Αναρχοκομμουνισμός ή θάνατος!

Το κείμενο αυτό γράφτηκε ως μια μικρή συμβολή στην ανάπτυξη και διάδοση
των αναρχικών και κομμουνιστικών ιδεών στην Αυστραλία.

Image scaled down

Ο συγγραφέας
είναι από την Αγγλία όπου υπάρχουν αρκετά άτομα και ομάδες που θα
συμφωνούσαν σε γενικές γραμμές με τα περιεχόμενα αυτού του κειμένου, αν
και ο αριθμός τους είναι μικρός. — Αυτό δεν σημαίνει ότι οι ομάδες
αυτές δεν έχουν τις διαφορές τους, βασικά, όμως, λένε τα ίδια πράγματα.
— Ο συγγραφέας εγκατέλειψε τη (Βρετανική) Αναρχική Κομμουνιστική
Ομοσπονδία το 1990, λόγω πολιτικών και οργανωτικών διαφωνιών, το
«Organise», πάντως, το τριμηνιαίο περιοδικό τους, είναι γενικά πολύ καλό
και αρκετά μέλη της θα συμφωνήσουν βασικά με το κείμενο αυτό.

Άλλοι, όπως αυτοί που συσπειρώνονται γύρω από το περιοδικό «Red Menace»
(που δεν κυκλοφορεί τώρα) καθώς και αυτοί που συμμετέχουν στο περιοδικό
«Subversion» (σ.τ.μ.: ούτε και αυτό κυκλοφορεί πλέον), αλλά και αυτοί
που εκδίδουν το «Wildcat», είναι βασικά της ίδιας νοοτροπίας. Υπάρχει,
ακόμα, ένας αριθμός συντρόφων στην Ομοσπονδία Ταξικός Πόλεμος μερικές
απόψεις των οποίων συμπίπτουν με το περιεχόμενο αυτού του κειμένου.
Εκτός από αυτούς, υπάρχουν διάφορα μη οργανωμένα άτομα, ένα από τα οποία
ήταν και ο συγγραφέας μέχρι τη στιγμή που εγκαταστάθηκε εδώ (στην
Αυστραλία) για να αποκτήσει ένα …ικανοποιητικό διαρκές μαύρισμα.

Διασαφήνιση των χρησιμοποιούμενων όρων

Πρώτα απ’ όλα είμαι κομμουνιστής. Κομμουνισμός είναι η πάλη για έναν
κόσμο στον οποίο όλες οι μορφές χρήματος και παραγωγής για κέρδος ή
ανταλλαγή θα καταστραφούν. Η παραγωγή θα εξυπηρετήσει τη χρήση και η
διανομή θα γίνεται σύμφωνα με τις ανάγκες και τις επιθυμίες, δεν θα
υπάρχει αγορά και πώληση προϊόντων σε μια αγορά, οι άνθρωποι θα είναι
ελεύθεροι να παίρνουν ό,τι επιλέγουν από διάφορα κέντρα διανομής ή
διάθεσης προϊόντων.Δεν θα υπάρχει σύστημα μισθών, η εργασία δεν θα
αποτελεί πλέον «απασχόληση», αλλά μια δημιουργική και εμπειρία
ανταμοιβής, χρήσιμη για την κοινότητα και απαραίτητη για την ατομική
εκπλήρωση του ατόμου.Οι διαχωρισμοί που υπάρχουν στα πλαίσια της τωρινής
οικονομικής τάξης – τον καπιταλισμό – θα εξαφανιστούν στον κομμουνισμό:
δεν θα μπορούν να υπάρχουν τάξεις από τη στιγμή που τα μέσα παραγωγής
δεν θα είναι ιδιοκτησία ενός μόνο τμήματος του πληθυσμού (είτε αυτό
είναι η αστική τάξη είτε η κυβέρνηση είτε το Κράτος) – τα μέσα παραγωγής
θα είναι κάτω από τον έλεγχο της κοινότητας (θα τα κατέχουν, δηλαδή,
ταυτόχρονα όλοι και κανένας).Για να διατηρήσει ένα τμήμα του πληθυσμού
την ιδιοκτησία του στα μέσα παραγωγής πρέπει να υπερασπίζεται αυτή του
τη θέση: αυτό γίνεται από το Κράτος, το οποίο, όχι μόνο προστατεύει τους
κατόχους από τη μάζα των μη κατόχων, αλλά, ακόμα, προστατεύει τους
κατόχους από τους καπιταλιστές άλλων Κρατών. Έτσι οι εθνικοί διαχωρισμοί
στον κόσμο διαιωνίζονται από τον καπιταλισμό. Επιπλέον, από τη στιγμή
που η εργατική δύναμη αποτελεί σε όλο τον κόσμο ένα εμπορεύσιμο είδος,
οι εργάτες ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλον, λόγω της ανάγκης τους να
εργαστούν. Ο ανταγωνισμός αυτός συνιστά τη βάση όλων των διαιρέσεων όσον
αφορά το φύλο, τη φυλή ή άλλο διαχωρισμό ανάμεσα στην εργατική τάξη και
είναι κάτι που συντηρείται τεχνηέντως από τους κυβερνήτες μας στην
κατεύθυνση να παραμείνουν οι μισθωτοί διαιρεμένοι, απέναντι στον
καπιταλισμό.

