Η κατάκτηση του ψωμιού Κεφάλαιο 5: Διατροφή

Peter Kropotkin

Η κατάκτηση του ψωμιού

Κεφάλαιο 5: Διατροφή

Ι

Εάν η Επανάσταση που έρχεται είναι κοινωνική, θα διακρίνεται από τις προηγούμενες όχι μόνο ως προς το σκοπό της αλλά και ως προς τις μεθόδους της. Οποιοσδήποτε καινούργιος σκοπός απαιτεί και καινούργιες μεθόδους.

Τα τρία μεγάλα λαϊκά κινήματα, που είδαμε στη Γαλλία κατά τη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα, διαφέρουν σε πολλά μεταξύ τους. Έχουν όμως ένα κοινό χαρακτηριστικό.

Ο λαός μάχεται για ανατρέψει το παλιό καθεστώς, χύνει το αίμα του και, αφού σπάσει τη θηλιά από το λαιμό του, αποσύρεται από τις εξελίξεις. Σχηματίζεται μια κυβέρνηση, απαρτιζόμενη από ανθρώπους λιγότερο ή περισσότερο έντιμους, και αναλαμβάνει να οργανώσει τη δημοκρατία, το 1793, την εργασία, το 1848, και την ελεύθερη Κομμούνα, το 1871.

Αυτή η κυβέρνηση, διαποτισμένη από τις ιδέες των Ιακωβίνων, ασχολείται πάνω απ’ όλα με πολιτικά ζητήματα: την αναδιοργάνωση της κρατικής μηχανής, την κάθαρση των δημόσιων υπηρεσιών, τον διαχωρισμό της εκκλησίας από το κράτος, τα πολιτικά δικαιώματα και ούτω καθεξής.

Τα εργατικά σωματεία επιτηρούν τη νέα κυβέρνηση και συχνά επιβάλλουν τις απόψεις τους. Όμως, ακόμα και μέσα σε αυτά τα σωματεία, όπου οι εκπρόσωποι είναι όχι μόνο αστοί αλλά και εργάτες, πάντα επικρατεί η αστική άποψη. Τα πολιτικά ζητήματα συζητούνται ευρέως, αλλά το ζήτημα του ψωμιού ξεχνιέται.

Μεγάλες ιδέες εμφανίστηκαν εκείνη την εποχή, ιδέες που αναστάτωσαν τον κόσμο. Εκφωνήθηκαν λόγοι που ακόμα και σήμερα, έναν αιώνα μετά, ραγίζουν τις καρδιές μας.

Αλλά το ψωμί έλειπε από τις φτωχογειτονιές.

Αναπόφευκτα, κάθε φορά που εκδηλωνόταν η Επανάσταση, η βιομηχανική παραγωγή διακοπτόταν. Η κυκλοφορία των αγαθών σταματούσε και το κεφάλαιο κρυβόταν. Ο εργοδότης δεν είχε τίποτα να φοβηθεί εκείνους τους καιρούς: όταν δεν κερδοσκοπούσε με την αθλιότητα, ζούσε από τα μερίσματά του. Ο μισθωτός όμως αναγκαζόταν να ζει μεροδούλι μεροφάι. Η πείνα ήταν προ των θυρών.

Η εξαθλίωση έκανε την εμφάνισή της–όμοιά της δεν είχαμε δει ούτε με το παλιό καθεστώς.

“Οι Γιρονδίνοι μας παίρνουν το ψωμί!” ήταν η φράση που ακουγόταν στις φτωχογειτονιές το 1793. Και κόψανε τα κεφάλια των Γιρονδίνων και δώσανε πλήρη εξουσία στο “Βουνό” [“Montagne”] και στην Παρισινή Κομμούνα. Πραγματικά, η Κομμούνα ασχολήθηκε με το ζήτημα του ψωμιού και κατέβαλε ηρωικές προσπάθειες για να θρέψει το Παρίσι. O Φουσέ [Fouch\’e] και ο Κολ ντ’ Ερμπουά [Collot d’Herbois] δημιούργησαν αποθήκες αγαθών στη Λιόν, αλλά διέθεταν μηδαμινούς πόρους για να τις γεμίσουν. Οι δημοτικές αρχές πάσχιζαν να βρουν σιτάρι και απαγχόνιζαν τους αρτοπώλες που μονοπωλούσαν τα άλευρα, το ψωμί ωστόσο εξακολουθούσε να λείπει.

Μετά στράφηκαν στους βασιλικούς συνωμότες και αποκεφάλιζαν δέκα με δεκαπέντε την ημέρα, υπηρέτριες και δούκισσες αδιακρίτως, κυρίως όμως υπηρέτριες, διότι οι δούκισσες ήταν στην Κομπλέντζ [Coblentz]. Αλλά και εκατό δούκες και υποκόμηδες να αποκεφάλιζαν το εικοσιτετράωρο, τίποτα δεν θα άλλαζε.

Η εξαθλίωση αυξανόταν. Αφού χρειάζονταν ένα μισθό για να ζήσουν και ο μισθός δεν ερχόταν από πουθενά, τι θα άλλαζε με χίλια πτώματα περισσότερο ή λιγότερο;

Ο λαός άρχισε λοιπόν να κουράζεται. “Καλά πάει η Επανάστασή σας”, ψιθύριζε στο αυτί του εργάτη ο αντιδραστικός. “Ποτέ στο παρελθόν δεν ήσασταν τόσο εξαθλιωμένοι!”. Και σιγά-σιγά ο πλούσιος καθησύχαζε, ξεθάρρευε, προκαλούσε τους ξυπόλητους {les va-nu-pieds} με την πομπώδη χλιδή του, στολιζόταν, παφουμαριζόταν και έλεγε στους εργάτες: “Μα επιτέλους σταματήστε τις κουταμάρες! Τι κερδίσατε με την Επανάσταση; Καιρός είναι να σταματήσουν όλα αυτά”.

Με σφιγμένη καρδιά και εξαντλημένη υπομονή, ο επαναστάτης έφτανε σε σημείο να αναλογίζεται: “Ακόμη μια φορά η Επανάσταση πήγε στράφι!”. Γύρναγε στο καλύβι του και αδιαφορούσε για τα πάντα.

Η αντίδραση επιβαλλόταν υπεροπτικά και διέπραττε το πραξικόπημά της. Με την Επανάσταση νεκρή, δεν της έμενε παρά να ποδοπατήσει το πτώμα.

Και το ποδοπατούσαν! Το αίμα χυνόταν ποτάμι. Ο “Λευκός Τρόμος”[2] έκοβε κεφάλια, γέμιζε τις φυλακές, και τα όργια του υψηλού υποκόσμου [haute p\’egre] συνεχίζονταν με την παλιά τους φαιδρότητα.

Ιδού η εικόνα όλων των Επαναστάσεών μας. Το 1848 ο εργάτης του Παρισιού διέθεσε στην Επανάσταση “τρεις μήνες εξαθλίωσης” και μετά από τρεις μήνες, καθώς δεν άντεχε άλλο, έκανε την τελευταία απελπισμένη απόπειρά του, μια απόπειρα που πνίγηκε στο αίμα.

Το 1871 η Κομμούνα ήταν νεκρή λόγω έλλειψης επαναστατών. Δεν παρέλειψε να διαχωρίσει την εκκλησία από το κράτος, αλλά θυμήθηκε πολύ αργά να εξασφαλίσει το ψωμί για όλους. Και βλέπαμε στο Παρίσι τους υψηλούς μπριγιαντισμένους[3] να προκαλούν τους ομοσπονδιακούς λέγοντάς τους: “Άντε, βλάκες, να σκοτωθείτε για πέντε δεκάρες, ενώ εμείς σκάμε στο φαΐ στο τάδε εστιατόριο της μόδας!”. Καταλάβαμε το λάθος μας τις τελευταίες μέρες και οργανώσαμε συσσίτια, αλλά ήταν ήδη αργά· οι Βερσαλλίες είχαν ήδη ανασυνταχθεί.

“Ψωμί, θέλει ψωμί η Επανάσταση!”

Ας ασχοληθούν άλλοι με πομπώδεις διακηρύξεις! Ας στολιστούν με όσα γαλόνια σηκώνει ο ώμος τους! Ας λογομαχούν άλλοι περί πολιτικών ελευθεριών!

Η δική μας αρμοδιότητα, από τις πρώτες κιόλας ήμερες της Επανάστασής και καθ’ όλη τη διάρκειά της, θα είναι να οργανωθούμε έτσι ώστε το ψωμί να μη λείψει από κανένα, ούτε μια γυναίκα να μην υποχρεωθεί να στηθεί στην ουρά στο φούρνο για ένα κομμάτι ψωμί, που θα δεήσουν να της πετάξουν σαν ελεημοσύνη, ούτε ένα παιδί να μη στερηθεί τα απαραίτητα για την ανάπτυξή του.

Η αστική ιδεολογία βασίζεται στη διακήρυξη μεγάλων αρχών ή μάλλον μεγάλων ψευδών. Η λαϊκή ιδεολογία θα είναι βασισμένη στην εξασφάλιση του ψωμιού για όλους. Και ενώ οι αστοί και οι αστικοποιημένοι εργάτες θα παριστάνουν τους σπουδαίους στα λόγια, ενώ οι “πραγματιστές” θα συζητάνε μέχρι αηδίας για τη μορφή που θα πάρει η κυβέρνηση, εμείς –οι “ουτοπιστές”– θα πρέπει να έχουμε στη σκέψη μας την εξασφάλιση της τροφής καθημερινά.

Τολμούμε να δηλώσουμε πως ο καθένας πρέπει και μπορεί να τρώει μέχρι σκασμού και ότι η Επανάσταση θα νικήσει, όταν εξασφαλίσουμε το ψωμί για όλους.
ΙΙ

Είναι γνωστό ότι είμαστε ουτοπιστές. Τόσο ουτοπιστές ώστε να πιστεύουμε ότι η Επανάσταση πρέπει και μπορεί να εγγυηθεί σε όλους κατοικία, ενδυμασία και ψωμί–αυτό είναι που δυσαρεστεί τους αστούς, κόκκινους και μπλε[4]. Διότι γνωρίζουν καλά ότι είναι δύσκολο να εξουσιάσεις έναν λαό, όταν αυτός δεν πεινάει.

