Peter Kropotkin
Η κατάκτηση του ψωμιού
Κεφάλαιο 2: Ευημερία για όλους
Η ευημερία για όλους δεν είναι ένα όνειρο. Είναι κάτι το εφικτό, χάρη σε όλα όσα έκαναν οι πρόγονοί μας για να αυξήσουν τις παραγωγικές μας δυνάμεις.
Γνωρίζουμε ότι παρόλο που οι παραγωγοί μετά βίας αποτελούν το ένα τρίτο των κατοίκων του πολιτισμένου κόσμου, παράγουν ακόμη και σήμερα ικανές ποσότητες προϊόντων, έτσι ώστε κάποιος βαθμός άνεσης μπορεί να αποδοθεί σε κάθε σπίτι. Ξέρουμε ακόμη ότι αν όλοι αυτοί που διασπαθίζουν σήμερα τους καρπούς ξένου μόχθου αναγκαζόταν να χρησιμοποιήσουν το χρόνο τους σε χρήσιμες εργασίες, τα πλούτη μας θα αυξάνονταν αναλογικά – αν όχι περισσότερο – με το νούμερο των παραγωγών. Τέλος, ξέρουμε ότι σε αντίθεση με τις διατυπωμένες από τον Μάλθους θεωρίες – αυτού του μάντη των οικονομικών της μεσαίας τάξης – οι παραγωγικές ικανότητες της ανθρωπότητας αυξάνονται με έναν πολύ ταχύτερο ρυθμό από ότι οι αναπαραγωγικές τις. Όσο πιο πυκνά συναθροίζονται οι άνθρωποι στη γη τόσο ταχύτερη είναι η ανάπτυξη της πλουτοπαραγωγικής τους δύναμης.
Έτσι παρόλο που από το 1844 ως το 1890 ο πληθυσμός της Αγγλίας έχει αυξηθεί μόνο κατά 62%, η παραγωγή της τουλάχιστον διπλασιάστηκε, τουτέστιν αυξήθηκε κατά 130%. Στη Γαλλία, όπου η αύξηση του πληθυσμού ήταν πιο αργή, η μεγέθυνση της παραγωγής είναι παρόλ’ αυτά ταχύτατη. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 8 χρόνων και παρά τις κρίσεις που περνάει συχνά η γεωργία, τον κρατικό παρεμβατισμό, τον φόρο αίματος (στρατολογία – επίταξη), το κερδοσκοπικό εμπόριο και την οικονομία, η παραγωγή σιτηρών στη Γαλλία έχει τετραπλασιαστεί και η βιομηχανική παραγωγή υπερδεκαπλασιαστεί. Στις ΗΠΑ η πρόοδος είναι ακόμη πιο εντυπωσιακή. Παρόλη τη μετανάστευση ή μάλλον ακριβώς λόγω της εισροής αυτής του Ευρωπαϊκού πλεονάσματος εργασίας, οι ΗΠΑ έχουν δεκαπλασιάσει τα πλούτη τους.
Εντούτοις, τα νούμερα αυτά δίνουν μια μικρή μόνο ιδέα του πoιός θα είναι ο πλούτος μας σε καλύτερες συνθήκες. Παράλληλα με την ταχύτατη ανάπτυξη των πλουτοπαραγωγικών μας δυνάμεων έχουμε μια καταιγιστική αύξηση της τάξης των ενδιάμεσων και μεσαζόντων. Αντί το κεφάλαιο να συγκεντρώνεται σταδιακά σε λίγα χέρια έτσι ώστε για να αναλάβει τη νόμιμη κληρονομιά της η κοινότητα να είναι απαραίτητο απλά να απαλλοτριώσει λίγους εκατομμυριούχους – αντί αυτή η Σοσιαλιστική πρόβλεψη να αποδειχθεί αληθινή, το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει: το πλήθος των παρασίτων διαρκώς αυξάνει.