Χρησιμοποιώ τη λέξη αναρχικός για να διαφοροποιηθώ από άλλες πολιτικές
τάσεις οι οποίες ίσως χρησιμοποιούν την κομμουνιστική ετικέτα – τάσεις
οι οποίες υποστηρίζουν τον Κρατικό Καπιταλισμό, την κοινοβουλευτική
δραστηριότητα τη συγκρότηση ενός Κόμματος για να «καθοδηγεί» τους
εργάτες ή να δρα ως ένα είδος εμπροσθοφυλακής ή την ενδυνάμωση
οποιασδήποτε ιεραρχίας, η οποία παραχωρεί εξουσία στα χέρια των
λίγων.Εντέλει δεν είναι ο όρος αυτός που μετρά, αλλά η πρακτική των
ατόμων ή των ομάδων. Αρκετοί κομμουνιστές θα συμφωνήσουν με όλες τις
βασικές προτάσεις αυτού του κειμένου και μολονότι μπορεί να μην
προτιμούν να χρησιμοποιούν τον όρο αναρχικός, δεν θα υπάρξει πραγματική
απόκλιση μεθόδων. Για να περιπλέξουμε τα πράγματα ακόμα περισσότερο,
αρκετοί που αποκαλούν τους εαυτούς τους αναρχικούς κομμουνιστές δεν θα
συμφωνήσουν με ολόκληρο το κείμενο αυτό! Όπως ακριβώς γνωρίζουμε σήμερα
ότι για να κατανοήσουμε τις ιδέες κάποιων πρέπει να μάθουμε περισσότερα
για τις απόψεις τους αν αποκαλούν τον εαυτό τους «κομμουνιστή» ή
«σοσιαλιστή», έτσι, επίσης, πρέπει να μάθουμε περισσότερα για κάποιον
που χρησιμοποιεί την ετικέτα «αναρχικός». Κανείς δεν κατέχει αυτούς τους
όρους και οι ταμπέλες είναι πολύ λιγότερο σπουδαίες από ό,τι οι ιδέες
και η δράση.

Για ιστορικούς και σημασιολογικούς λόγους πιστεύω ότι το κείμενο αυτό
πρέπει να χαρακτηριστεί ως αναρχικό κομμουνιστικό. Αλλά πολύ πιο
σημαντικό από το πώς αυτοαποκαλούμαστε είναι το τι υποστηρίζουμε, πέρα
από την ταμπέλα. Χρησιμοποιώ τον όρο ταξική πάλη για να τονίσω την
αναγνώριση του κεντρικού ρόλου που πρέπει να παίξει η εργατική τάξη στην
επανάσταση και την οικοδόμηση του κομμουνισμού. Μόνο με την ταξική πάλη
(ή ταξικό πόλεμο) η εργατική τάξη θα συνειδητοποιήσει τη δύναμή της και
την εχθρότητα όλων των ατόμων και οργανώσεων, που προσπαθούν να την
κρατούν υπό έλεγχο για τη συντήρηση του καπιταλισμού – είτε πρόκειται
για Τροτσκιστικά ή Λενινιστικά κόμματα, για συνδικάτα ή για όποια άλλη
οργάνωση που επιδιώκει να περιορίσει ή να χρησιμοποιήσει τη μαχητικότητα
της εργατικής τάξης για δικούς της σκοπούς.

Έχοντας διευκρινίσει εν συντομία γιατί χρησιμοποιώ τους όρους ταξική
πάλη και αναρχικός κομμουνισμός μπορούμε τώρα να προχωρήσουμε και να
δούμε μερικές από τις πιο ειδικές αρχές που τον συνθέτουν (τον αναρχικό
κομμουνισμό). Οι επικεφαλίδες που ακολουθούν δεν θα έπρεπε να θεωρηθούν
ως αυτό το οποίο υποστηρίζω, αλλά απλώς ως συμβατικοί τίτλοι για το
χωρισμό του κειμένου!

Ρεφορμισμός, Αιτήματα και Μεταβατικές Απαιτήσεις

Στις μέρες μας ο ρεφορμισμός θεωρείται γενικά ότι σημαίνει το ροκάνισμα
πλευρών της τωρινής κοινωνίας για να βελτιώνεται λίγο η ζωή των
ανθρώπων. Ένα «ρεφορμιστικό αίτημα» είναι απλώς ένα αίτημα που
προβάλλουν οι άνθρωποι σχετικά με την κυβέρνηση, το νόμο ή ό,τι άλλο,
αίτημα που αφορά μια πλευρά της ζωής τους. Ένα παράδειγμα θα μπορούσε να
είναι το αίτημα να καταστούν νόμιμες και ελεύθερες οι εκτρώσεις. Αυτό
είναι ένα αίτημα που όλοι οι επαναστάτες θα πρέπει να υποστηρίζουν
ενεργά. Ωστόσο, υποστηρίζοντας το αίτημα αυτό, οι επαναστάτες θα πρέπει,
επίσης, να υποδεικνύουν τα όρια μιας τέτοιας μεταρρύθμισης, θα δείξουν,
για παράδειγμα, ότι αν κατακτηθεί αυτό το «δικαίωμα» μπορεί στο μέλλον
να καταργηθεί και, επίσης, ότι μόνο όταν θα διευθύνουμε εμείς οι ίδιοι
την κοινωνία θα είμαστε βέβαιοι ότι θα έχουμε μια σίγουρη, εξισωτική και
κατάλληλη υγιεινή φροντίδα. Όταν είμαστε συλλογικά δυνατοί μπορούμε να
αφαιρέσουμε από τους κυβερνήτες μας τον έλεγχο των πραγμάτων ή το να
κάνουν αυτοί παραχωρήσεις για να μας αναχαιτίσουν. Όταν είμαστε
αδύναμοι, οι μικρές αυτές βελτιώσεις μπορούν να καταργηθούν. Η ιστορία
του καπιταλισμού μας έδειξε ότι δεν έχουμε «αναπαλλοτρίωτα δικαιώματα».
Από την πλευρά της άρχουσας τάξης όλα είναι θεμιτά στον ταξικό πόλεμο.
Για το κομμουνιστικό κίνημα αυτό δεν είναι τόσο εύκολο. Από τη δική μας
πλευρά, εμείς χτίζουμε έναν καινούργιο κόσμο μέσα στο κέλυφος του
παλαιού, πρέπει να είμαστε έντιμοι απέναντι στον εαυτό μας, τους
συντρόφους μας και όλη την υπόλοιπη τάξη μας. Εφόσον το καθήκον μας
είναι να καταστρέψουμε τον εξουσιασμό, δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό
με εξουσιαστικό τρόπο. Το όλο ζήτημα του ρόλου ενός επαναστάτη στο πεδίο
των «αιτημάτων» είναι ένα σύνθετο ζήτημα.