Ωραία! Εμείς λοιπόν επιμένουμε: Πρέπει να εξασφαλίσουμε το ψωμί στον εξεγερμένο λαό και πρέπει το ζήτημα του ψωμιού να έχει προτεραιότητα από όλα τα άλλα ζητήματα. Εάν αυτό επιλυθεί προς το συμφέρον του λαού, η Επανάσταση θα βρίσκεται σε καλό δρόμο, διότι -για να επιλυθεί το ζήτημα των τροφίμων- θα πρέπει ασυζητητί να αποδεχθούμε την αρχή της ισότητας, η οποία θα αποκλείσει τις άλλες λύσεις.

Είναι σίγουρο πως η Επανάσταση που έρχεται–όμοια με αυτήν του 1848– θα εκραγεί καταμεσής μιας τρομακτικής βιομηχανικής κρίσης. Εδώ και δώδεκα[5] χρόνια είμαστε ήδη σε αναβρασμό και η κατάσταση δεν μπορεί παρά να επιδεινωθεί. Όλα συγκλίνουν προς την κατεύθυνση της Επανάστασης: ο ανταγωνισμός των νεοσυσταθέντων κρατών, που μάχονται να κατακτήσουν τις παλιές αγορές, οι πόλεμοι, η ανοδική πορεία των φόρων, τα χρέη των κρατών, η ανασφάλεια για το μέλλον, οι μεγάλες μακρινές επιχειρήσεις.

Αυτή τη στιγμή εκατομμύρια εργάτες στην Ευρώπη είναι άνεργοι. Η κατάσταση θα επιδεινωθεί, όταν εκραγεί η Επανάσταση και διαδοθεί όπως η φωτιά σε μια γραμμή πυρίτιδας. Ο αριθμός των ανέργων θα διπλασιασθεί με το στήσιμο των οδοφραγμάτων στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Τι θα κάνουμε για να εξασφαλίσουμε το ψωμί σε αυτά τα πλήθη;

Δεν γνωρίζουμε εάν αυτοί που θεωρούν τους εαυτούς τους πραγματιστές, έχουν εξετάσει αυτό το ζήτημα σε όλη του την αγριότητα [crudit\’e]. Το μόνο που γνωρίζουμε είναι ότι θέλουν να διατηρήσουν το σύστημα της μισθωτής εργασίας, οπότε αναμένουμε να συσταθούν τα “εθνικά εργαστήρια”[6] και να ανακοινωθούν τα “δημόσια έργα”, που θα δώσουν ψωμί στους ανέργους[7].

Εφόσον εθνικά εργαστήρια άνοιξαν το 1789 και 1793, εφόσον στα ίδιο μέσα ανατρέξαμε το 1848, εφόσον ο Ναπολέων ΙΙΙ επί 18 χρόνια κατόρθωσε να συγκρατήσει το προλεταριάτο του Παρισιού δίνοντάς του έργα, τα οποία επιβαρύνουν σήμερα το Παρίσι με χρέος δύο δισεκατομμυρίων φράγκων και τα κατά κεφαλήν δημοτικά τέλη ανέρχονται στα 90 φράγκα, εφόσον αυτός ο εξαίσιος τρόπος για να “δαμάσουν το Θηρίο” εφαρμοζόταν στη Ρώμη και στην Αίγυπτο πριν από 4.000 χρόνια και εφόσον άρχοντες, βασιλείς και αυτοκράτορες πάντα έβρισκαν τον τρόπο να ρίχνουν ένα κομμάτι ψωμί στο λαό για να προλάβουν να μαζέψουν το μαστίγιό τους, είναι φυσικό οι “πραγματιστές” να εκθειάζουν αυτή τη μέθοδο για να διαιωνίσουν το σύστημα της μισθωτής εργασίας. Για ποιο λόγο να σπαζοκεφαλιάζουμε, όταν διαθέτουμε μέθοδο δοκιμασμένη από τους Φαραώ της Αιγύπτου;

Λοιπόν, εάν η Επανάσταση είχε την ατυχία να πάρει αυτή την κατεύθυνση, θα ήταν χαμένη!

Το 1848, όταν άνοιξαν τα εθνικά εργαστήρια στις 27 Φεβρουαρίου, οι άνεργοι στο Παρίσι ανέρχονταν στις 8.000. Δεκαπέντε μέρες αργότερα ανέρχονταν στις 49.000. Σε λίγο θα έφταναν τις 100.000, χωρίς να υπολογίζουμε όσους κατέφθαναν από τις επαρχίες.

Αλλά εκείνη την περίοδο, στη Γαλλία, στο εμπόριο και στη βιομηχανία, δεν απασχολούταν ούτε το μισό εργατικό δυναμικό που απασχολείται σήμερα. Σε περίοδο Επανάστασής η βιομηχανία και οι εισαγωγές-εξαγωγές υφίστανται τις μεγαλύτερες απώλειες. Ας αναλογιστούμε τον αριθμό των εργατών που δουλεύουν έμμεσα ή άμεσα στις εξαγωγές ή τον αριθμό των εργατών που δουλεύουν στις βιομηχανίες ειδών πολυτελείας, των οποίων η πελατεία είναι η αστική μειοψηφία!

Μια Επανάσταση στην Ευρώπη θα σημάνει αυτόματα το τέλος για τις μισές και πλέον βιομηχανίες και βιοτεχνίες. Εκατομμύρια εργαζόμενοι θα βρεθούν στο δρόμο μαζί με τις οικογένειές τους.

Αυτή την πραγματικά τρομερή κατάσταση θα προσπαθήσουμε να την αντιμετωπίσουμε με τα εθνικά εργαστήρια, δηλαδή καινούργιες βιομηχανίες, φτιαγμένες επί τόπου, με μοναδικό σκοπό να απασχολήσουν τους ανέργους!

Είναι εμφανές, όπως εξάλλου έχει ήδη πει ο Προυντόν [Proudhon], ότι η παραμικρή επίθεση στην ιδιοκτησία θα προκαλέσει την αποδιοργάνωση του καθεστώτος, το οποίο είναι βασισμένο στην ιδιοκτησία και στο σύστημα της μισθωτής εργασίας. Η ίδια η κοινωνία θα υποχρεωθεί να αναλάβει εξ ολοκλήρου την παραγωγή και να την αναδιοργανώσει σύμφωνα με τις ανάγκες του συνόλου του πληθυσμού. Καθώς όμως μια τέτοια αναδιοργάνωση δεν είναι εφικτή σε μία μέρα, ούτε σε ένα μήνα, και καθώς θα χρειαστεί μια περίοδος προσαρμογής, κατά τη διάρκεια της οποίας εκατομμύρια άνθρωποι θα στερηθούν τα απαραίτητα προς την επιβίωση, τι θα πρέπει να κάνουμε; [8]

Υπό αυτές τις συνθήκες, μία μόνο πραγματικά πρακτική λύση υπάρχει: να αναγνωρίσουμε τις τεράστιες διαστάσεις του εγχειρήματος και αντί να προσπαθούμε να “μπαλώσουμε” μια κατάσταση, που εμείς οι ίδιοι καταστήσαμε αδύνατη, να προχωρήσουμε στην αναδιοργάνωση της παραγωγής πάνω σε καινούργιες βάσεις.

Κατά την άποψή μας, για να ενεργήσουμε πρακτικά, ο λαός θα πρέπει να οικειοποιηθεί όλα τα τρόφιμα που βρίσκονται στις εξεγερμένες περιοχές, να τα καταγράψει και, χωρίς καμία σπατάλη, να γίνει διανομή, ώστε όλοι να επωφεληθούν από τους υπάρχοντες πόρους και να μπορέσουν να περάσουν την κρίσιμη περίοδο. Συγχρόνως πρέπει να επιτευχθεί συμφωνία με τους εργάτες των εργοστάσιων, ώστε να εξασφαλίσουν τα προς το ζην, καθώς και τις πρώτες ύλες, για να μπορέσουν να διατηρήσουν μερικούς μήνες την παράγωγή των απαραίτητων εργαλείων για τους γεωργούς. Ας μην ξεχνάμε ότι, αν και η Γαλλία υφαίνει μεταξωτά για τις γυναίκες των γερμανών τραπεζιτών και για τη ρωσίδα αυτοκράτειρα και τη βασίλισσα των νησιών Σάντουιτς [Sandwich Islandes], και το Παρίσι κατασκευάζει αντικείμενα πολυτελείας για τους πλούσιους ανά τον κόσμο, τα 2/3 των γάλλων χωρικών δεν διαθέτουν ούτε λάμπα για να έχουν φως, ούτε τα απαραίτητα σήμερα γεωργικά εργαλεία. Πρέπει επίσης να αξιοποιηθεί η άγονη γη, που υπάρχει κατά πληθώρα, και να αναβαθμισθεί η γη που τώρα δεν παράγει ούτε το 1/10 από αυτό που μελλοντικά θα παράγει, όταν υιοθετηθεί η εντατική καλλιέργεια οπωροκηπευτικών.

Αυτή είναι η μόνη πρακτική λύση που μπορούμε να φανταστούμε. Είτε το θέλουμε είτε όχι, θα επιβληθεί εξ ανάγκης.
ΙΙΙ

Το κύριο διακριτικό χαρακτηριστικό του σημερινού καπιταλισμού είναι το σύστημα της μισθωτής εργασίας.

Ένας άνθρωπος ή μια ομάδα ανθρώπων, που κατέχει το αναγκαίο κεφάλαιο, ξεκινάει μια βιομηχανική επιχείρηση, αναλαμβάνει να τροφοδοτεί τη βιοτεχνία ή το εργοστάσιο με τις πρώτες ύλες, να οργανώνει την παραγωγή και την πώληση των βιοτεχνικών προϊόντων, να πληρώνει τους εργάτες και, τέλος, να τσεπώνει την υπεραξία ή το κέρδος, με τη δικαιολογία ότι αμείβεται για τη διαχείριση, τους κίνδυνους που διατρέχει και τις διακυμάνσεις που υφίσταται στην αγορά η τιμή ενός προϊόντος.

Ιδού με λίγες λέξεις το σύστημα της μισθωτής εργασίας.