Στη Γαλλία δεν αντιστοιχούν ούτε 10 ενεργοί παραγωγοί για κάθε 30 κατοίκους. Ολόκληρος ο αγροτικός πλούτος της χώρας είναι δουλειά λιγότερων από 7 εκατομμύρια ανθρώπων, ενώ στις δύο μεγάλες βιομηχανίες – ορυχεία και υφαντουργεία – θα βρεις ότι οι εργάτες αριθμούν λιγότερους από 2,5 εκατομμύρια. Αλλά πόσοι είναι αυτοί που εκμεταλλεύονται την εργασία; Στην Αγγλία (εξαιρουμένης της Σκοτίας και της Ιρλανδίας) μόνο 1 εκατομμύριο εργάτες – άντρες, γυναίκες και παιδιά – εργάζονται σε όλο το υφαντουργικό εμπόριο, κάτι περισσότερο από μισό εκατομμύριο δουλεύουν στα ορυχεία και κάτι λιγότερο από μισό εκατομμύριο καλλιεργούν τη γη. Οι στατιστικολόγοι πρέπει να φουσκώσουν όλα τα νούμερα ώστε να εμφανιστούν ένα μέγιστο 8 εκατομμυρίων παραγωγών για 26 εκατομμύρια κατοίκους. Στην πραγματικότητα αυτοί που δημιουργούν τα προϊόντα που εξάγονται από τη Βρετανία σε κάθε γωνιά της γης δεν είναι περισσότεροι από 6 ή 7 εκατομμύρια εργάτες. Και πιο είναι το σύνολο των μετόχων και των μεσαζόντων που συγκεντρώνουν τους καρπούς της πρωτογενούς εργασίας κάθε τομέα; Αυτών που συσσωρεύουν μη δεδουλευμένα κέρδη βάζοντας τον εαυτό τους ανάμεσα στον παραγωγό και τον καταναλωτή, πληρώνοντας στον πρώτο ούτε το 1/5, μπα, ούτε το 1/20 αυτού που κερδίζει από τον τελευταίο;
Και δεν είναι μόνο αυτό. Αυτοί που κατέχουν το κεφάλαιο συνεχώς μειώνουν την απόδοση συγκρατώντας την παραγωγή. Δεν χρειάζεται να μιλήσουμε για τα φορτία στρειδιών που πετιούνται στη θάλασσα ώστε να μην φτάσει στους ανθρώπους ένα νόστιμο φαγητό, το οποίο μέχρι σήμερα φυλάγεται για τους πλούσιους. Δεν χρειάζεται να μιλήσουμε για τις χίλιες και μία πολυτέλειες – υφάσματα, τρόφιμα κλπ – που αντιμετωπίζονται όπως και τα στρείδια. Αρκεί να θυμηθούμε με ποιον τρόπο η παραγωγή των πιο απαραίτητων αγαθών περιορίζεται. Λεγεώνες ανθρακωρύχων είναι έτοιμες και πρόθυμες να εξορύσσουν καθημερινά άνθρακα και να τον στέλνουν σε αυτούς που τρέμουν από το κρύο. Αλλά πολύ συχνά στο 1/3 ή ακόμη και στα 2/3 από αυτούς, απαγορεύεται να εργαστούν περισσότερο από 3 μέρες την εβδομάδα γιατί η τιμή του άνθρακα πρέπει να παραμείνει υψηλή. Σε χιλιάδες υφαντουργούς δεν επιτρέπεται να εργαστούν στους αργαλειούς, παρόλο που οι οικογένειές τους ζουν στα κουρέλια, παρόλο που τα ? του πληθυσμού της Ευρώπης δεν έχουν ένα ρούχο που να αξίζει να αποκαλείται έτσι. Εκατοντάδες υψικάμινοι, χιλιάδες εργοστάσια, θέτονται περιοδικά εκτός λειτουργίας και άλλα δουλεύουν μόνο το μισό χρόνο. Σε κάθε πολιτισμένο έθνος υπάρχει ένας μόνιμος πληθυσμός περίπου 2 εκατομμυρίων ατόμων που ζητά δουλειά και μόνο, και στον οποίο την αρνούνται.
Πόσο πρόθυμα αυτά τα εκατομμύρια άνθρωποι θα δούλευαν για να ξαναπάρουν την χέρσα γη, ή για να μετατρέψουν την ακαλλιέργητη γη σε γόνιμα χωράφια, πλούσια σε συγκομιδές! Μια χρονιά καλοσχεδιασμένου κόπου θα πενταπλασίαζε την παραγωγή των άνυδρων εδαφών της βόρειας Γαλλίας τα οποία τώρα δίνουν μόνο περίπου 8 bushel σιταριού ανά acre. Αλλά αυτοί οι άνθρωποι οι οποίοι παρ’ όλες τις δυσκολίες θα ήταν χαρούμενοι να γίνουν πρωτοπόροι σε τόσους πολλούς τομείς πλουτοπαραγωγικής δραστηριότητας, πρέπει να μένουν άπραγοι γιατί οι ιδιοκτήτες της γης, των ορυχείων και των εργοστασίων προτιμούν να επενδύσουν το κεφάλαιό τους – το οποίο έκλεψαν πρωταρχικά από την κοινότητα – σε Τούρκικα ή Αιγυπτιακά ομόλογα ή στα χρυσωρυχεία της Παταγονίας και έτσι να κάνουν τους Αιγυπτίους φελάχους, τους Ιταλούς εξόριστους και τους Κινέζους κούληδες μισθωτούς σκλάβους τους.