Πρώτος μας κανόνας θα πρέπει να είναι τιμιότητα απέναντι στην τάξη μας.
Εφόσον είμαστε επαναστάτες δεν πρέπει να σπαταλάμε το χρόνο μας
πείθοντας την εργατική τάξη να επινοεί ρεφορμιστικά αιτήματα – δηλαδή,
δεν πρέπει να εισάγουμε εμείς οι ίδιοι ρεφορμιστικά αιτήματα,
γνωρίζοντας ότι οι μεταρρυθμίσεις είναι περιορισμένες και επισφαλείς και
αυτό πρέπει να το διακηρύσσουμε πάντοτε. Επίσης, δεν πρέπει να
υποστηρίζουμε, φυσικά, όλα τα ρεφορμιστικά αιτήματα εκών-άκων. Κάθε
αίτημα πρέπει να εξετάζεται με βάση τα υπέρ και τα κατά του. Ωστόσο, από
τη στιγμή που θα ξεκινήσει ένα κίνημα για μια συγκεκριμένη αξιόλογη
μεταρρύθμιση (για παράδειγμα, για υψηλότερους μισθούς ή για δωρεάν
ιατρική περίθαλψη), πρέπει να συμμετάσχουμε σε αυτό, όχι μόνο για να
βοηθήσουμε να επιτευχθεί η μεταρρύθμιση αυτή, αλλά, επίσης, για να
δείξουμε τους κινδύνους, τους περιορισμούς και τις δυνατότητες και για
να ωθήσουμε περαιτέρω τον αγώνα, να διευρύνουμε τους ορίζοντες του
κινήματος και να συνδεθούμε με άλλα τμήματα της τάξης μας. Μερικοί
πιστεύουν ότι δεν πρέπει να εισάγουμε μόνο ρεφορμιστικά αιτήματα, αλλά
ανέφικτα ρεφορμιστικά αιτήματα (γνωστά, επίσης, ως Μεταβατικά Αιτήματα).
Η λογική που βρίσκεται πίσω από αυτές τις μεθόδους είναι ότι η εργατική
τάξη χρειάζεται να καθοδηγείται και να μανουβράρεται καθώς αποκτά
επίγνωση της αναγκαιότητας της επανάστασης. Αν και οι αγωνιστές αυτοί
αναγνωρίζουν τα όρια και το επισφαλές των μεταρρυθμίσεων, πιστεύουν ότι
ο μόνος τρόπος να διδάξει κανείς στους εργάτες το γεγονός αυτό είναι να
τους στείλει στις εκπαιδευτικές αυτές ασκήσεις. Μια τέτοια αλαζονική
μανούβρα παραπλανάται σε τουλάχιστον δύο επίπεδα. Πρώτον, άλλοι εργάτες
δεν χρειάζονται βοήθεια από επαναστάτες για να διαμορφώσουν αιτήματα, το
κάνουν αυτό όλη την ώρα – οποτεδήποτε βλέπουν οι εργάτες την ευκαιρία να
βελτιώσουν την άμεση κατάστασή τους, αρπάζουν συνήθως αυτή την ευκαιρία.
Δεύτερον, η ατιμία που εμπεριέχεται στην τακτική αυτή θα οδηγήσει τον
«επαναστάτη» σε κάθε είδους δύσκολες καταστάσεις: από το να αναγκαστεί
να υπερασπίσει το ρεφορμισμό στους εργάτες, μέχρι το να κατηγορηθεί για
δόλο και εξαπάτηση των ανθρώπων, να διαπραγματευτεί με την αντίπαλη
παράταξη στο όνομα των εργατών. Το να παραπλανά κανείς την τάξη μας
είναι ένα βρώμικο τέχνασμα και δηλωτικό εξουσιασμού.

Οι απλοί εργάτες (οι οποίοι, θυμηθείτε, δεν είναι επαναστάτες όλη την
ώρα!), προβάλλουν διαρκώς αιτήματα σε διάφορους κοινωνικούς χώρους.
Πρέπει να παρεμβαίνουμε ανοιχτά, υποστηρίζοντας την καλύτερη τακτική για
τη νίκη (αλληλεγγύη, σύνδεση με άλλους αγώνες, επέκταση του αγώνα σε
άλλες περιοχές κ.λπ.) και, επίσης, προειδοποιώντας ότι, ακόμα και αν
νικήσουμε, η μεταρρύθμιση αυτή είναι δυνατόν να καταργηθεί στο μέλλον. Η
αντίθεσή μας πρέπει να κατευθύνεται σε κάθε πλευρά αυτής της κοινωνίας,
που μας κρατά αλυσοδεμένους.