Για να διασώσουν αυτό το σύστημα οι σημερινοί κάτοχοι του κεφαλαίου είναι έτοιμοι να κάνουν μερικούς συμβιβασμούς: π.χ. μοιράζουν στους εργάτες ένα μέρος από τα κέρδη ή ορίζουν μια κλίμακα μισθοδοσίας, που υποχρεούνται να αυξάνουν, όταν η τιμή των δημητριακών αυξάνει. Θα ήταν σύμφωνοι να κάνουν μερικές θυσίες, υπό τον όρο να διατηρήσουν τη διαχείριση της βιομηχανίας και το δικαίωμα να αποσπούν [pr\’elever] τα κέρδη.

Ως γνωστόν, ο κολεκτιβισμός εισαγάγει σημαντικές αλλαγές σε αυτό το πολίτευμα, αλλά δεν καταργεί το σύστημα της μισθωτής εργασίας. Απλά, το κράτος, δηλαδή η αντιπροσωπευτική κυβέρνηση, εθνική ή τοπική, παίρνει τη θέση του εργοδότη. Οι εθνικοί ή κοινοτικοί αντιπρόσωποι και οι πληρεξούσιοί τους, οι δημόσιοι υπάλληλοι, γίνονται διαχειριστές της βιομηχανίας. Είναι αυτοί επίσης που κρατούν για τον εαυτό τους το δικαίωμα της χρήσης [employment, d’ employer], προς το κοινό καλό, της υπεραξίας της παραγωγής. Επιπλέον, χαράσσεται μια διαχωριστική γραμμή -πολύ λεπτή αλλά με πολύ σοβαρές συνέπειες- μεταξύ χειρωνακτικής εργασίας και της εργασίας κάποιου που ξέρει μια τέχνη. Η χειρωνακτική εργασία στα μάτια του κολεκτιβιστή δεν είναι παρά μια απλή δουλειά, ενώ ο βιοτέχνης, ο μηχανικός, ο επιστήμονας κλπ. εκτελούν αυτό που ο Μαρξ ονομάζει σύνθετη εργασία και δικαιούνται υψηλότερο μισθό. Ωστόσο εργάτες και τεχνίτες, υφαντές και επιστήμονες είναι όλοι μισθωτοί του κράτους, “όλοι δημόσιοι υπάλληλοι”, που λέγανε και τελευταία για να χρυσώσουν το χάπι.

Συνεπώς η πιο μεγάλη υπηρεσία που θα μπορούσε να προσφέρει στην ανθρωπότητα η Επανάσταση που έρχεται είναι η δημιουργία μιας κατάστασης στην οποία κάθε σύστημα μισθωτής εργασίας θα αποβεί αδύνατο, ανεφάρμοστο, και η μόνη δυνατή λύση θα είναι ο Κομμουνισμός, η άρνηση της μισθωτής σκλαβιάς.

Διότι, ακόμα κι αν αποδεχτούμε πως η κολεκτιβιστική τροποποίηση είναι εφικτή, εάν εισαχθεί σταδιακά σε μια περίοδο ευημερίας και ηρεμίας (αν και εμείς πολύ αμφιβάλλουμε ότι είναι δυνατή, έστω και υπό αυτές τις συνθήκες), θα είναι ανέφικτη σε μια επαναστατική περίοδο, επειδή θα χρειάζεται να ταΐσουμε τα εκατομμύρια που θα ανταποκριθούν στο κάλεσμα στα όπλα. Μια πολιτική Επανάσταση μπορεί να επιτευχθεί χωρίς να διαταραχθούν τα θεμέλια της βιομηχανίας, αλλά μια Επανάσταση κατά την οποία ο λαός θα πάρει στα χέρια του την ιδιοκτησία αναγκαστικά θα παραλύσει την παραγωγή. Τα εκατομμύρια στα ταμεία του κράτους δεν θα φτάσουν για να πληρωθούν τα εκατομμύρια των ανέργων.

Όσο και να επιμείνουμε σε αυτό το σημείο, δεν είναι αρκετό. Η αναδιοργάνωση της βιομηχανίας πάνω σε καινούργιες βάσεις (και θα αναδείξουμε το τεράστιο μέγεθος του προβλήματος) δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσα σε λίγες ημέρες και ο προλετάριος δεν είναι σε θέση να διαθέσει χρόνια και χρόνια εξαθλίωσης, για να κάνει το χατίρι των θεωρητικών του συστήματος μισθωτής εργασίας. Για να περάσει τη δύσκολη περίοδο θα απαιτήσει αυτό που πάντα απαιτούσε σε παρόμοιες συνθήκες: την κοινή διάθεση των τροφίμων, το συσσίτιο.[9]

Όσο και αν κάνουμε εκκλήσεις για υπομονή, ο λαός δεν θα υπομείνει. Εάν όλα τα τρόφιμα δεν διατίθενται από κοινού, θα λεηλατήσει τα αρτοπωλεία.

Εάν ο λαός δεν εξεγείρεται με αρκετό δυναμισμό, θα τουφεκίζεται. Για να μπορέσει ο κολεκτιβισμός να εφαρμοστεί, πρέπει πάνω απ’ όλα να επιβληθεί τάξη, πειθαρχία, υπακοή. Καθώς οι καπιταλιστές σύντομα θα συνειδητοποιήσουν ότι το να τουφεκίζεται ο λαός από τους αυτοαποκαλούμενους επαναστάτες είναι ο καλύτερος τρόπος για να τον κάνουν να μισήσει την Επανάσταση, δεν θα παραλείψουν να στηρίξουν τους υποστηρικτές της “τάξης”, έστω και εάν είναι κολεκτιβιστές. Αργότερα θα βρουν τρόπο να τους εξοντώσουν και αυτούς με τη σειρά τους.

Εάν η “τάξη επανέλθει” κατ’ αυτόν τον τρόπο, εύκολα αντιλαμβανόμαστε τις συνέπειες. Δεν θα τουφεκίζουμε τους “κλέφτες” αλλά τους “ταραξίες”. Θα ξαναστηθούν τα λαϊκά δικαστήρια και η γκιλοτίνα και οι πιο ένθερμοι επαναστάτες θα ανεβούν στο ικρίωμα. Θα είναι μια επανάληψη του 1793.

Ας μην ξεχνάμε πώς η αντίδραση θριάμβευσε τον περασμένο αιώνα. Στην αρχή αποκεφαλίζαμε τους εμπερτιστές {H\’ebertistes}, τους λυσσασμένους, αυτούς που ο Μινέ {Mignet}, με τους αγώνες ακόμα νωπούς στη μνήμη του, αποκαλούσε “αναρχικούς”. Οι δαντονικοί {Dantoniens} δεν άργησαν να τους ακολουθήσουν και όταν οι οπαδοί του Ροβεσπιέρου αποκεφάλισαν αυτούς τους επαναστάτες, ήταν η σειρά τους να ανεβούν στο ικρίωμα -έτσι ο λαός, βλέποντας πως η Επανάσταση είχε χαθεί, άφησε αηδιασμένος ελεύθερο το πεδίο στους αντιδραστικούς.

Εμείς λέμε λοιπόν ότι, αν “η τάξη επανέλθει”, οι κολεκτιβιστές θα αποκεφαλίσουν τους αναρχικούς, οι ποσιμπιλιστές {possibilistes} θα αποκεφαλίσουν τους κολεκτιβιστές και τελικά θα αποκεφαλιστούν κι αυτοί από τους αντιδραστικούς. Η Επανάσταση θα πρέπει να ξαναξεκινήσει.

Όλα όμως δείχνουν πως η λαϊκή εξέγερση θα είναι πολύ δυναμική και πως, όταν πραγματοποιηθεί η Επανάσταση, η ιδέα του αναρχικού Κομμουνισμού θα έχει κερδίσει έδαφος. Δεν είναι μια τεχνητή ιδέα, μας την έχει εμπνεύσει ο ίδιος ο λαός, και καθώς το αδύνατον κάθε άλλης ιδέας γίνεται όλο και περισσότερο εμφανές, ο αριθμός των κομμουνιστών θα αυξάνεται συνεχώς.

Αν η εξέγερση είναι πολύ δυναμική, τα πράγματα θα πάρουν άλλη τροπή. Αντί να λεηλατήσουν κάποιο φούρνο σήμερα και αύριο να είναι πάλι νηστικοί, οι εξεγερμένοι θα καταλάβουν τις αποθήκες με τα σιτηρά, τα σφαγεία, τα μαγαζιά με τα αναλώσιμα–εν ολίγοις όλα τα διαθέσιμα τρόφιμα.

Οι πολίτες και οι πολίτισσες με όλη την καλή θέληση θα καταγράψουν τα περιεχόμενα κάθε μαγαζιού και αποθήκης. Σε ένα εικοσιτετράωρο η επαναστατημένη Κομμούνα θα γνωρίζει ό,τι δεν γνωρίζει ακόμα και σήμερα το Παρίσι, παρ’ όλες τις επιτροπές με τις στατιστικές τους, και δεν ήξερε καθ’ όλη τη διάρκεια της πολιορκίας: τον ακριβή αριθμό των προμηθειών του. Μέσα σε δύο εικοσιτετράωρα θα έχουμε έτοιμες, σε χιλιάδες αντίτυπα, λίστες που θα καταγράφουν με ακρίβεια την ποσότητα των τροφίμων, πού είναι αποθηκευμένα και τα μέσα διανομής.

Σε κάθε σπίτι, σε κάθε δρόμο, σε κάθε γειτονιά θα συνταχθούν ομάδες εθελοντών–“οι εθελοντές των τροφίμων”–που θα εξαπλωθούν και θα συνεργαστούν για να κάνουν τη δουλειά τους. Μόνο να μην μπουν ανάμεσά τους οι ιακωβίνικες ξιφολόγχες, μόνο οι θεωρητικοί δήθεν επιστήμονες να μην εμφανιστούν και θολώσουν τα νερά, ή μάλλον ας θολώσουν ό,τι θέλουν, αρκεί να μην τους επιτραπεί να διοικήσουν! Με αυτό το φανταστικό πνεύμα αυθόρμητης οργάνωσης, που διακατέχει το λαό και ιδίως όλες τις τάξεις του γαλλικού έθνους[11] και που τόσο σπάνια του δίνεται η ευκαιρία να εξασκήσει, θα αναδυθεί μια τεράστια, ελεύθερη υπηρεσία διανομής τροφίμων, κι ας είναι απέραντο το Παρίσι, κι ας είναι περίοδος επαναστατικού αναβρασμού.