Τόσα πολλά για τον άμεσο και εσκεμμένο περιορισμό της παραγωγής! Αλλά υπάρχει και ένας έμμεσος, μη-προμελετημένος περιορισμός, ο οποίος συνίσταται στο ξόδεμα του ανθρώπινου μόχθου σε εντελώς άχρηστα ή προορισμένα για την ικανοποίηση και μόνο της κουτής ματαιοδοξίας των πλουσίων αντικείμενα.
Είναι αδύνατο να υπολογιστεί με αριθμούς σε ποιον βαθμό ο πλούτος περιορίζεται με έμμεσους τρόπους, σε ποιο βαθμό γίνεται σπατάλη ενέργειας, ενώ θα μπορούσε να χρησιμεύσει για την παραγωγή και πάνω απ’ όλα να προετοιμάσει τα απαραίτητα για αυτήν μηχανήματα. Αρκεί να αναφερθούν τα τεράστια ποσά που ξοδεύονται από την Ευρώπη σε εξοπλισμούς, με μοναδικό στόχο την απόκτηση ελέγχου στις αγορές, έτσι ώστε να σπρωχτούνε τα δικά της εμπορικά στάνταρτ στις γειτονικές περιοχές και να κάνουν ευκολότερη την εκμετάλλευση στην ίδια. Τα εκατομμύρια που πληρώνονται κάθε χρόνο σε κάθε λογής υπαλλήλους που η μόνη λειτουργία που επιτελούν είναι η διατήρηση των δικαιωμάτων των μειοψηφιών – το δικαίωμα λίγων πλούσιων ανθρώπων να χειρίζονται την οικονομική δραστηριότητα τους έθνους. Τα εκατομμύρια που ξοδεύονται σε δικαστές, φυλακές, αστυνόμους και όλα τα σύνεργα της αποκαλούμενης δικαιοσύνης – ξοδεμένα χωρίς σκοπό, γιατί ξέρουμε ότι κάθε ανακούφιση, όσο ασήμαντη κι αν είναι, της αθλιότητας στις μεγάλες πόλεις μας ακολουθείται από μια εξαιρετικά αξιοσημείωτη μείωση του εγκλήματος. Τέλος, τα εκατομμύρια που ξοδεύονται για τη διάδοση ολέθριων θεωριών-δογμάτων μέσω του τύπου και ειδήσεων που «μαγειρεύτηκαν» για χάρη αυτού ή του άλλου κόμματος, αυτού του πολιτικού ή εκείνης της εταιρίας εκμεταλλευτών.
Αλλά εκτός αυτού, πρέπει να πάρουμε υπόψιν μας όλη την εργασία που πηγαίνει χαμένη για να συντηρεί τους στάβλους, τα σπίτια των σκύλων και τους ακόλουθους των πλούσιων για παράδειγμα. Για να υποθάλπονται τα καπρίτσια της κοινωνίας και τα διεφθαρμένα γούστα του μοντέρνου όχλου. Για να υποχρεώνεται ο καταναλωτής από τη μια να αγοράζει ότι δεν χρειάζεται ή να του φορτώσουν ένα κατώτερο εμπόρευμα με τη βοήθεια υπερβολικής διαφήμισης και να παράγει από την άλλη εμπορεύματα τα οποία είναι απολύτως εξευτελιστικά αλλά κερδοφόρα για τον κατασκευαστή. Αυτό που σπαταλιέται με αυτόν τον τρόπο θα ήταν αρκετό για να διπλασιάσει τον πραγματικό μας πλούτο ή για να εφοδιαστούν οι μύλοι και τα εργοστάσιά μας με μηχανήματα τα οποία σύντομα θα πλημμύριζαν τα καταστήματα με όλα αυτά που σήμερα λείπουν από τα 2/3 του έθνους. Με το σημερινό σύστημα, το ένα τέταρτο των παραγωγών κάθε έθνους αναγκάζεται να μην εργάζεται για 3 ή 4 μήνες το χρόνο ενώ η εργασία άλλου ενός τετάρτου, αν όχι του μισού των παραγωγών, δεν δίνει τίποτα καλύτερο από τη διασκέδαση των πλούσιων ή την εκμετάλλευση του λαού.