Εθνικισμός

Αν πρόκειται να εξαλείψουμε τον καπιταλισμό, πρέπει να το κάνουμε σε
κάθε μέρος του κόσμου. Δεν μπορεί να υπάρξει ένα τέτοιο πράγμα όπως
«Σοσιαλισμός σε Μία Χώρα». Η εθνικότητα είναι ένα προσωπείο που
συντηρούν οι κυβερνήτες μας για να κρύβουν τα πραγματικά κοινά
συμφέροντα της εργατικής τάξης σε όλο τον κόσμο. Η εργατική τάξη δεν
έχει πατρίδα και πρέπει να συνειδητοποιήσει το διεθνισμό της.Κάθε είδους
εθνικιστικό κίνημα (από τον ΙΡΑ μέχρι το Κουρδικό εθνικιστικό κίνημα, το
«μαύρο εθνικισμό», το Λαϊκό Απελευθερωτικό Μέτωπο της Ερυθραίας και πάει
λέγοντας) επιδιώκει να αντικαταστήσει τα «ξένα» αφεντικά με ντόπια (ο
μαύρος εθνικισμός στοχεύει να αντικαταστήσει τα λευκά αφεντικά με
μαύρα). Κάθε εθνικισμός είναι αστικός και εξυπηρετεί ξεκάθαρα αστικά
συμφέροντα. Οι εθνικιστικοί αγώνες δεν είναι προς το συμφέρον της
εργατικής τάξης, τα συμφέροντά μας τα εξυπηρετεί μόνο ο ταξικός πόλεμος,
ο οποίος στρέφεται ενάντια σε όλα τα αφεντικά, «ξένα» και ντόπια.

Τα εθνικο-απελευθερωτικά κινήματα ταυτίζονται συνήθως με τον
αντι-ιμπεριαλισμό. Ο ιμπεριαλισμός είναι ένας παραπλανητικός όρος, αφού
είναι φυσική η τάση του καπιταλισμού να επεκτείνεται και να δημιουργεί
νέες αγορές – ο όρος ιμπεριαλισμός δεν είναι χρήσιμος γιατί περιορίζει
την κατανόηση για το τι είναι ο καπιταλισμός, κάνοντάς τον να μοιάζει
σαν μια γεωγραφική επέκτασή του στον κόσμο, διαχωρισμένη, κατά κάποιο
τρόπο, από την εσωτερική δυναμική του ίδιου του καπιταλισμού. Η ιστορία
έχει δείξει ότι τα αντι-ιμπεριαλιστικά κινήματα δεν επιδιώκουν τίποτα
περισσότερο από την αντικατάσταση των «ξένων» αφεντικών με ντόπια.
Αντι-ιμπεριαλισμός σημαίνει απλώς εθνικισμός. Είναι χάσιμο χρόνου να
πολεμά κανείς τον «ιμπεριαλισμό», ο αγώνας μας πρέπει να στρέφεται
πάντοτε σε όλες στις άρχουσες τάξεις και τον καπιταλισμό καθεαυτό.

Ο ιθαγενής (aboriginal) εθνικισμός είναι τόσο μάταιος για την ιθαγενή
εργατική τάξη, όσο μάταιος αποδείχτηκε ο Ιρλανδικός εθνικισμός για την
Ιρλανδική εργατική τάξη. Στο τέλος του 20ού αιώνα είναι φανερό ότι οι
άνθρωποι δεν μπορούν να υπάρξουν στον κόσμο αυτό χωρίς να εμπλέκονται
στον καπιταλιστικό μηχανισμό: να αγοράζουν, να πουλούν, να μετατρέπεται
η εργατική δύναμη κάποιου σε εμπόρευμα για να αγοράζεται (ή όχι) από
τους εργοδότες.Ο καπιταλισμός δημιουργεί μια οικουμενική οικονομία, η
οποία δεν μπορεί να ανακοπεί ή να περιοριστεί. Μία μόνο θεραπεία υπάρχει
για τον καπιταλισμό: η ολοκληρωτική του καταστροφή. Αν ο ιθαγενής
εθνικισμός οδηγεί κάπου, τότε αυτό θα γίνει πατώντας στην πλάτη και σε
βάρος της ιθαγενούς εργατικής τάξης, η οποία θα ανακαλύψει ότι οι νέοι
της αφέντες δεν διαφέρουν και πολύ από τους παλαιούς.

Σεξισμός

Η πάλη ενάντια στη σεξουαλική καταπίεση είναι αναπόσπαστο τμήμα της
πάλης ενάντια στην κοινωνία αυτή συνολικά – δηλαδή, της ταξικής πάλης.
Υπάρχει μια ελάχιστη ταξική ενότητα όταν ο σεξισμός συνιστά μια ταξική
δύναμη στην εργατική τάξη.Αν, για παράδειγμα, γυναίκες της εργατικής
τάξης πληρώνονται λιγότερο από τους άντρες συναδέλφους τους, θα
υποστηρίξουμε ένα ρεφορμιστικό αίτημα για αύξηση του μισθού τους.
Ωστόσο, θα παρέμβουμε ως επαναστάτες: υποστηρίζοντας την ανάγκη για
άμεση δράση, αλληλεγγύη από άλλους εργάτες καθώς και το γεγονός ότι
καμία αύξηση μισθού δεν είναι αρκετή για να ικανοποιήσει τα αληθινά
ταξικά μας συμφέροντα.