Εάν έχει ο λαός ελευθερία κινήσεων, σε οκτώ ημέρες η διανομή των τροφίμων θα γίνεται με αξιοθαύμαστη ακρίβεια. Μόνο όσοι δεν έχουν δει ποτέ το λαό στη φούρια της δουλειάς, μόνο αυτοί που έχουν περάσει όλη τους τη ζωή σκυμμένοι πάνω από βιβλία μπορεί να αμφιβάλουν. Μιλήστε για το οργανωτικό πνεύμα αυτού του “Μεγάλου Παρεξηγημένου”, του λαού, με αυτούς που είδαν το Παρίσι τις ημέρες των οδοφραγμάτων ή το Λονδίνο κατά τη διάρκεια της μεγάλης απεργίας των λιμενεργατών, όταν έπρεπε να τραφούν μισό εκατομμύριο πεινασμένοι, και θα σας πουν πόσο πιο αποτελεσματικός είναι ο λαός από τους γραφειοκράτες.

Ας υποθέσουμε ότι για δεκαπέντε μέρες ή και για ένα μήνα θα χρειαστεί να υποστούμε μια σχετική, προσωρινή ταλαιπωρία… Ε, δεν πειράζει! Ακόμη κι έτσι, για την πλειοψηφία του λαού θα είναι καλύτερα από τη σημερινή κατάσταση. Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης ευχαρίστως θα δειπνούμε με ψωμοτύρι[12], καθώς θα συζητούμε ζωηρά τις εξελίξεις. Όπως και να ‘χει, ένα σύστημα που θα αναδυθεί αυθόρμητα, υπό την πίεση της άμεσης ανάγκης, είναι απείρως προτιμότερο από οτιδήποτε έχει εφευρεθεί μέσα σε τέσσερις τοίχους, ανάμεσα σε βιβλία ή στα γραφεία του δημαρχείου.
ΙV

Έτσι ο λαός των μεγαλουπόλεων θα υποχρεωθεί από τα γεγονότα να κατασχέσει όλα τα τρόφιμα, από τα βασικά μέχρι τα πιο σύνθετα, για να ικανοποιήσει τις ανάγκες όλων των κατοίκων. Όσο πιο γρήγορα τόσο το καλύτερο: τόση λιγότερη φτώχεια θα υπάρξει και τόσες εξοντωτικές μάχες θα αποφευχθούν.

Αλλά πάνω σε ποιες βάσεις μπορούμε να οργανωθούμε για να απολαύσουμε τα τρόφιμα από κοινού; Ιδού το ερώτημα που προκύπτει.

Δεν υπάρχουν δύο τρόποι για τη δίκαιη διανομή, παρά μόνον ένας, που είναι όχι μόνο δίκαιος αλλά και πρακτικός. Είναι το σύστημα που έχουν ήδη υιοθετήσει οι αγροτικές κοινότητες στην Ευρώπη.

Πάρτε μια κοινότητα χωρικών, σε οποιοδήποτε μέρος -έστω και στη Γαλλία, όπου οι Ιακωβίνοι έχουν κάνει τα πάντα για να καταστρέψουν τις κοινοτικές δομές. Εάν η κοινότητα κατέχει, για παράδειγμα, ένα δάσος, συνήθως υπάρχουν μικρά ξύλα σε αφθονία. Ο καθένας μπορεί να πάρει όσα θέλει, χωρίς κανένα έλεγχο, πέρα από τη γνώμη των γειτόνων του. Αντιθέτως τα χοντρά ξύλα, στα οποία πάντα υπάρχει έλλειψη, διανέμονται με δελτίο {au rationnement}.

Το ίδιο συμβαίνει και με τα κοινοτικά λιβάδια. Όσο είναι επαρκή για την κοινότητα, κανείς δεν ελέγχει την αγελάδα της κάθε οικογένειας, ούτε τον αριθμό των αγελάδων που βόσκουν στο λιβάδι. Καταλήγουμε στη μοιρασιά -ή στη διανομή μεριδίων- μόνο όταν τα λιβάδια είναι ανεπαρκή. Στην Ελβετία, σε πολλές κοινότητες στη Γαλλία, στη Γερμανία και παντού όπου υπάρχουν κοινοτικά λιβάδια εφαρμόζεται αυτό το σύστημα.

Εάν πάτε σε χώρες της ανατολικής Ευρώπης, όπου υπάρχουν άφθονα δάση και η γη δεν λείπει, βλέπετε τους χωρικούς να κόβουν από τα δάση όσους κορμούς χρειάζονται και να καλλιεργούν όση γη καλύπτει τις ανάγκες τους, χωρίς να διανοηθούν να χωρίσουν τη γη σε μερίδια ή να βάλουν δελτίο στους κορμούς των δέντρων. Μόλις όμως υπάρξει έλλειμμα, η ξυλεία θα μοιραστεί και η γη θα τεμαχιστεί ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε νοικοκυριού, όπως βλέπουμε ήδη στη Ρωσία.

Παίρνουμε δηλαδή από το σωρό ό,τι υπάρχει εν αφθονία! Ό,τι έχουμε σε περιορισμένη ποσότητα το διανέμουμε ισομερώς! Τριακόσια πενήντα εκατομμύρια άνθρωποι κατοικούν στην Ευρώπη· τα διακόσια εκατομμύρια εξακολουθούν να εφαρμόζουν αυτές τις απολύτως φυσικές πρακτικές.

Σημειωτέον ότι το ίδιο σύστημα επικρατεί και στις μεγάλες πόλεις, τουλάχιστον όσον αφορά τη διανομή ενός αγαθού που υπάρχει εν αφθονία, του πόσιμου νερού.

Όσο υπάρχει αρκετό νερό για να τροφοδοτηθούν όλα τα σπίτια και δεν υπάρχει ο φόβος της έλλειψης, καμιά εταιρεία δεν σκέφτεται να ελέγξει τη χρήση που κάνει στο νερό η κάθε οικογένεια. Πάρτε όσο θέλετε! Κατά τις μεγάλες ζέστες, όταν υπάρχει κίνδυνος έλλειψης, οι υδροδοτικές εταιρείες ξέρουν καλά πως αρκεί μια απλή ανακοίνωση στις εφημερίδες για να περιορίσουν οι Παριζιάνοι την κατανάλωση του νερού και να σταματήσουν τη σπατάλη.

Αλλά, εάν τελικά επερχόταν έλλειψη νερού τι θα κάναμε; Θα καταλήγαμε στη διανομή μεριδίων [13]. Και αυτό το μέτρο είναι τόσο φυσικό, τόσο αποτυπωμένο στη λαϊκή συνείδηση, που είδαμε το Παρίσι το 1871, κατά τη διάρκεια και των δύο πολιορκιών που υπέστη, να απαιτεί κατ’ επανάληψη την ίση διανομή των τροφίμων.

Χρειάζεται αλήθεια να μπούμε σε λεπτομέρειες, να κατασκευάσουμε πίνακες [tableaux] που θα δείχνουν πώς θα λειτουργούσε η διανομή μεριδίων; Χρειάζεται να αποδείξουμε ότι θα ήταν ένα δίκαιο σύστημα, απείρως δικαιότερο απ’ οτιδήποτε υπάρχει σήμερα; Όλες αυτές οι λεπτομέρειες και όλοι αυτοί οι πίνακες δεν θα μπορέσουν να πείσουν κάποιους αστούς -και, αλίμονο, κάποιους αστικοποιημένους εργάτες- που θεωρούν το λαό ένα όχλο αγρίων που θα αρχίσουν να κατασπαράζουν ο ένας τον άλλο, τη στιγμή που η κυβέρνηση θα σταματήσει να λειτουργεί. Όμως μόνο όσοι δεν έχουν ποτέ δει το λαό να αποφασίζει μπορεί να αμφιβάλουν, έστω και για μια στιγμή, ότι αν ο λαός αναλάμβανε την ευθύνη της μοιρασιάς, θα το έκανε με τα πιο αγνά αισθήματα δικαιοσύνης και ισότητας.

Πηγαίνετε να πείτε σε μια οποιαδήποτε λαϊκή συνάθροιση πως τα ορτύκια [les perdreaux] πρέπει να κρατούνται για τους εκλεπτυσμένους τεμπέληδες της αριστοκρατίας και το μαύρο ψωμί για τους αρρώστους στα νοσοκομεία και θα σας γιουχάρουν.

Πείτε ωστόσο στην ίδια συγκέντρωση, διακηρύξτε το στα σταυροδρόμια και στις αγορές, ότι οι πιο εκλεπτυσμένες λιχουδιές πρέπει να κρατούνται για τους αδύναμους, για τους αρρώστους. Πείτε ότι, αν σε όλο το Παρίσι υπήρχαν μόνο δέκα ορτύκια και μόνο μία κάσα λικέρ [Malaga], θα έπρεπε να τα πάμε στα δωμάτια όσων αναρρώνουν. Πείτε το…

Πείτε ότι μετά τους αρρώστους έρχονται τα παιδιά. Ότι το αγελαδινό ή κατσικίσιο γάλα, αν δεν υπάρχει αρκετό για όλους, πρέπει να δίνεται σε αυτά! Ότι, αν φτάσουν τα πράγματα σε τέτοια ακραία κατάσταση, η τελευταία μπουκιά κρέας πρέπει να δοθεί στους γέρους και τα παιδιά, και το ξερό ψωμί στους υγιείς.

Πείτε ότι, αν υπάρχει έλλειμμα σε μια συγκεκριμένη τροφή και πρέπει να βγουν μερίδες, οι τελευταίες εναπομείνασες μερίδες πρέπει να πάνε σε όσους τις έχουν περισσότερο ανάγκη. Πείτε το και θα δείτε ότι θα υπάρξει καθολική συμφωνία.

Ό,τι δεν καταλαβαίνει ο χορτάτος το καταλαβαίνει ο λαός, πάντα το καταλάβαινε. Κι ο ίδιος ο χορτάτος, αν τον πετάξουν στο δρόμο και έλθει σε επαφή με τις μάζες, θα το καταλάβει.

Οι θεωρητικοί, για τους οποίους το χακί και η καραβάνα του φαντάρου είναι η τελευταία λέξη του πολιτισμού, θα απαιτήσουν αναμφίβολα μια κοινή εθνική κουζίνα και φακές. Θα επικαλεστούν τα πλεονεκτήματα που θα έχει στην οικονομία των καυσίμων και των τροφίμων το στήσιμο τεράστιων κουζινών, όπου όλος ο κόσμος θα μπαίνει στην ουρά για να παίρνει το μερίδιο σούπας, ψωμιού και λαχανικών που του αντιστοιχεί.