Ας εξετάσει κάποιος από τη μια την ταχύτητα με την οποία τα πολιτισμένα έθνη αυξάνουν τις δυνάμεις παραγωγής τους και από την άλλη τα άμεσα ή έμμεσα όρια που τίθενται σε αυτή την παραγωγή από τις υπάρχουσες συνθήκες. Δεν μπορεί παρά να συμπεράνει ότι ένα οικονομικό σύστημα ελαφρός πιο φωτισμένο θα επέτρεπε να συσσωρεύσουν σε λίγα χρόνια τόσα πολλά χρήσιμα αγαθά ώστε θα αναγκαζόταν να ουρλιάξει «Αρκετά! Έχουμε αρκετό κάρβουνο και ψωμί και ρούχα! Ας ξεκουραστούμε και ας εξετάσουμε τον καλύτερο τρόπο να χρησιμοποιήσουμε τις δυνάμεις μας, πώς θα χρησιμοποιήσουμε καλύτερα τον χρόνο μας.»
Όχι, η ευημερία για όλους δεν είναι ένα όνειρο – αν και ήταν πράγματι ένα όνειρο την εποχή που ο άνθρωπος, παρ’ όλους τους κόπους του, με το ζόρι κέρδιζε 1 μόδι σταριού από ένα acres γης και έπρεπε να πλάσει με τα χέρια του όλα τα εργαλεία που χρησιμοποιούσε στη γεωργία και τη βιομηχανία. Σήμερα δεν είναι πια ένα όνειρο, γιατί ο άνθρωπος έχει εφεύρει μια μηχανή η οποία με λίγο σίδερο και μερικές λίβρες κάρβουνο του δίνει εξουσία σε ένα πράγμα ισχυρό και υπάκουο σαν άλογο, ικανό να θέτει τα πιο περίεργα μηχανήματα σε κίνηση.
Αλλά αν η ευημερία για όλους πρόκειται να πραγματοποιηθεί, αυτό το τεράστιο κεφάλαιο – πόλεις, σπίτια, λιβάδια, καλλιεργήσιμες εκτάσεις, εργοστάσια, δρόμοι, εκπαίδευση – πρέπει να πάψει να θεωρείται ιδιωτική ιδιοκτησία και αυτός που το θεωρεί μονοπώλιό του να χάσει τις ανέσεις του.
Αυτό το πλούσιο κληροδότημα, κερδισμένο με πόνο, χτισμένο, πλασμένο ή εφευρεμένο από τους προγόνους μας, πρέπει να γίνει κοινή ιδιοκτησία, έτσι ώστε τα συλλογικά συμφέροντα των ανθρώπων να μπορούν να κερδίσουν από αυτό το μέγιστο καλό για όλους.
Πρέπει να γίνει ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗ. Η ευημερία για όλους – ο σκοπός, η απαλλοτρίωση – το μέσο.
ΙΙ
ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗ, αυτό είναι λοιπόν το ζήτημα που η Ιστορία έθεσε ενώπιον των ανθρώπων του 20^ου αιώνα: η επιστροφή στον Κομμουνισμό για όλους όσους βοηθούν για την ευημερία του ανθρώπου.
Αλλά αυτό το πρόβλημα δεν μπορεί να λυθεί μέσω νομοθεσίας. Κανένας δεν πιστεύει κάτι τέτοιο. Οι φτωχοί, όχι σε μικρότερο βαθμό από τους πλούσιους, καταλαβαίνουν ότι ούτε οι υπάρχουσες Κυβερνήσεις, ούτε καμία που ίσως αναδυθεί (προκύψει) από πιθανές πολιτικές αλλαγές θα είναι σε θέση να βρει μια λύση. Αισθανόμαστε την ανάγκη μιας κοινωνικής επανάστασης: πλούσιοι και φτωχοί αναγνωρίζουν ότι αυτή η επανάσταση βρίσκεται μπροστά μας, ότι ίσως ξεσπάσει σε πολύ λίγα χρόνια.
Μια μεγάλη αλλαγή στη σκέψη ολοκληρώθηκε στη διάρκεια του τελευταίου μισού του 19^ου αιώνα. Αλλά το νέο αυτό πνεύμα, καταπιεσμένο καθώς ήταν από την τάξη των ιδιοκτητών (γαιοκτημόνων) και καθώς δεν του επιτράπηκε η φυσική ανάπτυξη, πρέπει τώρα να σπάσει τα δεσμά του βίαια και να χειραφετηθεί με μια επανάσταση.
