο του μυθιστορήματος. Ας παραμείνουμε στην πραγματικότητα των επίκτητων γεγονότων. Με τις διαδικασίες καλλιέργειας ήδη εν χρήση, και ήδη νικηφόρες εναντίον του βιομηχανικού ανταγωνισμού, θα δώσουμε στον εαυτό μας άνεση και πολυτέλεια σε αντάλλαγμα ευχάριστης εργασίας. Το εγγύς μέλλον θα δείξει τι είναι πρακτικό για τις μελλοντικές κατακτήσεις, που οι πρόσφατες επιστημονικές ανακαλύψεις μας έχουν δώσει μια φευγαλέα ματιά.
Ας περιοριστούμε στην διάνοιξη του νέου δρόμου που θα συγκροτείται από την μελέτη των αναγκών και των μέσων ικανοποίησής τους.
Το μόνο πράγμα που μπορεί να λείπει από την επανάσταση είναι το θάρρος της πρωτοβουλίας.
Με τα μυαλά μας ήδη στενεμένα από το σχολείο, σκλαβωμένα από την παιδική μας ηλικία, την ενηλικίωσή μας και μέχρι τον τάφο μας, δεν τολμούμε καλά καλά ούτε να σκεφτούμε. Όταν εξετάζουμε μια νέα ιδέα, προτού εκφράσουμε μια άποψη, συμβουλευόμαστε μουχλιασμένους τόμους εκατό χρονών για να μάθουμε τι έχουν πει επί του θέματος οι αρχαίοι σοφοί. Αν δεν λείψουν κατά την επανάσταση, η τολμηρότητα της σκέψης και η πρωτοβουλία, δεν θα λείψει το φαγητό.
Απ’ όλες τις μεγαλειώδεις ημέρες της Γαλλικής Επανάστασης, η πιο όμορφη, η πιο μεγαλειώδης που θα μείνει πάντα χαραγμένη στην μνήμη μας, ήταν εκείνη η μέρα που οι αντιπρόσωποι που ΄χαν έρθει στο Παρίσι απ’ όλη τη Γαλλία, δούλεψαν με την αξίνα, για να προετοιμάσουν την γιορτή.
Εκείνη την ημέρα όλη η Γαλλία ενώθηκε: ζωογονημένη από το νέο πνεύμα, είχε ένα όραμα του μέλλοντος όπου όλοι μαζί θα δουλεύουν τη γη από κοινού.
Επίσης είναι ακριβώς μέσω αυτής της από κοινού καλλιέργειας που η χειραφετημένη κοινωνία θα ξαναβρεί την ενότητά της και θα αντιμετωπίσει τα μίση και τις καταπιέσεις που την είχαν χωρίσει.
Έχοντας για τα καλά κατανοήσει την αλληλεγγύη, αυτήν την τεράστια δύναμη που αυξάνει την ενέργεια και την δημιουργικότητα του ανθρώπου στο εκατονταπλάσιο, η νέα κοινωνία θα προχωρήσει στην κατάκτηση του μέλλοντος με όλη τη ζωντάνια και την ζωηρότητα της νεότητας.
Σταματώντας την παραγωγή για άγνωστους αγοραστές, και ψάχνοντας μέσα στην ίδια για ανάγκες και ορέξεις προς ικανοποίηση, η κοινωνία θα εγγυάται κατά πολύ την επιβίωση και την άνεση κάθε μέλους της, και ταυτόχρονα την ηθική ικανοποίηση που δίνει η δουλειά που έχει ελεύθερα επιλεγεί και ελεύθερα περατωθεί, και η ικανοποίηση μιας ζωής που δεν βαραίνει τους άλλους. Εμπνευσμένοι από μια νέα τόλμη, τροφοδοτούμενη από το αίσθημα αλληλεγγύης, θα προχωρήσουμε όλοι μαζί στην κατάκτηση των υψηλών απολαύσεων της γνώσης και της καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Μια κοινωνία εμπνευσμένη μ’ αυτόν τον τρόπο δεν θα φοβάται ούτε τις εσωτερικές διαστάσεις ούτε τους εξωτερικούς εχθρούς. Στις συμμαχίες του παρελθόντος θα αντιπαραθέσει την αγάπη της για μια νέα τάξη, την πρωτοβουλία του καθενός ξεχωριστά και όλων μαζί, και την ηράκλεια δύναμη που θα ‘ρθει από την αφύπνιση της ιδιοφυΐας της.
Μπροστά σε μια τέτοια ακατανίκητη δύναμη, οι “συνωμοτούντες βασιλείς” δεν θα μπορούν να κάνουν τίποτα. Δεν θα τους απομείνει τίποτα άλλο από το να ζευτούν στο άρμα της ανθρωπότητας, που κυλάει προς τους ορίζοντες που άνοιξε η Κοινωνική Επανάσταση.
Σημειώσεις:
[2] Η ποικιλία του κλήματος αντιπροσωπεύει την υπομονετική έρευνα κηπουρών, για τρεις γενεές. Είναι μια ποικιλία από το Αμβούργο που έχει προσαρμοστεί αξιοθαύμαστα στους ψυχρούς χειμώνες. Χρειάζεται παγωμένο έδαφος το χειμώνα για να ωριμάσει.
[3] Αθροίζοντας τις στατιστικές για την γεωργία, που δείχνουν ότι οι κάτοικοι των διαμερισμάτων του Seine και Seine-et-Oise, μπορούν άνετα να ζήσουν στην περιοχή τους αφιερώνοντας πολύ λίγο χρόνο ετησίως για την παραγωγή της τροφής τους, έχουμε:
ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑΤΑ ΤΟΥ SEINE ΚΑΙ SEINE-ET-OISE
Κάτοικοι το 1889
3,900,000
Έκταση σε στρέμματα
6,029,200
Κάτοικοι ανά στρέμμα (μέσος όρος)
0.65
Έκταση προς καλλιέργεια σε στρέμματα
Δημητριακά
1,976,000
Φυσικά και τεχνητά λιβάδια
1,976,000
Φρούτα και λαχανικά
69,200 με
100,000
Αφήνοντας για κατοικίες
δρόμους, δάση, πάρκα κλπ
1,976,000
Ετήσια εργασία απαιτούμενη για την καλλιέργεια των
παραπάνω εκτάσεων σε πεντάωρες ημέρες
Δημητριακά (καλλιέργεια και συγκομιδή)
15,000,000
Λιβάδια, γάλα, βοσκή
10,000,000
Θερμοκηπιακή καλλιέργεια
33,000,000
Επιπλέον (έξτρα)
12,000,000
Σύνολο
70,000,000