Δεν αμφισβητούμε αυτά τα πλεονεκτήματα. Ξέρουμε πολύ καλά τι οικονομία έχει πετύχει η ανθρωπότητα σε καύσιμα και σε εργασία, με το να παραιτηθούν οι οικογενειακοί μύλοι και οι φούρνοι, όπου ο καθένας χωριστά έφτιαχνε το ψωμί του. Καταλαβαίνουμε ότι θα ήταν πιο οικονομικό να βράσουμε μία σούπα για εκατό οικογένειες μεμιάς, αντί να ανάβουμε εκατό διαφορετικές φωτιές. Και ξέρουμε ότι υπάρχουν χίλιοι τρόποι να μαγειρέψουμε τις πατάτες, αλλά και ψημένες όλες μαζί σε ένα καζάνι δεν θα είναι κι άσχημες!

Καταλαβαίνουμε ότι η ποικιλία στην κουζίνα έχει σχέση ως επί το πλείστον με το καρύκευμα που κάθε νοικοκυρά χρησιμοποιεί. Αν βράσουμε μαζί ένα τόνο πατάτες, αυτό δεν εμποδίζει τις νοικοκυρές να τις καρικώσουν η καθεμιά όπως επιθυμεί. Γνωρίζουμε πως με ζωμό κρέατος μπορούμε να φτιάξουμε εκατό διαφορετικές σούπες, ώστε να ικανοποιηθούν εκατό διαφορετικά γούστα.

Όλα αυτά τα γνωρίζουμε καλά και πάλι όμως δηλώνουμε πως κανένας δεν έχει το δικαίωμα να επιβάλει στη νοικοκυρά να πάρει από το κοινοτικό μαγαζί πατάτες ήδη μαγειρεμένες, εάν αυτή προτιμά να τις μαγειρέψει η ίδια στο τσουκάλι της και στη φωτιά της. Και πάνω απ’ όλα θέλουμε ο καθένας να μπορεί να καταναλώνει την τροφή του, όπως του αρέσει, με ή χωρίς την οικογένειά του, με τους φίλους του ή ακόμα και στο εστιατόριο, εάν αυτό επιθυμεί.

Σίγουρα μεγάλες κουζίνες θα εμφανιστούν στη θέση και στο χώρο των εστιατορίων, που δηλητηριάζουν τον κόσμο σήμερα. Η Παριζιάνα έχει συνηθίσει να παίρνει το ζωμό από το χασάπη, για να φτιάξει τη σούπα της ανάλογα με την όρεξή της, και η νοικοκυρά του Λονδίνου ξέρει ότι μπορεί να ψήσει το κρέας της, τη μηλόπιτά ή τη σπανακόπιτά της[14] στο φούρνο, πληρώνοντας μερικές δεκάρες και εξοικονομώντας έτσι χρόνο και κάρβουνα. Και όταν η κοινή κουζίνα -ο φούρνος του μέλλοντος- δεν θα είναι ένας χώρος άπατης, πλαστογραφίας και δηλητηρίασης, το σύνηθες θα είναι να πηγαίνει ο καθένας σε αυτόν το φούρνο για να πάρει έτοιμα τα βασικά συστατικά του γεύματος, αφήνοντας τις τελευταίες πινελιές να μπουν ανάλογα με την όρεξη του καθενός.

Αλλά να φθάσουμε στο σημείο να κάνουμε νόμο, ότι είναι καθήκον μας να παίρνουμε την καθημερινή μας τροφή ήδη μαγειρεμένη, είναι μια αποκρουστική ιδέα για τον άνθρωπο του δέκατου ενάτου αιώνα, όσο αποκρουστικά είναι τα μοναστήρια και οι στρατώνες. Τέτοιες αρρωστημένες ιδέες γεννιούνται μόνο σε μυαλά διεστραμμένα από την εξουσία ή αλλοιωμένα από κάποια θρησκευτική αγωγή.

Ποιος θα έχει δικαίωμα στα τρόφιμα της Κομμούνας; Αυτή σίγουρα είναι η πρώτη ερώτηση που θα τεθεί. Κάθε πόλη θα απαντήσει για τον εαυτό της, και είμαστε σίγουροι ότι όλες οι απαντήσεις θα υπαγορευθούν από ένα αίσθημα δικαίου. Μέχρι να οργανωθούν οι εργασίες, όσο είμαστε σε μια περίοδο αναβρασμού, κατά την οποία είναι αδύνατο να ξεχωρίσουμε τον αργόσχολο τεμπέλη από αυτόν που έχασε τη δουλειά του, τα διαθέσιμα τρόφιμα θα πρέπει να είναι διαθέσιμα για όλους ανεξαιρέτως. Όσοι είχαν ένοπλα αντισταθεί στη νίκη του λαού ή συνωμοτούσαν εναντίον της θα σπεύσουν από μόνοι τους να απαλλάξουν από την παρουσία τους τις εξεγερμένες περιοχές. Αλλά πιστεύουμε ότι ο λαός, μεγαλόψυχος και χωρίς ίχνος μνησικακίας, θα μοιραστεί ευχαρίστως το ψωμί του με όλους όσοι μείνουν, είτε είναι αυτοί που έκαναν την απαλλοτρίωση είτε αυτοί από τους οποίους απαλλοτρίωσαν. Εμπνευσμένη από τέτοιες ιδέες, η Επανάσταση δεν έχει τίποτα να χάσει. Όταν η εργασία ξαναρχίσει, θα δούμε τους χθεσινούς αντιμαχόμενους να δουλεύουν στο ίδιο εργαστήρι. Σε μια κοινωνία ελεύθερης εργασίας δεν θα έχουμε τίποτα να φοβηθούμε από τους τεμπέληδες.

“Αλλά τα τρόφιμα θα τελειώσουν μέσα σε ένα μήνα”, φωνασκούν ήδη όσοι αρέσκονται να κάνουν κριτική.

Τόσο το καλύτερο! Κάτι τέτοιο θα αποδείξει ότι για πρώτη φορά στη ζωή του ο προλετάριος θα έχει φάει μέχρι σκασμού. Πώς θα αντικαταστήσουμε τα τρόφιμα που θα καταναλωθούν είναι ακριβώς το ερώτημα που θα εξετάσουμε τώρα.
V

Με ποια μέσα, αλήθεια, θα μπορούσε μια πόλη σε περίοδο κοινωνικής Επανάστασής να φροντίσει για την τροφοδοσία της;

Θα απαντήσουμε σε αυτήν την ερώτηση. Αλλά είναι φανερό ότι οι διαδικασίες, στις οποίες θα ανατρέξουμε, θα εξαρτηθούν από το χαρακτήρα της Επανάστασης στην επαρχία και στα γειτονικά κράτη. Εάν σύσσωμο το έθνος, ή ακόμα καλύτερα σύσσωμη η Ευρώπη, ξεσηκωθεί μεμιάς και ξεκινήσει πλήρη Κομμουνισμό, θα πράτταμε αναλόγως. Αλλά εάν μόνο μερικές κοινότητες στην Ευρώπη δοκιμάσουν τον Κομμουνισμό, τότε θα πρέπει να διαλέξουμε άλλες διαδικασίες, αναλόγως την κατάσταση και τα μέσα.[15].

Είμαστε λοιπόν αναγκασμένοι, πριν πάμε παραπέρα, να ρίξουμε μια ματιά στην Ευρώπη και, χωρίς να παριστάνουμε τους προφήτες, να προβλέψουμε την πορεία της Επανάστασης, τουλάχιστον όσον αφορά τα ουσιαστικά της χαρακτηριστικά.

Σίγουρα, το επιθυμητό θα ήταν να ξεσηκωθεί όλη η Ευρώπη συγχρόνως, να γίνει γενική απαλλοτρίωση και να εμπνευστούν παντού από τις κομμουνιστικές αρχές. Ένας τέτοιος γενικός ξεσηκωμός θα διευκόλυνε ιδιαίτερα το έργο μας.

Όλα τα σημάδια όμως δείχνουν πως δεν θα γίνει έτσι. Δεν αμφιβάλλουμε ότι η Επανάσταση θα αγκαλιάσει όλη την Ευρώπη. Αν μία από τις μεγάλες ηπειρωτικές πρωτεύουσες -Παρίσι, Βιέννη, Βρυξέλλες ή Βερολίνο- ξεσηκωθεί και ανατρέψει την κυβέρνηση, είναι σχεδόν σίγουρο ότι μέσα σε λίγες βδομάδες θα κάνουν το ίδιο και οι υπόλοιπες. Είναι επίσης πολύ πιθανόν ότι η Επανάσταση δεν θα αργήσει και στις χερσονήσους, το ίδιο και στο Λονδίνο ή στην Πετρούπολη. Αλλά θα είναι ο χαρακτήρας της επανάστασης παντού ο ίδιος; Αυτό είναι αμφίβολο.

Κατά πάσα πιθανότητα απαλλοτριώσεις, σε μικρότερη ή μεγαλύτερη κλίμακα, θα γίνουν παντού, και αν γίνουν σε ένα από τα μεγάλα κράτη, θα επηρεαστούν και τα υπόλοιπα. Αλλά τα αρχικά στάδια της Επανάστασης θα έχουν πολλές τοπικές διαφορές και η ανάπτυξή της δεν θα είναι ίδια σε όλες τις χώρες. Το 1789-1793 χρειάστηκαν τέσσερα χρόνια για να καταργήσουν οριστικά οι γάλλοι χωρικοί τα φεουδαρχικά δικαιώματα και για να ανατρέψουν οι αστοί τη βασιλεία. Ας μην ξεχνάμε λοιπόν πως η Επανάσταση θα πάρει κάμποσο χρόνο για να αναπτυχθεί. Ας μην απογοητευθούμε, αν δεν εξελιχθεί παντού με την ίδια ταχύτητα.

Δεν είναι επίσης σίγουρο ότι η Επανάσταση θα έχει εξαρχής καθαρά σοσιαλιστικό χαρακτήρα σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη. Ας αναλογιστούμε ότι η Γερμανία βρίσκεται ακόμα ενωμένη σε μία αυτοκρατορία και τα πιο προχωρημένα από τα κόμματά της ονειρεύονται μια ιακωβίνικη δημοκρατία, τύπου 1848, και την “οργάνωση της εξουσίας” του Λουί Μπλαν [Louis Blanc], ενώ ο γαλλικός λαός θέλει μια Κομμούνα, τουλάχιστον ελεύθερη, αν όχι κομμουνιστική.