Από πού έρχεται η επανάσταση και πως αναγγέλλει τον ερχομό της; Κανένας δεν μπορεί να απαντήσει σε αυτές τις ερωτήσεις. Το μέλλον μας είναι κρυφό. Αλλά αυτοί που βλέπουν και σκέπτονται δεν παρερμηνεύουν τα σημάδια: εργάτες και εκμεταλλευτές, Επαναστάτες και Συντηρητικοί, φιλόσοφοι και άνθρωποι της δράσης, όλοι νιώθουν ότι η επανάσταση είναι μπροστά στη πόρτα μας. Πολύ ωραία! Αλλά τι να κάνουμε εμείς όταν ξεσπάσει η καταιγίδα;
Έχουμε όλοι μας μελετήσει τόσο πολύ τη συνταρακτική-δραματική πλευρά της επανάστασης και τόσο λίγο την πρακτική δουλειά της, ώστε είμαστε ικανοί να δούμε μόνο τα σκηνικά, ας πούμε, αποτελέσματα αυτών των μεγάλων κινημάτων: τις μάχες των πρώτων ημερών, τα οδοφράγματα. Αλλά αυτή η μάχη, αυτή η πρώτη αψιμαχία, σύντομα τελειώνει. Και μόνο μετά από αυτή τη συντριβή της παλιάς κατάστασης μπορεί να ειπωθεί ότι ξεκινάει η αληθινή δουλειά της επανάστασης.
Καταβεβλημένοι και αδύναμοι, δεχόμενοι επίθεση απ’ όλες τις πλευρές, οι παλιοί κυβερνήτες σύντομα σαρώνονται από την πνοή της εξέγερσης. Σε λίγες μέρες η μοναρχία της μεσαίας τάξης του 1848 δεν υπήρχε πια και καθώς ο Louis Philippe εξασφάλιζε τη διαφυγή του με μια άμαξα, το Παρίσι είχε ήδη ξεχάσει τον «Πολίτη Βασιλιά». Η κυβέρνηση του Θιέρσου εξαφανίστηκε μέσα σε λίγες ώρες στις 18 του Μάρτη του 1871, αφήνοντας το Παρίσι να κυριαρχήσει στην τύχη του. Το 1848 και 1871 παρέμειναν απλώς εξεγέρσεις. Πριν από τη λαϊκή επανάσταση οι άρχοντες της «Παλιάς τάξης» εξαφανίστηκαν με εκπληκτική ταχύτητα. Οι υποστηρικτές τους ταξίδευαν στη χώρα, για να συνωμοτήσουν αλλού με ασφάλεια και να μηχανευτούν μέτρα για την επιστροφή τους.
Η προηγούμενη Κυβέρνηση έχει εξαφανιστεί, ο στρατός διστάζοντας μπροστά στη τάση της κοινής γνώμης δεν υπακούει πια στους διοικητές του, που επίσης προνοητικά τα μάζεψαν και φύγαν. Οι φαντάροι δεν παρεμβαίνουν ή ενώνονται με τους εξεγερμένους. Η αστυνομία, στέκεται σε αναμονή, αναποφάσιστη ανάμεσα στο να ξυλοφορτώσει το πλήθος ή να φωνάζει: «Ζήτω η Κομμούνα!» καθώς κάποιοι αποσύρονται από τις θέσεις μάχης «περιμένοντας τις επιθυμίες της νέας κυβέρνησης». Οι εύποροι πολίτες πακετάρουν τα μπαούλα τους και φεύγουν σε πιο ασφαλή μέρη. Ο λαός παραμένει. Έτσι ξεκινάει μια επανάσταση. Σε πολλές μεγάλες πόλεις διακηρύσσεται η Κομμούνα. Στους δρόμους χιλιάδες άνθρωποι περιπλανιούνται. Το βράδυ συγκεντρώνονται σε προχειροφτιαγμένες ομάδες και αναρωτιούνται «Τι θα κάνουμε τώρα;», συζητώντας φλογερά τα δημόσια ζητήματα για τα οποία όλοι ενδιαφέρονται. Αυτοί που χθες ήταν οι πιο αδιάφοροι είναι ίσως οι πιο ενθουσιώδης. Παντού υπάρχει άφθονη φιλικότητα (καλή διάθεση) και μια έντονη επιθυμία να οριστικοποιηθεί η νίκη. Είναι μια στιγμή υπέρτατης αφοσίωσης. Οι άνθρωποι είναι έτοιμοι να προχωρήσουν.
Όλα αυτά είναι λαμπρά και θαυμάσια, αλλά δεν είναι ακόμη επανάσταση. Όχι, μόλις τώρα η δουλειά των επαναστατών ξεκινά.
Αναμφίβολα η δίψα για εκδίκηση θα ικανοποιηθεί. Οι Watrins και οι Thomases θα πληρώσουν την ποινή της αντιδημοτικότητάς τους αλλά αυτό είναι μόνο μια στιγμή του αγώνα και όχι μια επανάσταση.