Δεν υποστηρίζουμε αιτήματα όπως ίση αμοιβή για διευθύντριες εταιριών. Ο
φεμινισμός επιδιώκει να τονίζει τα κοινά συμφέροντα των γυναικών όλων
των τάξεων σε βάρος των ταξικών τους συμφερόντων. Έως ότου η εργατική
τάξη αναπτύξει και διατηρήσει μια ταξική ανάλυση της θέσης της στην
κοινωνία, θα παραμένει θύμα της άρχουσας τάξης. Αν, για παράδειγμα, το
κατεστημένο και τα μέσα μαζικής επικοινωνίας αποκαλύψουν την
ομοφυλοφιλία ενός δικαστή και τον κυνηγήσουν, θα έπρεπε μήπως να τον
υποστηρίξουμε; Ένας δικαστής είναι ένας εχθρός της εργατικής τάξης, που
εφαρμόζει καθημερινά τους καπιταλιστικούς νόμους. Δεν με ενδιαφέρει η
σεξουαλικότητα ενός δικαστή και δεν θα υποστηρίξω το δικαίωμά του να
είναι ομοφυλόφιλος – κάτι τέτοιο θα ήταν παράλογο αφού δεν υποστηρίζω
καν το δικαίωμα ύπαρξης δικαστών! Ωστόσο, το περιστατικό αυτό θα δώσει
στους αναρχικούς κομμουνιστές τη σημαντική ευκαιρία να εξετάσουν την
ομοφοβία (homophobia) και τη διασπαστική της επίδραση στην εργατική
τάξη. Θα υποστηρίζαμε ότι οι αληθινοί εχθροί μας είναι ο καπιταλισμός
και η άρχουσα τάξη και όχι άλλοι άνθρωποι της εργατικής τάξης. Οι
προερχόμενες από αμάθεια προλήψεις δεν είναι μόνο χάσιμο χρόνου και
ενέργειας, αλλά παίζουν και το παιχνίδι της άρχουσας τάξης, που θέλει να
παραμείνουμε φοβισμένοι, υποτακτικοί και διαιρεμένοι.Μια και δεν θα
συμμετάσχω ποτέ σε μια εκστρατεία για την αποκατάσταση ενός ομοφυλόφιλου
ή μιας λεσβίας δικαστή, δεν θα υποστηρίξω και την ίση μεταχείριση των
γυναικών αξιωματούχων στις αστυνομικές δυνάμεις, τον τερματισμό του
ρατσισμού στις ένοπλες δυνάμεις ή τη χειροτόνηση γυναικών και
ομοφυλόφιλων ιερέων. Επιθυμία μου είναι να εξαλειφθούν όλοι αυτοί οι
θεσμοί, που υπάρχουν για να καταπιέζουν την εργατική τάξη.

Θρησκεία

Οι θρησκείες έχουν απλώσει ένα πέπλο άγνοιας στον κόσμο για παρά πολλούς
αιώνες. Μόνο αν οι άνθρωποι ξεριζώσουν από το νου τους την έννοια του
Θεού ή της θεϊκής δύναμης, θα μπορέσουν να κατανοήσουν τον κόσμο ή το τι
χρειάζεται να γίνει για να τον καταστήσουν έναν τόπο δίκαιο και
ευχάριστο, χωρίς εκμετάλλευση, φόβο ή ελλείψεις.Μέχρι τώρα είχαμε
αρκετές δεισιδαιμονικές λατρείες, αρκετό φονταμενταλισμό, Καθολικισμό,
Προτεσταντισμό, Ισλαμισμό, Ιουδαϊσμό, Βουδισμό κ.λπ. Αν θέλουμε να μπει
ένα τέλος στους θρησκευτικούς πολέμους πρέπει να ξεριζώσουμε αυτή
καθεαυτή τη θρησκεία από τη ζωή μας.Η εργατική τάξη χρειάζεται ρεαλισμό
και φαντασία – όχι τις χειροπέδες της σκέψης, που φτιάχνουν οι ιερείς,
οι άγιοι και οι κόλακες συνοδοί τους.

Καταναλωτισμός

Ένα από τα πιο αποκαλυπτικά πράγματα σχετικά με την «αναπτυγμένη» ή
«δυτική» κοινωνία είναι ο ισχυρισμός κατά τα τελευταία χρόνια ότι ένας
από τους δείκτες φτώχειας είναι το να μην μπορεί κάποιος να αγοράσει
τηλεόραση και, επομένως, ότι η τηλεόραση αποτελεί μια «αναγκαιότητα».
Είναι προφανές με ποιους συντάσσονται αυτοί που εφηύραν αυτό το
μαργαριτάρι: ως κατευναστής και διασπορέας πληροφόρησης η τηλεόραση δεν
έχει αντίπαλο. Ολόκληρη η καταναλωτική κοινωνία, οι συρμοί της και οι
τάσεις της, βασίζονται στη μεταξύ μας αποξένωση καθώς και σε αυτήν από
τις πραγματικές μας επιθυμίες. Ταυτιζόμαστε περισσότερο με τα προϊόντα
και τα τηλεοπτικά έργα ή τους πρωταγωνιστές των διαφημίσεων, παρά με τον
ένα ή τον άλλον από μας. Εξαπατόμαστε, πιστεύοντας ότι έχουμε
πραγματικές επιλογές: αυτό ή το άλλο αυτοκίνητο; Αυτή ή την άλλη
κονσέρβα φασόλια; Αυτό ή το άλλο κομμάτι κουλτούρας; Χρειαζόμαστε τώρα
τα χρήματά μας, όχι μόνο για να επιβιώνουμε, αλλά και για να μπορούμε να
κάνουμε αυτές τις σημαντικές επιλογές. Είμαστε σκέτοι καταναλωτές.
Αντικρίζουμε την κοινωνία μέσα από την εφημερίδα, την τηλεόραση ή το
ραδιόφωνο. Όχι μόνο ενθαρρυνόμαστε στο να πιστεύουμε στις ανοησίες τους,
αλλά περιμένουν από μας να τις αγοράσουμε κιόλας! Το δικό μας αυτοκίνητο
(με δόσεις), η δική μας τηλεόραση, το δικό μας πλυντήριο – μπορούν αυτά
τα πράγματα να μας κάνουν ευτυχισμένους; Έκανε ο καπιταλισμός κάτι καλό
για μας έστω και μια φορά; Όχι, φυσικά! Η αγορά αυτών των προϊόντων
συμβάλλει στην ομαλή λειτουργία της «οικονομίας», κρατώντας μας
απομονωμένους τον έναν από τον άλλον: μπορούμε έτσι να βιώσουμε τη
φτώχεια της καθημερινής μας ζωής καθένας μόνος του, στο δικό του
αυτοκίνητο, μπροστά στο δικό του πλυντήριο. Ή, ακόμα, ενώ καθόμαστε στο
λεωφορείο, κάνοντας όνειρα ότι έχουμε το δικό μας αυτοκίνητο και το δικό
μας πλυντήριο! Ο καταναλωτισμός είναι ένα όπλο που χρησιμοποιείται για
να ενισχύσει την απομόνωσή μας και, άρα, συντηρεί την πραγματική φτώχεια
της ζωής μας.