Όλα τα σημάδια τείνουν να πιστοποιήσουν ότι στην Επανάσταση που έρχεται η Γερμανία θα προχωρήσει περισσότερο από τη Γαλλία το 1793. Η Γαλλία, κάνοντας την αστική Επανάσταση το δέκατο όγδοο αιώνα, προχώρησε περισσότερο από την Αγγλία το δέκατο έβδομο: ταυτόχρονα με τη βασιλεία κατάργησε και την αριστοκρατία των γαιοκτημόνων, που στην Αγγλία είναι μια πολύ ισχυρή δύναμη ακόμα και σήμερα. Μα ακόμα κι αν η Γερμανία προχωρήσει την επανάσταση παραπέρα απ’ ό,τι η Γαλλία το 1848, σίγουρα οι ιδέες που θα εμπνεύσουν την Επανάστασή της θα είναι αυτές του 1848, όπως οι ιδέες που θα εμπνεύσουν τη Ρωσία θα είναι αυτές του 1789, κάπως τροποποιημένες από τα διανοητικά κινήματα του αιώνα μας.

Χωρίς πάντως να δίνουμε σε αυτές τις προβλέψεις μεγαλύτερη βαρύτητα απ’ όση τους αξίζει, μπορούμε να συμπεράνουμε τα εξής: η Επανάσταση θα έχει διαφορετικό χαρακτήρα σε κάθε διαφορετικό κράτος της Ευρώπης και η κοινωνικοποίηση των προϊόντων δεν θα επιτευχθεί στον ίδιο βαθμό παντού.

Θα είναι επομένως αναγκαίο τα πιο προχωρημένα κράτη να ελαττώσουν ταχύτητα, ώστε να συμβαδίζουν με τα πιο καθυστερημένα, όπως προτείνεται ενίοτε; Να περιμένουμε να ωριμάσει η κομμουνιστική επανάσταση σε όλα τα κράτη; Ακόμη κι αν το επιθυμούσαμε, θα ήταν αδύνατο. Η ιστορία δεν περιμένει τους αργοπορημένους.

Από την άλλη δεν πιστεύουμε πως μέσα στο ίδιο κράτος η Επανάσταση θα πραγματοποιηθεί ταυτόχρονα παντού, όπως ονειρεύονται οι σοσιαλιστές. Είναι πολύ πιθανόν πως, αν μία από τις έξι μεγάλες πόλεις της Γαλλίας -Παρίσι, Λιόν, Μασσαλία, Λιλ, Σεντ Ετιέν, Μπορντό- διακήρυσσε την Κομμούνα, οι υπόλοιπες θα ακολουθούσαν το παράδειγμά της, όπως και πολλές μικρότερες. Ίσως επίσης πολλά ορυχεία και μεγάλες βιομηχανικές μονάδες να ξεφορτώνονταν τα αφεντικά τους και να οργανώνονταν σε ελεύθερες μονάδες.

Όμως πολλές υπαίθριες περιοχές δεν έχουν φτάσει ακόμα σε αυτό το σημείο. Θα συνεχίσουν να ζουν αναμένοντας, κάτω από ένα ατομικιστικό καθεστώς, δίπλα στις εξεγερμένες κοινότητες. Εφόσον δεν θα βλέπουν ούτε τον έφορο ούτε τον κλητήρα να έρχονται για να απαιτήσουν τους φόρους, οι αγρότες δεν θα είναι εχθρικοί προς τους εξεγερμένους και, επωφελούμενοι της καταστάσεως, θα φροντίσουν να ρυθμίσουν τους λογαριασμούς τους με τους τοπικούς εκμεταλλευτές. Με αυτό το πρακτικό πνεύμα, που πάντα χαρακτήριζε τις αγροτικές εξεγέρσεις (ας θυμηθούμε με τι πάθος δούλευαν το 1792), θα καλλιεργούν μανιωδώς τη γη, την οποία θα αγαπήσουν ακόμα περισσότερο, αφού θα είναι απαλλαγμένοι από φόρους και υποθήκες.

Όσον αφορά το εξωτερικό, θα επαναστατήσουν παντού. Ωστόσο η Επανάσταση θα έχει διαφορετικές όψεις: εδώ ενωτική [unitaire], εκεί ομόσπονδη, παντού σοσιαλιστική, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, χωρίς καμιά ομοιομορφία.
VI

Ας επανέλθουμε λοιπόν στην εξεγερμένη πόλη και ας δούμε τις συνθήκες υπό τις οποίες θα πρέπει να φροντίσει για την επιβίωσή της.

Πού θα βρούμε τα τρόφιμα, αν δεν έχει αποδεχθεί τον Κομμουνισμό ολόκληρο το έθνος; Τίθεται αυτό το ερώτημα.

Ας πάρουμε μια μεγάλη γαλλική πόλη, την πρωτεύουσα, για παράδειγμα. Το Παρίσι καταναλώνει κάθε χρόνο εκατομμύρια τόνους δημητριακά, 350.000 βόδια και γελάδια, 200.000 μοσχάρια, 300.000 χοίρους, και πάνω από δύο εκατομμύρια αρνιά -και δεν μετράμε τα σφαχτάρια. Χρειάζεται ακόμα γύρω στα οκτώ εκατομμύρια κιλά βούτυρο, 172 εκατομμύρια αυγά και ανάλογες ποσότητες από τα υπόλοιπα.

Τα άλευρα και τα δημητριακά έρχονται από την Αμερική, τη Ρωσία, την Ουγγαρία, την Ιταλία, την Αίγυπτο, τις Ινδίες. Τα ζώα έρχονται από τη Γερμανία, την Ιταλία, την Ισπανία–ενίοτε από τη Ρουμανία και τη Ρωσία. Όσον άφορα τα υπόλοιπα αναλώσιμα, δεν υπάρχει μία χώρα στον κόσμο που να μην τα προσφέρει.

Ας εξετάσουμε πώς θα μπορούσαμε να οργανωθούμε για να τροφοδοτήσουμε το Παρίσι ή οποιαδήποτε μεγάλη πόλη με τα προϊόντα που καλλιεργούνται στη γαλλική ύπαιθρο, τα οποία οι αγρότες επιζητούν να παραδώσουν στην κατανάλωση.

Για τους αυταρχικούς το θέμα δεν παρουσιάζει καμία δυσκολία. Καταρχήν θα εγκαθιστούσαν μια έντονα συγκεντρωτική κυβέρνηση, εξοπλισμένη με όλα τα όργανα καταναγκασμού: αστυνομία, στρατό, γκιλοτίνα. Αυτή η κυβέρνηση θα κατέγραφε ό,τι παράγει η Γαλλία, θα διαιρούσε τη χώρα σε διαμερίσματα τροφοδοσίας και θα έδινε εντολή: τα τάδε τρόφιμα σε τάδε ποσότητα θα μεταφέρονταν την τάδε ημέρα στον τάδε σταθμό, την παραλαβή θα έκανε ο τάδε υπάλληλος και θα αποθηκευόντουσαν στο τάδε κατάστημα και ούτω καθεξής.

Λοιπόν είμαστε πλήρως πεπεισμένοι ότι μια τέτοια λύση είναι όχι μόνο ανεπιθύμητη αλλά και ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να εφαρμοστεί στην πράξη. Είναι καθαρή ουτοπία.

Με την πένα στο χέρι κάποιος θα μπορούσε να ονειρευτεί κάτι τέτοιο, αλλά στην πράξη είναι αδύνατο, διότι δεν παίρνει υπόψη του το πνεύμα ανεξαρτησίας του ανθρώπου. Θα γινόταν γενικός ξεσηκωμός: όχι ένα, αλλά τρία ή τέσσερα Βεντέι[17], θα πολεμούσαν τα χωριά ενάντια στις πόλεις, όλη η Γαλλία θα ξεσηκωνόταν ενάντια στην πολιτεία, που θα προσπαθούσε αλαζονικά να επιβάλει ένα τέτοιο πολίτευμα.

Φτάνει πια με τις ιακωβίνικες ουτοπίες! Ας δούμε μήπως μπορούμε να οργανωθούμε διαφορετικά.

Το 1793 η ύπαιθρος οδήγησε τις μεγάλες πόλεις στη λιμοκτονία και σκότωσε την Επανάσταση. Παρόλα αυτά έχει αποδειχθεί ότι η παραγωγή των δημητριακών δεν ελαττώθηκε την περίοδο 1792-93, αντίθετα μάλιστα υπάρχουν ενδείξεις ότι αυξήθηκε. Όμως, αφού κατέκτησαν ένα μεγάλο μέρος των κτημάτων των αρχόντων, οι μπουρζουά χωρικοί, μετά τη συγκομιδή, δεν θέλησαν να πωλήσουν το σιτάρι τους έναντι χαρτονομισμάτων. Το φύλαγαν περιμένοντας την άνοδο των τιμών ή τις χρυσές λίρες. Τα πιο δραστικά μέτρα της Εθνικής Συνέλευσης δεν μπόρεσαν να τους υποχρεώσουν να διαθέσουν το σιτάρι στην αγορά και οι εκτελέσεις δεν κατόρθωσαν να καταστείλουν την απεργία. Και όμως ξέρουμε ότι οι επίτροποι της Συνέλευσης δεν δίσταζαν να αποκεφαλίζουν τους σφετεριστές, ούτε και ο λαός δίσταζε να τους κρεμάει από τις λάμπες των δρόμων ως εκθέματα· παρόλα αυτά το σιτάρι έμεινε στις αποθήκες και ο λαός των πόλεων υπέφερε από την πείνα.

Αλλά τι προσφέραμε στους καλλιεργητές σε αντάλλαγμα της σκληρής τους δουλειάς;

Χαρτονομίσματα! Κουρελόχαρτα, που έχαναν την αξία τους καθημερινά, που έγραφαν 500 λίρες, αλλά δεν είχαν καμιά πραγματική αξία. Με ένα χαρτονόμισμα χιλίων λιρών δεν μπορούσες να αγοράσεις ούτε ένα ζευγάρι μπότες. Ο γεωργός λοιπόν -και τον καταλαβαίνουμε- δεν είχε καμιά διάθεση να ανταλλάξει το αποτέλεσμα ενός χρόνου δουλειάς με ένα κομμάτι χαρτί, που δεν θα του επέτρεπε να αγοράσει ούτε μια καμιζόλα.