Σοσιαλιστές πολιτικοί, ριζοσπάστες, παραμελημένες ιδιοφυΐες της δημοσιογραφίας, ρήτορες του δρόμου, πολίτες της μεσαίας τάξης και εργαζόμενοι βιάζονται να πάρουν τις άδειες θέσεις στο Δημαρχείο και τα Κυβερνητικά γραφεία. Κάποιοι ικανοποιούν τις καρδιές τους με γαλόνια, θαυμάζουν τους εαυτούς τους στους υπουργικούς καθρέπτες και ετοιμάζονται να δώσουν διαταγές με έναν αέρα σπουδαιότητας, όπως πρέπει στη νέα τους θέση. Πρέπει να έχουν μια κόκκινη ζώνη, μια κεντημένη κάπα και επιβλητικές χειρονομίες για να εντυπωσιάσουν τους συντρόφους τους στο γραφείο ή το εργαστήριο! Άλλοι χώνονται σε επίσημες εφημερίδες, προσπαθώντας, με τις καλύτερες προθέσεις να γίνουν η κεφαλή ή η ουρά τους. Συνθέτουν νόμους και εκδίδουν πομπώδη συνθηματικά διατάγματα που κανένας δεν μπαίνει στο κόπο να προσέξει – γιατί η επανάσταση έχει έρθει. Για να δώσουν στον εαυτό τους μια εξουσία που δεν έχουν επιδιώκουν την αναγνώριση-επικύρωση των παλιών μορφών κυβέρνησης. Παίρνουν τα ονόματα της «Προσωρινής Κυβέρνησης», «Επιτροπής Δημόσιας Ασφάλειας», «Δήμαρχος», «Κυβερνήτης του Δημαρχείου», «Επίτροπος Δημοσίου Συμφέροντος», και τι δεν παίρνουν. Εκλεγμένοι ή ανακηρυγμένοι δια βοής, συγκεντρώνονται στις Επιτροπές ή στα Κοινοτικά Συμβούλια. Αυτά τα σώματα περιλαμβάνουν ανθρώπους 10 ή 20 διαφορετικών σχολών οι οποίες, αν δεν είναι ακριβώς «ιδιωτικά παρεκκλήσια», είναι τουλάχιστον τόσες πολλές οι σέχτες που αντιπροσωπεύουν, όσοι είναι και οι τρόποι που βλέπουν τις ευκαιρίες, την κατεύθυνση και τον σκοπό της επανάστασης. Ρεαλιστές, Κολεκτιβιστές, Ριζοσπάστες, Ιακωβίνοι, Μπλανκιστές, σπρώχνονται μεταξύ τους και χάνουν το χρόνο τους σε φλύαρες εχθροπραξίες. Τίμιοι άνθρωποι έρχονται σε επαφή με φιλόδοξους, το μόνο όνειρο των οποίων είναι η εξουσία και που απορρίπτουν το πλήθος απ’ το οποίο αναδύθηκαν. Βρίσκονται μαζί με διαμετρικά αντίθετες απόψεις και αναγκάζονται να συνάψουν αυθαίρετες συμμαχίες ώστε να δημιουργήσουν πλειοψηφίες της μιας μέρας. Λογομαχούν, αποκαλώντας ο ένας τον άλλο αντιδραστικό, εξουσιαστή και καθάρμα, ανίκανοι να συνεννοηθούν για οποιοδήποτε σοβαρό μέτρο. Σέρνονται σε συζήτηση για μικροπράγματα, χωρίς να παράγουν τίποτα καλύτερο από στομφώδεις προκηρύξεις. Παίρνουν τους εαυτούς τους στα σοβαρά χωρίς να έχουν επίγνωση ότι η πραγματική δύναμη του κινήματος είναι στους δρόμους. Όλα αυτά ίσως είναι ευχάριστα για όσους αγαπούν το θέατρο αλλά δεν είναι επανάσταση. Τίποτα ακόμη δεν έχει σιγουρευτεί. Εν τω μεταξύ οι άνθρωποι υποφέρουν. Τα εργοστάσια είναι εκτός λειτουργίας, τα εργαστήρια κλειστά, η βιομηχανία σε κατάσταση αναμονής. Ο εργαζόμενος δεν κερδίζει ούτε την πενιχρή αμοιβή που είχε πριν. Οι τιμές των τροφίμων ανεβαίνουν. Με την ηρωική αφοσίωση που τους χαρακτήριζε πάντα και η οποία σε μεγάλες κρίσεις φτάνει σε θαυμαστά όρια, οι άνθρωποι περιμένουν υπομονετικά. «Θέτουμε αυτούς τους 3 μήνες ανάγκης στην υπηρεσία της δημοκρατίας» είπαν το 1848, καθώς οι «αντιπρόσωποί τους» και οι κύριοι της νέας κυβέρνησης, down to the meanest Jack-in-office, έπαιρναν κανονικά τον μισθό τους.