Συνδικάτα

Ένας από τους ύπουλους εχθρούς της εργατικής τάξης είναι το συνδικάτο σε
κάθε του μορφή. Τα συνδικάτα σχηματίζονται για να λειτουργούν σε μη
επαναστατικές περιόδους, για να «προστατεύουν» σε καθημερινή βάση τους
εργάτες από τις χειρότερες καταχρήσεις του καπιταλισμού (εκτός εάν
σχηματίζονται από το Κράτος, όπως συνέβη συγκεκριμένα υπό καθεστώς
Φασισμού ή Σταλινισμού). Αυτό δεν σημαίνει παρά διαπραγμάτευση για μια
δικαιότερη μορφή εκμετάλλευσης για τα μέλη του. Για να είναι
αποτελεσματικά, τα συνδικάτα πρέπει να έχουν την υποστήριξη των μη
επαναστατικών μελών τους και των αφεντικών και αυτό αποκλείει κάθε
επαναστατικό περιεχόμενο στα συνδικάτα, πέρα από μια ψευδή προσκόλληση
σε ένα μακρινό «σοσιαλισμό». Όταν ένα συνδικάτο αρχίζει να έχει μια
αποτελεσματική δράση παίρνει γρήγορα τη θέση του στην πλευρά του
κεφαλαίου, κάτι που είναι αναπόφευκτο, γιατί η επιβίωση και η ευημερία
της επιχείρησης είναι ουσιαστική για την ίδια την ύπαρξη του συνδικάτου

Το συνδικάτο προτιμά να βλέπει να απολύεται ένας μεγάλος αριθμός μελών
του από το να χάσει εντελώς το ρόλο του στη βιομηχανία και αυτό το
γνωρίζουν τα αφεντικά και είναι ένας από τους λόγους που τα συνδικάτα
και τα αφεντικά συνεργάζονται τόσο στενά. Τα συνδικάτα μπορούν να
περιορίζουν και ελέγχουν τους εργάτες και σε περιόδους αναταραχών αυτό
είναι ουσιαστικό, όχι μόνο για τα ίδια τα αφεντικά, αλλά και για τις
επιχειρήσεις. Η λογική ενός συνδικάτου, επειδή αυτό κατέχει ένα
σημαντικό ρόλο στις καπιταλιστικές σχέσεις (κάτι σαν αστική δημοκρατία),
συνίσταται στο ότι δεν μπορεί ποτέ να γίνει αντικαπιταλιστικό και σε
επαναστατικές περιόδους θα επιχειρεί πάντα να σώσει τον καπιταλισμό,
αποκαλύπτοντας έτσι την αληθινή του αντεπαναστατική φύση. Αυτό ισχύει
για κάθε είδους συνδικάτο είτε αυτό είναι κλαδικό, συνδικαλιστικό ή
αναρχοσυνδικαλιστικό.

Στην Ισπανία το 1936, το αναρχοσυνδικαλιστικό συνδικάτο CNT έπεισε πολλά
μέλη του να εγκαταλείψουν την επανάσταση και να συμμαχήσουν με τους
δημοκρατικούς στον πόλεμο κατά του Φράνκο. Η CNT συμμετείχε στην
κυβέρνηση και αυτό δεν ήταν «λάθος», αλλά κάτι αναπόφευκτο. Η διαιώνιση
της επανάστασης θα καθιστούσε τη CNT περιττή. Ήταν ο ίδιος ο
Μπουεναβεντούρα Ντουρρούτι που προέβλεψε ότι ο τρόπος με τον οποίο
δρούσε η CNT θα οδηγούσε σε «ένα είδος Κρατικού σοσιαλισμού» (δηλαδή,
Κρατικού Καπιταλισμού), αν η CNT αναλάμβανε τον έλεγχο της Ισπανίας.
Είναι γεγονός ότι ο Κρατικός Καπιταλισμός αποτελεί τη λογική ακραία
επιδίωξη κάθε είδους συνδικαλισμού – όπου τα συνδικάτα αναλαμβάνουν τη
λειτουργία του καπιταλισμού. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι αυτό δεν συνιστά
κάποια πραγματική αλλαγή συνθηκών για τους μισθωτούς σκλάβους.Οι
επαναστάτες δεν πρέπει να αναλαμβάνουν θέσεις στο συνδικάτο, όπως, για
παράδειγμα, θέση αντιπροσώπου τμήματος. Οι αντιπρόσωποι τμήματος πρέπει
να διαπραγματεύονται με τα αφεντικά, πρέπει να φροντίζουν για το
συμφέρον των μη επαναστατών εργατών σε μη επαναστατικές περιόδους. Οι
αντιπρόσωποι τμήματος που έχουν επαναστατικές βλέψεις θα βρίσκουν πάντα
τον εαυτό τους συμβιβασμένο, ενταγμένο στο συνδικαλιστικό μηχανισμό ή
περιφρονημένο από τους εργάτες, γιατί δεν πέτυχε μια καλή σχέση εργασίας
με τα αφεντικά, κάτι που είναι ουσιώδες αν ο αντιπρόσωπος τμήματος
πρόκειται να υπερασπίσει τα έλη από τις καθημερινές αδικίες. Αυτό δεν
σημαίνει ότι δεν πρέπει να συμμετάσχουμε σε συνδικάτα όποτε νομίζουμε
ότι αυτό είναι σωστό. Η πρόσβαση σε συνελεύσεις τμήματος ή συνδικάτου
μπορεί να είναι σημαντική για την υπεράσπιση των απόψεών μας και για να
έχουμε πληροφόρηση. Σε πολλές περιοχές, φυσικά, υπάρχουν επίσημες ή
ανεπίσημες επιχειρήσεις «κλειστής» απασχόλησης (σ.τ.μ.: closed shops
λέγονται οι επιχειρήσεις εκείνες που παρέχουν απασχόληση αποκλειστικά σε
μέλη εργατικών σωματείων). Όποια και αν είναι η κατάσταση, χρειάζεται να
ενθαρρύνουμε τη δημιουργία επαναστατικών εργατικών ομάδων, τη συχνή
προπαγάνδα, τις ανεπίσημες συγκεντρώσεις και κάθε άλλη εποικοδομητική
δράση που υπερβαίνει το συνδικαλιστικό έλεγχο.Η ιδέα ότι μια οργάνωση η
οποία, από την ίδια της τη φύση και με οποιαδήποτε μορφή, υποστηρίζει τη
συνεχή ύπαρξη του καπιταλισμού, μπορεί να εργαστεί για τα πραγματικά
συμφέροντα της εργατικής τάξης, πρέπει να ξεριζωθεί από το μυαλό των
επαναστατών.