Και όσο προσφέρουμε στον αγρότη ένα κομμάτι χαρτί, είτε αυτό λέγεται χαρτονόμισμα είτε “αντάλλαγμα εργασίας”, τα πράγματά δεν θα αλλάξουν. Τα τρόφιμα θα μένουν στην ύπαιθρο -η πόλη δεν θα μπορέσει να τους εξαπατήσει, έστω και εάν κάνει χρήση της γκιλοτίνας και της κρεμάλας. [Στμ πνίξιμο με νερό στο πρωτότυπο.]

Αυτό που πρέπει να προσφέρουμε στον αγρότη δεν είναι ένα κομμάτι χαρτί, αλλά τα εμπορεύματα που έχει άμεση ανάγκη: το μηχάνημα που στερείται παρά τη θέλησή του, ένα ρούχο να τον προστατεύει από την κακοκαιρία, μια λάμπα πετρελαίου να αναπληρώσει το λυχνάρι του, μια αξίνα, ένα δικράνι, ένα καρότσι· ό,τι τέλος πάντων έχει ανάγκη σήμερα, αλλά το στερείται λόγω της απρόσιτης τιμής του–καθώς ο χωρικός ζει μια στερημένη και εξασθενημένη ζωή, υπάρχουν χιλιάδες τέτοια πράγματα.

Ας αρχίσουν οι εργάτες να παράγουν αμέσως ό,τι χρειάζονται οι χωρικοί, αντί για ψευτοκοσμήματα με τα οποία στολίζονται οι αστές. Ας αρχίσουν οι ραπτομηχανές στο Παρίσι να ράβουν ρούχα για τους χωρικούς–καθημερινά, μα και γιορτινά–αντί να ράβουν προικιά, και τα εργοστάσια να παράγουν αγροτικά εργαλεία, αξίνες και δίκρανα, αντί να περιμένουμε να μας τα στείλουν οι Άγγλοι ως αντάλλαγμα για το κρασί μας!

Ας σταματήσουν οι πόλεις να στέλνουν στα χωριά επίτροπους στολισμένους με κόκκινες ή πολύχρωμες κορδέλες, που ανακοινώνουν πως το τάδε προϊόν πρέπει να μεταφερθεί στο τάδε μέρος, κι ας αρχίσουν να στέλνουν φίλους κι αδελφούς, που θα λένε: “Φέρτε μας τα προϊόντα σας και ελάτε να πάρετε ό,τι εργαλείο χρειάζεστε από τις αποθήκες μας”. Και τα τρόφιμα θα αρχίσουν να καταφθάνουν από παντού. Ο χωρικός θα κρατήσει όσα του χρειάζονται για να ζήσει και θα φέρει τα υπόλοιπα στους εργάτες των πόλεων, οι οποίοι -για πρώτη φορά στην ιστορία- θα του φαίνονται αδελφοί και όχι εκμεταλλευτές

Θα μας πούνε ότι αυτό απαιτεί τον πλήρη μετασχηματισμό της βιομηχανίας. Αυτό είναι αλήθεια για ορισμένους κλάδους, αλλά υπάρχουν πάρα πολλοί άλλοι κλάδοι, που μπορούν να μετατραπούν γρήγορα και να αρχίσουν να προμηθεύουν τους χωρικούς ρούχα, ρολόγια, έπιπλα, μαγειρικά σκεύη και απλές μηχανές, προϊόντα που τώρα πωλούνται πανάκριβα. Ράφτες, υφάντριες, παπουτσήδες, σιδεράδες, ξυλουργοί και τόσοι άλλοι δεν θα δυσκολευτούν να σταματήσουν να κατασκευάζουν αντικείμενα πολυτελείας και να αρχίσουν να κατασκευάζουν χρήσιμα πράγματα. Χρειάζεται απλά να εμπεδώσουμε το αναγκαίο και το δίκαιο ενός τέτοιου μετασχηματισμού, και να μην αφήσουμε τους θεωρητικούς να μας αποπλανήσουν με αυτό το τόσο αγαπητό τους όνειρο: ότι η Επανάσταση πρέπει να αρκεστεί στην ιδιοποίηση της υπεραξίας και να αφήσει την παραγωγή και το εμπόριο ως έχουν.

Και εδώ κατά την άποψή μας είναι όλο το ζήτημα: Να προσφέρουμε στον χωρικό σε αντάλλαγμα για τη σοδειά του όχι χαρτιά–ό,τι και αν γράφουν–αλλά τα ίδια τα καταναλωτικά προϊόντα που του χρειάζονται. Εάν γίνει κάτι τέτοιο, τα τρόφιμα θα ρέουν στις πόλεις. Εάν δεν γίνει έτσι, οι πόλεις θα πεινάσουν, και τα επακόλουθά γνωστά: αντίδραση και κατάπνιξη της Επανάστασης.
VΙΙ

Είπαμε πως όλες οι μεγάλες πολιτείες αγοράζουν το αλεύρι τους, το σιτάρι τους και το κρέας τους όχι μόνο από την επαρχία αλλά και από το εξωτερικό. Οι ξένες χώρες στέλνουν στο Παρίσι μπαχαρικά, ψάρια, αναλώσιμα πολυτελείας, καθώς και σημαντικές ποσότητες σιταριού και κρεάτων.

Όμως, όταν έρθει η επανάσταση, δεν θα πρέπει να βασιζόμαστε στο εξωτερικό. Θα πρέπει να βασιζόμαστε όσο λιγότερο γίνεται. Εάν το ρωσικό σιτάρι, το ιταλικό και ινδικό ρύζι, τα ισπανικά και ουγγαρέζικα κρασιά αφθονούν σήμερα στις αγορές της δυτικής Ευρώπης, δεν είναι επειδή οι χώρες εξαγωγής έχουν μεγάλα αποθέματα, ούτε επειδή ξεφυτρώνουν στα χωράφια από μόνα τους σαν τα αγριόχορτα. Στη Ρωσία, για παράδειγμα, ο χωρικός δουλεύει μέχρι και δεκάξι ώρες την ημέρα και πεινάει τρεις με έξι μήνες το χρόνο, για να εξάγει το σιτάρι, με το οποίο θα πληρώσει τον γαιοκτήμονα και το κράτος. Σήμερα οι χωροφύλακες εμφανίζονται στα ρωσικά χωριά με το που τελειώνει η συγκομιδή και θα πουλήσουν ως και το τελευταίο άλογο, την τελευταία γελάδα του χωρικού για καθυστερημένους φόρους και ενοίκια, εκτός κι αν ο αγρότης θυσιαστεί εκούσια, πουλώντας τη σοδειά του στους εξαγωγείς. Και προκειμένου να του πουλήσουν τη γελάδα για πενταροδεκάρες, συνήθως κρατάει για τον εαυτό του σιτάρι μόλις αρκετό για εννιά μήνες και πουλά το υπόλοιπο. Για να επιβιώσει μέχρι την επόμενη συγκομιδή, για τρεις μήνες τις καλές χρονιές–έξι τις κακές–ανακατεύει το αλεύρι του με φλοιούς δέντρων ή ίρα, τη στιγμή που στο Λονδίνο απολαμβάνουν τα μπισκότα που φτιάχτηκαν με το σιτάρι του.

Όταν όμως έρθει η Επανάσταση, ο ρώσος χωρικός θα κρατήσει το ψωμί του για τον εαυτό του και τα παιδιά του. Το ίδιο θα κάνουν και οι ιταλοί και οι ούγγροι χωρικοί, ας ελπίσουμε ότι και οι Ινδοί θα επωφεληθούν από αυτά τα καλά παραδείγματα, καθώς και οι εργάτες στα αγροκτήματα της Αμερικής, εκτός και εάν έχουν τελείως αποδιοργανωθεί από την κρίση. Δεν θα μπορούμε πια να βασιζόμαστε στην εισαγωγή σιταριού και καλαμποκιού από το εξωτερικό.

Ο αστικός πολιτισμός βασίζεται στην εκμετάλλευσή των κατώτερων φυλών (sic) και των βιομηχανικά υπανάπτυκτων χωρών. Το πρώτο ωφέλιμο αποτέλεσμα της Επανάστασης θα είναι να απειλήσει αυτόν τον “πολιτισμό” και να επιτρέψει στις κατώτερες φυλές να χειραφετηθούν. Αλλά αυτό το τεράστιο όφελος θα μεταφραστεί σε μια βέβαιη και σημαντική μείωση των εισαγόμενων τροφίμων που θα έρχονται στις μεγάλες πόλεις της Δύσης.

Όσον αφορά το εσωτερικό, είναι πολύ δύσκολο να προβλέψουμε την πορεία των γεγονότων.

Από τη μια, ο καλλιεργητής θα επωφεληθεί σίγουρα από την επανάσταση για να σηκώσει την καμπουριασμένη του πλάτη και να αντικρίσει τον ήλιο. Αντί για δεκατέσσερις με δεκάξι ώρες την ημέρα, που δουλεύει σήμερα, δικαιολογημένα θα εργάζεται μόνο τις μισές, και αυτό θα έχει σαν επίπτωση μια ελάττωση στην παραγωγή των βασικών τροφίμων: του σιταριού και του κρέατος.

Από την άλλη ωστόσο θα υπάρξει αύξηση στην παραγωγή, εφόσον ο χωρικός δεν θα είναι εξαναγκασμένος να δουλεύει για να θρέφει τους ακαμάτηδες. Θα εκχερσωθούν καινούργιες εκτάσεις γης και θα εισαχθούν νέα τελειότερα μηχανήματα. “Ποτέ στο παρελθόν δεν ήταν η δουλειά πιο έντονη όσο το 1792, όταν δηλαδή οι χωρικοί κατέλαβαν τη γη των αρχόντων, που τόσο καιρό εποφθαλμιούσαν”, μας λέει ο Μισέλ [Michelet] μιλώντας για τη Μεγάλη Επανάσταση.

Σε μικρό χρονικό διάστημα κάθε χωρικός θα έχει αφοσιωθεί στην εντατική καλλιέργεια, καθώς σύγχρονα τελειοποιημένα μηχανήματα και λιπάσματα, χημικά ή άλλα, θα είναι διαθέσιμα για όλη την κοινότητα. Όλα τα σημάδια βέβαια δείχνουν ότι στα αρχικά στάδια πιθανόν να επέλθει ύφεση στη γεωργική παραγωγή τόσο στη Γαλλία όσο και στα άλλα κράτη.