Οι άνθρωποι υποφέρουν. Με μια παιδιάστικη πίστη, με την καλή πίστη των μαζών που πιστεύουν στους ηγέτες τους, νομίζουν ότι «εκεί», στη Βουλή, στο Δημαρχείο, στην Επιτροπή Δημόσιας Ασφάλειας, αποφασίζεται η ευημερία τους. Αλλά «εκεί» συζητούν για το κάθε τι κάτω απ’ τον ήλιο εκτός από την ευημερία των ανθρώπων. Το 1793, καθώς η πείνα ερήμωνε τη Γαλλία και ακρωτηρίαζε την Επανάσταση, ενώ οι άνθρωποι ρίχνοντας στα βάθη της μιζέριας, ενώ το Champs Elysse ευθυγραμμίστηκε με πολυτελή οχήματα όπου οι γυναίκες επιδείκνυαν τα κοσμήματά και τα μεγαλεία τους {?}, ο Ροβεσπιέρος πίεζε τους Ιακωβίνους να συζητήσουν την πραμάτειά του για το Αγγλικό Σύνταγμα.
Ενώ οι εργαζόμενοι υπέφεραν το 1848 από το γενικό σταμάτημα του εμπορίου η Προσωρινή Κυβέρνηση και η Βουλή λογομαχούσαν για τις στρατιωτικές συντάξεις και την εργασία στις φυλακές, χωρίς να ενοχληθούν για το πώς θα ζήσουν οι άνθρωποι κατά τη διάρκεια της κρίσης. Και αν μπορούσε κάποιος να κατηγορήσει την Παρισινή Κομμούνα, η οποία γεννήθηκε κάτω από τα Πρωσικά κανόνια και κράτησε μόνο 70 μέρες, θα ήταν για το ίδιο λάθος – αυτή την αποτυχία των Κομμουνάρων να καταλάβουν ότι η Επανάσταση δεν θα θριαμβεύσει εκτός εάν αυτοί που αγωνίζονται με το μέρος της είναι χορτάτοι. Ότι με 15 πένες την ημέρα ένας άνθρωπος δεν μπορεί να αγωνιστεί στα οδοφράγματα και την ίδια στιγμή να στηρίξει μια οικογένεια.
Οι άνθρωποι υποφέρουν και λένε: «Πώς να βρούμε την έξοδο από αυτές τις δυσκολίες;»
ΙΙΙ
Εμείς πιστεύουμε ότι μόνο μια απάντηση υπάρχει σε αυτή την ερώτηση. Πρέπει να αναγνωρίσουμε και να διακηρύξουμε δυνατά ότι ο καθένας, οποιοσδήποτε κι αν ήταν ο βαθμός του στην παλιά κοινωνία, ισχυρός ή αδύνατος, ικανός ή ανίκανος, έχει πριν απ’ όλα ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΝΑ ΖΗΣΕΙ. Ότι η κοινωνία είναι υποχρεωμένη να μοιράσει μεταξύ όλων, χωρίς εξαίρεση, τα μέσα της επιβίωσης που έχει στη διάθεσή της. Πρέπει να το αναγνωρίσουμε αυτό, να το διακηρύξουμε μεγαλόφωνα και να ενεργήσουμε προς αυτή τη κατεύθυνση.
Πρέπει να τα καταφέρουμε έτσι ώστε από την πρώτη μέρα της επανάστασης οι εργάτες να γνωρίζουν ότι μια νέα εποχή ανοίγεται μπροστά τους. Ότι από δω και στο εξής κανείς δεν χρειάζεται να μένει κάτω από τις γέφυρες, δίπλα σε παλάτια. Ότι κανείς δεν χρειάζεται να νηστεύει-πεινάει ανάμεσα σε φαγητά, κανένας δεν χρειάζεται να πεθαίνει απ’ το κρύο δίπλα σε μαγαζιά γεμάτα γούνες. Ότι στην πράξη όπως και στη θεωρία όλα είναι για όλους και ότι επιτέλους για πρώτη φορά στην ιστορία έχει ολοκληρωθεί μια επανάσταση που σκέφτεται τις ΑΝΑΓΚΕΣ των ανθρώπων πριν τους εκπαιδεύσει στα ΚΑΘΗΚΟΝΤΆ τους.
Αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί με νομοθετικές πράξεις, αλλά μόνο παίρνοντας άμεσα και αποτελεσματικά την κατοχή όλων των απαραίτητων για την εξασφάλιση της ευημερίας όλων. Αυτός είναι ο μόνος πραγματικά επιστημονικός τρόπος να εργαστούμε, ο μόνος τρόπος που γίνεται κατανοητός και επιθυμητός από τις ανθρώπινες μάζες. Πρέπει να πάρουμε υπό την κατοχή μας στο όνομα του λαού τους σιτοβολώνες, τα γεμάτα ρουχισμό μαγαζιά και τα σπίτια κατοικίας. Τίποτα δεν πρέπει να πάει χαμένο. Πρέπει να οργανωθούμε χωρίς καθυστέρηση για να θρέψουμε τους πεινασμένους, να ικανοποιήσουμε όλες τις επιθυμίες και τις ανάγκες, να παράγουμε – όχι προς όφελος του ενός ή του άλλου – αλλά για να εξασφαλίσουμε ότι η κοινωνία σαν σύνολο θα ζήσει και θα αναπτυχθεί.
Αρκετά με τις διφορούμενες έννοιες όπως «το δικαίωμα στην εργασία», με το οποίο οι άνθρωποι παραπλανήθηκαν το 1848 και το οποίο ακόμη χρησιμοποιείται για να τους παραπλανήσει. Ας έχουμε το θάρρος να αναγνωρίσουμε ότι η ευημερία για όλους, η οποία είναι πια εφικτή, πρέπει να πραγματοποιηθεί.
Όταν οι εργάτες απαίτησαν το δικαίωμα στην εργασία το 1848, εθνικά και δημοτικά εργαστήρια οργανώθηκαν και οι εργαζόμενοι στάλθηκαν να δουλέψουν σκληρά εκεί για το ποσό του 1s και 8d την ημέρα! Όταν ζήτησαν να οργανωθεί η εργασία, η απάντηση ήταν: «Υπομονή φίλοι, η Κυβέρνηση θα το εξετάσει, ταυτόχρονα εδώ είναι το 1s και 8d. Ξεκουραστείτε τώρα, γενναίοι δουλευτές, αφού αγωνιστήκατε όλη σας τη ζωή για το φαΐ!» Την ίδια ώρα τα κανόνια ετοιμάζονταν, οι εφεδρείες κλήθηκαν για επέμβαση και οι ίδιοι οι εργάτες αποδιοργανώθηκαν με τους χίλιους τρόπους που γνωρίζει η μεσαία τάξη. Ώσπου μια ωραία μέρα τους είπαν να πάνε άποικοι στην Αφρική ή θα τουφεκιστούν.
Πολύ διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα αν οι εργάτες ζητούσαν το δικαίωμα στην ευημερία! Απαιτώντας αυτό το δικαίωμα απαιτούν το δικαίωμα να κατέχουν τον πλούτο της κοινότητας. Να πάρουν τα σπίτια για να κατοικήσουν ανάλογα με τις ανάγκες της κάθε οικογένειας, να καταλάβουν τα μαγαζιά τροφίμων και να μάθουν τι σημαίνει αφθονία, αφού έχουν μάθει τόσο καλά την πείνα. Διακηρύσσουν το δικαίωμά τους σε όλο τον πλούτο – τους καρπούς της δουλειάς των προηγούμενων και τωρινών γενιών – και μαθαίνουν με τη βοήθειά του να απολαμβάνουν τις υψηλές απολαύσεις της τέχνης και της επιστήμης που μονοπωλήθηκαν για τόσο πολύ καιρό από τις μεσαίες τάξεις.
Και καθώς διεκδικούν το δικαίωμά τους να ζήσουν με άνεση, διεκδικούν αυτό που είναι το πιο σημαντικό, το δικαίωμά τους να αποφασίζουν οι ίδιοι ποια θα είναι αυτή η άνεση, τι πρέπει να παραχθεί για να την εξασφαλίσει και τι απορρίπτεται ως μη έχων πια αξία.
Το «δικαίωμα στην ευημερία» σημαίνει τη δυνατότητα να ζήσεις σαν άνθρωπος και να φέρεις παιδιά που θα είναι μέλη μιας κοινωνίας καλύτερης απ’ τη δικιά μας, ενώ το «δικαίωμα στην εργασία» σημαίνει μόνο το δικαίωμα να είσαι πάντα μισθωτός σκλάβος, ένας δουλευτής, κυβερνώμενος και εκμεταλλευόμενος από τη μελλοντική μεσαία τάξη. Το δικαίωμα στην ευημερία είναι η Κοινωνική Επανάσταση, το δικαίωμα στην εργασία δεν σημαίνει τίποτα παραπάνω από το δέσιμο στον τροχό της εμπορευματικής κοινωνίας. Ήρθε η ώρα ο εργάτης να διεκδικήσει το δικαίωμά του στην κοινή κληρονομιά και να εισβάλει στα κτήματα.
Εναλλακτική Μετάφραση