Το Μεταβατικό Στάδιο

Δεν μπορεί να υπάρξει μεταβατικό στάδιο, πρόγραμμα ή περίοδος μεταξύ
καπιταλισμού και κομμουνισμού. Η επανάσταση δεν μπορεί να διατηρήσει
ορισμένα στοιχεία του καπιταλιστικού συστήματος, όπως, για παράδειγμα,
την ανταλλαγή ή το χρήμα, εφόσον η τάση του καπιταλισμού είναι να
αναπτύσσεται και να επεκτείνεται διαρκώς. Η μόνη επανάσταση για την
οποία αξίζει να αγωνιστεί κανείς είναι αυτή που αναγνωρίζει την
αναγκαιότητα της πλήρους καταστροφής όλων των βάσεων του καπιταλισμού. Ο
καπιταλισμός και ο κομμουνισμός είναι ολότελα ασυμβίβαστοι. Δεν μπορούμε
να διακινδυνεύσουμε και να αφήσουμε να επιζήσουν κάποια υπολείμματα
αγοράς, τάξεων, Κράτους και εθνικών συνόρων, γιατί τότε, σύμφωνα με τα
λόγια του Κροπότκιν, η επανάσταση «θα πνιγεί στο αίμα». Ίσως χρειαστεί
λίγος χρόνος για να κηρυχθεί ο κομμουνισμός παντού στον κόσμο,
οπουδήποτε όμως και αν κηρύσσεται πρέπει να είναι απόλυτος κομμουνισμός
και ο πόλεμος για τον κομμουνισμό – ο ταξικός πόλεμος – δεν τελειώσει
παρά μόνο όταν ολόκληρη η υδρόγειος έχει εξαλείψει κάθε ίχνος αυτού του
απάνθρωπου καπιταλιστικού καθεστώτος.

Η Επανάσταση

Πώς θα αρχίσει η επανάσταση; Κάποιοι μπορεί να πουν ότι πρέπει να
περιμένουμε να βρεθεί ο καπιταλισμός σε βαθιά οικονομική κρίση ώστε να
μπορέσει το προλεταριάτο να αντιληφθεί την ανάγκη να σαρώσει τα πάντα. Η
περίοδος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου ήταν ένα πρωταρχικό παράδειγμα
μιας καπιταλιστικής κρίσης, η οποία προκλήθηκε από τον έντονο
ανταγωνισμό για αγορές και τον πόλεμο μεταξύ εθνικών κρατών. Ο πόλεμος
ήταν, επίσης, χρήσιμος για τις Ευρωπαϊκές άρχουσες τάξεις ως βαλβίδα
ασφαλείας απέναντι στον κλιμακούμενο ταξικό πόλεμο που σάρωνε την
ήπειρο.Πριν από τον πόλεμο μεγάλα τμήματα του προλεταριάτου είχαν ήδη
επίγνωση της αναγκαιότητας της επανάστασης. Ήταν στη διάρκεια των
υπερβολών και της «κακοδιαχείρισης» του πολέμου που η επαναστατική αυτή
ώθηση μπόρεσε να στηριχτεί και να επεκταθεί (ιδιαίτερα στη Ρωσία, τη
Γερμανία, τη Βουλγαρία, την Ουγγαρία και τη Βρετανία).Η Ισπανική
Επανάσταση του 1936, αν και ξεκίνησε ως απάντηση σε μια απόπειρα
πραξικοπήματος της δεξιάς, ήταν σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα δεκαετιών
επίμονης και ενεργητικής δουλειάς επαναστατών. Οι εξεγέρσεις του
προλεταριάτου στην Τσεχοσλοβακία, τη Γαλλία, την Πολωνία, τη Γερμανία,
τη Γιουγκοσλαβία και την Πορτογαλία, στις δεκαετίες του ’60 και ’70, δεν
προήλθαν μόνο από οικονομικές κρίσεις.Δεν υπάρχουν κανόνες για το τι θα
πυροδοτήσει μια επανάσταση. Μπορεί να είναι μια οικονομική κρίση, η
συνειδητή δράση μιας επαναστατικής εργατικής τάξης ή ένας συνδυασμός
αυτών των δύο.Αυτό που έχει σημασία είναι ότι οι επαναστάτες συνεχίζουν
να εργάζονται για τον κομμουνισμό και οι αριθμοί μας μεγαλώνουν. Οι
επαναστάτες πρέπει να βρίσκονται πάντα στο παρόν, να θυμίζουν τα
διδάγματα του παρελθόντος, να κατανοούν τον κόσμο που ζουν τώρα και να
δείχνουν τι μπορεί να γίνει: τι μπορεί να γίνει ο κόσμος. Αυτή μπορεί,
βέβαια, να είναι μια σκληρή και χωρίς ανταμοιβή δουλειά, είναι, όμως,
ζωτικής σημασίας αν θέλουμε να προλάβουμε τις αντεπαναστατικές
καταστροφές που συνέβησαν στο παρελθόν στη Ρωσία, την Ισπανία, τη
Γερμανία, το Μεξικό κ.ο.κ.