Εν πάση περιπτώσει θα πρέπει να περιμένουμε μια ελάττωση στις εισαγωγές τόσο από το εσωτερικό όσο και από το εξωτερικό.

Πώς θα αναπληρώσουμε αυτό το κενό;

Μα θέλει και ρώτημα; Θα το αναπληρώσουμε εμείς οι ίδιοι δουλεύοντας με τα χεράκια μας. Δεν είναι ανάγκη να ψάχνουμε ολημερίς κι ολονυχτίς, όταν η λύση είναι τόσο απλή.

Θα πρέπει στις μεγάλες πόλεις να καλλιεργούν τη γη, όπως την καλλιεργούν και στην εξοχή. Θα πρέπει να επιστρέψουμε σε αυτό που η βιολογία θα ονόμαζε “ολοκλήρωση [int\’egration] λειτουργιών”[19]. Αφού έχουμε καταμερίσει την εργασία, πρέπει τώρα να την “ολοκληρώσουμε”. Αυτή είναι η πορεία που ακολουθεί η φύση παντού.

Εξάλλου, και χωρίς πολλή φιλοσοφία, εκ των πραγμάτων εκεί θα καταλήξουμε. Ας αφήσουμε το Παρίσι να κατανοήσει ότι μέσα σε οχτώ μήνες θα του λείψει το σιτάρι και το Παρίσι θα το καλλιεργήσει.

Η γη; Δεν θα μας λείψει. Υπάρχει σε αφθονία σε όλες τις μεγάλες πόλεις και στο Παρίσι ένα παραπάνω: τα πάρκα και οι επαύλεις των αρχόντων, χιλιάδες στρέμματα, που το μόνο που περιμένουν είναι επιδέξια καλλιέργεια για να μετατραπούν σε χωράφια απείρως πιο γόνιμα από τις στέπες της Ρωσίας, όπου το έδαφος είναι καλυμμένο από ένα στρώμα φύλλων και φλοιών δέντρων, ξεραμένων από τον μεσημεριανό ρωσικό ήλιο.

Τα χέρια; Μα με τι άλλο θέλετε να ασχολούνται δύο εκατομμύρια Παριζιάνοι και Παριζιάνες, όταν δεν θα έχουν να ντύσουν και να διασκεδάσουν τους ρώσους πρίγκιπες, τους ρουμάνους άρχοντες και τις κυρίες του χρηματοοικονομικού περιβάλλοντος του Βερολίνου;

Έχοντας στη διάθεσή της όλα τα σύγχρονα μηχανήματα του αιώνα μας (Στμ 19ου) και την εξυπνάδα των εργατών της, μαζί με την τεχνογνωσία που απέκτησαν χειριζόμενοι περίπλοκες μηχανές, έχοντας στην υπηρεσία της τους εφευρέτες, τους χημικούς, τους βοτανολόγους, τους καθηγητές του Κήπου των Φυτών [jardin des Plantes] [20], τους λαχανοκαλλιεργητές του Γενεβελιέρ [Gennevlliers] [21], διαθέτοντας τα απαραίτητα εργαλεία για να διατηρήσει τις μηχανές και να φτιάξει καινούργιες, έχοντας, τέλος, το οργανωτικό πνεύμα των Παριζιάνων, την ευδιαθεσία και την ευθυμία τους, η γεωργία της αναρχικής Κομμούνας του Παρισιού θα είναι πολύ διαφορετική από αυτήν των σκαφτιάδων της Αρντέν [Ardene][22]. Ο ατμός, ο ηλεκτρισμός, η ηλιακή ενέργεια και η δύναμή του αέρα σύντομα θα δαμαστούν και θα μπουν στην υπηρεσία μας. Η σκαπτική και η αποπετρωτική (sic) ατμομηχανή θα επιτελέσουν το μεγαλύτερο μέρος της προετοιμασίας, και η γη, μαλακή και πλούσια, δεν θα χρειάζεται παρά τις επιδέξιες φροντίδες του άνδρα και ιδίως της γυναίκας, για να καλυφθεί με περιποιημένα φυτά, που θα ανανεώνονται τρεις-τέσσερις φορές το χρόνο.

Μαθαίνοντας κηπουρική κοντά σε ειδήμονες, δοκιμάζοντας χίλιες διαφορετικές μεθόδους καλλιέργειας σε ειδικά καθορισμένες γωνίες, συναγωνιζόμενοι ποιος θα έχει καλύτερη και πλουσιότερη συγκομιδή, ξαναανακαλύπτοντας με τη φυσική άσκηση–χωρίς υπερκόπωση ή υπερβολικά πολλή δουλειά–τη δύναμη, που τόσο συχνά λείπει από τις μεγάλες πόλεις, άντρες, γυναίκες και παιδιά θα είναι ευτυχισμένοι να ασχοληθούν με μια τέτοια καλλιέργεια των αγρών, που θα πάψει να αποτελεί καταναγκαστική εργασία και θα μετατραπεί σε ευχαρίστηση, σε γιορτή, σε μια ανανέωση του ανθρώπινου όντος. “Δεν υπάρχει άγονη γη! Η γη παράγει ανάλογα με τις πράξεις του ανθρώπου”, ιδού η τελευταία λέξη της σύγχρονης γεωργίας. Η γη δίνει ό,τι της ζητάμε: απλά πρέπει να ξέρουμε πώς να το ζητήσουμε.

Μια περιοχή τόσο μικρή όσο το Seine και Seine-et-Oise[23], που θα πρέπει να θρέψει μια τόσο μεγάλη πόλη όπως το Παρίσι, είναι σχεδόν αρκετή για να συμπληρώσει τα κενά που πιθανόν να δημιουργηθούν από την Επανάσταση.

Ο συνδυασμός της καλλιέργειας με τη βιομηχανία, ο άνθρωπος που είναι γεωργός και ταυτόχρονα βιομήχανος θα μας οδηγήσουν απαραίτητα στην κομμουνιστική Κομμούνα, εάν αυτός ο συνδυασμός πορευτεί στο δρόμο της πλήρους απαλλοτρίωσης.

Αυτή είναι η μόνη δυσκολία για το μέλλον: δεν θα πεθάνει από την πείνα η Επανάσταση. Ο κίνδυνος δεν είναι εκεί, είναι στη δειλία, στις προκαταλήψεις και στα ημίμετρα. Ο κίνδυνος είναι εκεί που τον έβλεπε ο Δαντόν, όταν φώναζε στη Γαλλία “τόλμη, τόλμη και πάλι τόλμη”, ιδίως πνευματική τόλμη, την οποία θα ακολουθήσει άμεσα η τόλμη των πράξεων [volont\’e].

Σημειώσεις:

[2] λευκός σε αντιδιαστολή με τον κόκκινο, όπως λέμε οι Λευκορώσοι.[storm]

[3] από την μπριγιαντίνη που έβαζαν τότε στα μαλλιά… Χλευαστικά στο κείμενο για τους αριστοκράτες. [storm]

[4] Μάλλον εννοεί ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης. (Αυτό το κεφάλαιο χρειάζεται πολλές σημειώσεις/επεξηγήσεις). [Ν.]

[5] Ίσως θα έπρεπε να πούμε ¨ντουζίνα¨ εδώ, ή ακόμα και “δεκαριά”· δεν είμαι σίγουρος ότι εδώ ο Κροπότκιν εννοεί ακριβώς τα τελευταία 12 χρόνια στην κυριολεξία. [Ν.]

[6] ίσως πρέπει να μεταφρασθεί ως ¨εθνικά έργα¨ παρόλο που ο όρος χρησιμοποιείται παρακάτω.[Ν.]

[7] Μερικά πράγματα δεν έχουν αλλάξει και τόσο στις μέρες μας, έτσι;[Ν. ;ο)]

[8] Ρε παιδιά λέτε να το’ κλεψε ο Λένιν από τον Κροπότκιν; Μπα μάλλον σύμπτωση θα’ ναι. [Ν.]

[9] Μοιρασιά τροφίμων με κουπόνια, συσσίτιο λέγεται έτσι; [storm]

[11] Ο Κροπότκιν εδώ υποθέτει ότι η επανάσταση θα εκδηλωθ εί στη Γαλλία [Σημείωση του μεταφραστή στο αγγλικό κείμενο]

[12] Στο πρωτότυπο είναι “με ψωμί και λουκάνικο” αλλά νομίζω ότι “ψωμοτύρι” ακούγεται καλύτερα στα ελληνικά.[Ν.]

[13] μεριδιοποίηση δεν μου ακούγεται καλά αλλά δεν μπορώ να σκεφτώ κάποια άλλη λέξη. [Ν.]. Πήρα την πρωτοβουλία να το μετατρέψω σε διανομή μεριδίων, το οποίο περιφραστικά αποδίδει ακριβώς το νόημα (περπινιάν).

[14] Το λεξικό το μεταφράζει ρεβεντί [storm]. Νομίζω όμως ότι σπανακόπιτα ακούγεται καλύτερα στα ελληνικά [N.].

[15] Στο πρωτότυπο: Telle situation, tels moyens. Σαν παροιμία ή ρητό μου φαίνετε.[Ν.]

[17] Επαρχία στα δυτικά Γαλλίας όπου το 1793, έγινε αντεπαναστατική εξέγερση [storm].

[19] “int\’egration des fonctions”, έχει και το μαθηματικό νόημα “ολοκλήρωση των συναρτήσεων”, ίσως ο Κροπότκιν εδώ να κάνει λογοπαίγνιο μιας και “division” έχει και το μαθηματικό νόημα της “διαίρεσης”. Ένα τέτοιο λογοπαίγνιο μάλλον δεν μεταφράζεται στα ελληνικά· προσπάθησα όμως να το υπαινιχθώ μεταφράζοντας το “int\’egration” ως “ολοκλήρωση.[Ν]

[20] Έτσι ονομάζεται ο κήπος του Μουσείου φυσικής ιστορίας του Λονδίνου. [storm]

[21] Βόρειο προάστιο του Παρισιού. [storm]

[22] Μικρή οροσειρά στα σύνορα Βελγίου και Λουξεμβούργου.[storm]

[23] Βόρεια προάστια του Παρισιού.[storm]