Οργάνωση

Έχει, προφανώς, νόημα το να εργάζονται οι επαναστάτες από κοινού,
ωστόσο, σε διαφορετικές περιόδους ίσως απαιτούνται διαφορετικές μορφές
οργάνωσης. Μπορεί να έχει μικρή μόνο σημασία η δημιουργία μιας
αξιοπρεπούς οργάνωσης, με ένα όνομα, στόχους και αρχές και μια επιθυμία
να μεγαλώσει, γιατί μπορεί απλώς αυτή να σπαταλήσει χρόνο και ενέργεια
που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν πιο αποδοτικά με παρεμβάσεις και
άλλες δραστηριότητες. Μια οργάνωση δεν είναι αυτοσκοπός, πρέπει να έχει
ένα στόχο είτε αυτός είναι να προσεγγίσει τους επαναστάτες μιας
μεγαλύτερης περιοχής είτε να εκδώσει ίσως συχνά ένα περιοδικό. Πρέπει να
έχουμε πάντα επίγνωση της απειλής του «οργανωτικού φετιχισμού», ο
οποίος, πέρα από το ότι θα θέσει πιθανώς τους επαναστάτες εκτός των
πραγματικών αγώνων, μπορεί και να τους οδηγήσει στη δημιουργία κλειστών
ομάδων και ανθρώπων, οι οποίοι μετατρέπονται σε πρόσωπα με εξουσία, μέσω
απλώς της γνώσης τους περί οργάνωσης ή λόγω του χρόνου που αφιερώνουν σε
αυτή.Λέγοντας αυτό, είναι σημαντικό το ότι η επαναστατική προπαγάνδα
φτάνει σε μεγάλο ακροατήριο και ότι περισσότεροι άνθρωποι πείθονται από
αυτή. Χρειάζεται να εκδίδουμε περιοδικά, προκηρύξεις και φυλλάδια και
χρειάζεται, επίσης, να κάνουμε παρεμβάσεις σε χώρους δουλειάς,
διαδηλώσεις, εξεγέρσεις. Δύο επαναστάτες (ή και ένας έστω) μπορούν να
εκδίδουν ένα επαναστατικό δελτίο, το οποίο μπορεί να διανέμεται στο χώρο
δουλειάς τους ή σε άλλες συγκεντρώσεις της εργατικής τάξης. Αν
εργαζόμαστε από κοινού θα έχουμε μεγαλύτερη πληροφόρηση, θα μπορούμε να
συζητάμε περί τακτικής, να συγχωνεύουμε τους πόρους μας και, ίσως, να
ενισχύουμε ο ένας το ηθικό του άλλου.Αυτό το μικρό φυλλάδιο μπορεί να
χρησιμοποιηθεί ως μια καταγραφή των βασικών ιδεών γύρω από τις οποίες θα
μπορούσε να συγκεντρωθεί μια ομάδα ανθρώπων. Η ανάλυσή μας πρέπει να
γίνεται πάντα από ταξική σκοπιά. Η αναρχική κομμουνιστική επανάσταση δεν
είναι τίποτα λιγότερο από τον τερματισμό κάθε εκμετάλλευσης και τη
δημιουργία αμοιβαίας αλληλεγγύης και ελευθερίας. Είμαστε επαναστάτες και
όχι ρεφορμιστές, ψευδο-καλλιτέχνες ή εξουσιο-κάπηλοι. Δεν επιδιώκουμε να
κατευνάσουμε την εργατική τάξη με βραχυπρόθεσμα και απατηλά κέρδη,
επιδιώκουμε να οξύνουμε την επαναστατική της ορμή. Μόνο όταν η εργατική
τάξη είναι εντελώς εκτός ελέγχου θα είναι ικανή να αναλάβει τον
πραγματικό έλεγχο της ζωής μας.

* Συγγραφέας του κειμένου αυτού είναι ο αναρχικός κομμουνιστής Πιτ Ποστ,
από την Αγγλία, που το έγραψε όταν ζούσε για κάποια χρόνια στην
Αυστραλία. Η πρώτη ελληνική μετάφραση του κειμένου αυτού έγινε στη
Μελβούρνη το 1994 και εκδόθηκε σε μπροσούρα στις εκδόσεις «Ούτε
Θεός-Ούτε Αφέντης». Η παρούσα αποτελεί μια κατά πολύ βελτιωμένη εκδοχή
της μετάφρασης αυτής και δημοσιεύτηκε στη σειρά «Εποικοδομητικές
Κατεδαφίσεις» του αναρχικού κομμουνιστικού δελτίου «Κοινωνική Αρμονία».

www.ainfos.ca/gr/ainfos00177.html
Προσθέστε περισσότερες πληροφορίες

ανοίξτε συζήτηση για αυτό το άρθρο 1063090 Eπισήμανση

από g 2:40πμ, Δευτέρα 27 Ιουλίου 2009

Nα προστεθεί εδώ ότι μια ακόμα πιο βελτιωμένη εκδοχή της ίδιας μετάφρασης υπάρχει στο βιβλίο «Aναρχοκομμουνισμός: η διερεύνηση του μέλλοντος στο παρόν», μια ανθολογία κειμένων των Kαφιέρο, Kροπότκιν, Mαχόν, Πενγκάμ , Kλήβερ και Ποστ, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Kόκκινο Nήμα το 2004.